Menu

Ο κλάδος οίνου στην Αρμενία

Η Αρμενία έχει μεγάλη παράδοση στην καλλιέργεια και παραγωγή οίνων, που χρονολογείται από την αρχαία εποχή. Μάλιστα ιστορικές καταγραφές την εντάσσουν σε παράλληλες χρονικές περιόδους με την αρχαία ελληνική.
Μεταγενεστέρως η σταδιακή κορύφωση στην παραγωγή οίνων μέχρι το 1920, γνώρισε σημαντική και ραγδαία μείωση, ένεκα των σχετικών απαγορεύσεων της σοβιετικής εποχής, που τελικώς ευνόησαν την παράνομη παραγωγή και το λαθρεμπόριο σε όλα τα προϊόντα του κλάδου και οπωσδήποτε την παράβλεψη της ποιότητας. Ωστόσο από το 1940 έως το 1985, η παραγωγή οίνου αυξήθηκε κατά εννέα φορές και του κονιάκ (μπράντι) κατά δεκαεπτά φορές. Παράλληλα την περίοδο 1960-1986, η παραγωγή αφρωδών οίνων δεκαπλασιάστηκε. Στη δεκαετία του 1980 η Αρμενία επεξεργαζόνταν κάθε χρόνο κατά μέσο όρο περίπου 210 χιλιάδες τόνους σταφυλιών από τα οποία παρήγαγε 14 - 15.000.000 δεκάλιτρα κρασιού, 2 εκατ. εκ των οποίων χρησιμοποιούντο για την κατασκευή του περίφημου και διεθνώς γνωστού αρμενικού κονιάκ. Σημειώνεται σχετικώς ότι σύμφωνα με στοιχεία του Αναπτυξιακού Οργανισμού Αρμενίας (ADA) το 37,4% των εισοδημάτων της Αρμενίας από τον κλάδο τροφίμων διατίθεντο για ανάγκες του κλάδου οινοποίησης. Στη δεκαετία του 1980 η Αρμενία προμήθευε το 25% του κονιάκ που διακινείτο στις τότε επαρχίες της Σοβιετικής Ένωσης, το 3% των κρασιών και το 5-6% των υψηλής αλκοόλης οίνων. Τα τρία τέταρτα της παραγωγής οίνων στην Αρμενία εξάγονταν κυρίως στη Ρωσία. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η αρμενική οινοποίηση είχε επικεντρωθεί στην επαρχία Ararat, που διαθέτει μάλιστα περιοχές όπου τα αμπέλια ευρίσκονται σε υψόμετρο 1100 μ. Η σοβαρότερη επίπτωση της πολιτικής ελέγχου της κατανάλωσης αλκοόλ κατά την σοβιετική περίοδο, ήταν η εγκατάληψη γαιών που επί σειρά ετών αποτελούσαν σημαντικά κομμάτια του αρμενικού αμπελώνα, ο οποίος απαξιώθηκε και τελικώς άρχισε να μην αποδίδει τις ποσότητες που απέδιδε ακόμα και μέχρι το 1985.

Η σημαντικότερη περίοδος επιβολής μέτρων περιορισμού της κατανάλωσης ήταν η περίοδος 1986-1990, οπόταν και παρατηρείται πτώση παραγωγής στα 43,9 εκ. λίτρα από 88,4 εκ. λίτρα την περίοδο 1981-1985. Είναι χαρακτηριστικό ότι την επομένη 3ετία η παραγωγή έπεσε περαιτέρω στα επίπεδα των 29,8 εκ. λίτρων για να κατακρημνιστεί κυριελεκτικά στα 4,7 εκ. λίτρα την περίοδο 1995-1999, οπόταν και η Αρμενία είχε να αντιμετωπίσει ζωτικά προβλήματα ανασυγκρότησης.
Από το 2000 άρχισε η εφαρμογή της πολιτικής ιδιωτικοποιήσεων των μονάδων επεξεργασίας και παραγωγής οίνων και λοιπών προϊόντων. Η αλλαγή στον κλάδο ήταν πλέον σημαντική και επηρέασε ολοκληρωτικά το δίκτυο της παραγωγικής δομής του κλάδου. Θετική συνέπεια ήταν η άμεση αναδιάταξη του κλάδου με αποτέλεσμα μονάχα το 2005 να παραχθούν 7,3 εκ. λίτρα οίνου. Η συνέχεια δεν ήταν το ίδιο ομαλή καθώς το 2006 αποκλιμακώθηκε η παραγωγή στα 4,4 εκ. λίτρα και τελικώς σταθεροποιήθηκε ένας ρυθμός ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια που κατέληξε το 2011 να αποφέρει παραγωγή 6,8 εκ. λίτρων. Τα τελευταία πέντε χρόνια ο όγκος της παραγωγής οίνου έχει αυξηθεί κατά μέσο όρο 14% και ήδη βρίσκεται σε διαφορετική φάση ανάπτυξης σε σχέση με οτιδήποτε ίσχυε στον κλάδο στο παρελθόν.
Οι εξαγωγές κρασιού από την Αρμενία έχουν αυξηθεί τα τελυταία έτη. Μάλιστα από το 2011 περίπου το 20% του οίνου που παράγεται στην Αρμενία προορίζεται για εξαγωγή, που ανέρχεται σε αξία ύψους περίπου 5,2 εκατ. ευρώ. Από το 2004 οι εξαγωγές οίνου από την Αρμενία έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο 35% ετησίως. Πρέπει να υπογραμμιστεί ωστόσο ότι η εξαγωγή των οίνων από φρούτα αυξάνεται ταχύτερα από την εξαγωγή των οίνων από σταφύλια, αφήνοντας κατά μέρος μια παράδοση που υπήρχε στον κλάδο από αρχαιοτάτων χρόνων. Το 2011 μάλιστα η αξία των εξαγωγών οίνων από φρούτα υπερέβει την αξία εκείνων από αμπέλια κατά περίπου 14%.
Εισαγωγές & εξαγωγές οίνου στην Αρμενία (αξία σε χιλ. δολ. ΗΠΑ)
ΠΗΓΗ : UN ComTrade
Το μερίδιο της Αρμενίας στον τομέα των εξαγωγών παγκοσμίως όσον αφορά τους οίνους, τόσο από φρούτα (ρόδι, βερύκοκο κ.α.), αλλά και από αμπέλι έχει διπλασιαστεί κατά τα έτη 2005-2010. Ειδικότερα αναφορικά με τους οίνους από σταφύλι το 2005 το ποσοστό των αρμενικών προϊόντων επί των συνολικών εξαγωγών του κλάδου διεθνώς ήταν 0,01% και το 2010 ανήλθε σε 0,02%.

              2005  2006  2007  2008   2009  2010   2011   2012

Εισαγωγές 971  6,952  2,087  393    256    546     742     931

Εξαγωγές  538   964   2,019 1,925  1,485   2,873  3,312  3,791

(Η πλήρης έρευνα βρίσκεται αναρτημένη στην ιστοσελίδα www.agora.mfa.gr/am54 )

 

Πηγή: O.E.Y. Γραφείο Ερεβάν

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι