Menu

Αρντασές Μαργκοσιάν

Υπεύ­θυ­νος σύ­ντα­ξης του εκ­δο­τι­κού οί­κου Α­ΡΑΣ με έ­δρα την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη

 Ο εκ­δο­τι­κός οί­κος Α­ΡΑΣ ι­δρύ­θη­κε το 1993 στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη και πο­λύ γρή­γο­ρα ε­δραιώ­θη­κε με τον τί­τλο «Α­νοι­χτό πα­ρά­θυ­ρο προς την αρ­με­νι­κή γραμ­μα­τεί­α». Με την έκ­δο­ση βιβλί­ων, κυ­ρί­ως στα αρ­μενι­κά (δυ­τι­κο­αρ­με­νι­κή διά­λε­κτο) και στα τουρ­κι­κά αλ­λά και στα κουρ­δι­κά και αγ­γλι­κά, α­να­δεί­χθη­κε σε έ­ναν α­πό τους ε­λά­χι­στους πο­λύ­γλωσ­σους ποιο­τι­κούς εκ­δο­τι­κούς οί­κους της Τουρ­κί­ας, βα­σι­κοί στόχοι του ο­ποί­ου εί­ναι:

- να γε­φυ­ρώ­σει μέ­σω της λο­γο­τε­χνί­ας την α­νά­γκη ε­πι­κοι­νω­νί­ας α­νά­με­σα στους λα­ούς με τις πο­λυ­ποί­κι­λες κουλ­τού­ρες, που συ­νυ­πάρ­χουν στη γε­ω­γρα­φική αυ­τή πε­ριο­χή, ώ­στε να α­να­πτυ­χθεί η αλ­λη­λο­κα­τα­νό­η­ση με­τα­ξύ τους,

- να γνω­στο­ποι­ή­σει στον κό­σμο την πα­νάρ­χαια αλ­λά και σύγ­χρο­νη αρ­με­νι­κή λογο­τε­χνί­α, ι­στο­ρί­α, τέ­χνη και εν γέ­νει τον πο­λι­τι­σμό, συμ­με­τέ­χο­ντας σε τοπι­κές και διε­θνείς εκ­θέ­σεις,

- να με­τα­φέ­ρει τις ε­μπει­ρί­ες και α­ξί­ες του αρ­με­νι­κού πο­λι­τι­σμού στις νε­ότε­ρες γε­νιές,

- να εκ­προ­σω­πή­σει στη νέ­α χι­λιε­τί­α την αρ­με­νι­κή εκ­δο­τι­κή πα­ρά­δο­ση αιώ­νων, που στην Τουρ­κί­α και ει­δι­κό­τε­ρα στην Πό­λη έ­χει πο­λύ βα­θιές ρί­ζες, συ­νεχί­ζο­ντας, ε­μπλου­τί­ζο­ντας και α­να­νε­ώ­νο­ντάς την.

Ό­λοι οι πα­ρα­πά­νω λό­γοι ώ­θη­σαν τα «Αρ­με­νι­κά» να έρ­θουν σε ε­πα­φή με τον Αρ­ντα­σές Μαρ­γκο­σιάν, υ­πεύ­θυ­νο σύ­ντα­ξης του εκ­δο­τι­κού οί­κου Α­ΡΑΣ. Ε­πι­δί­ω­ξή μας, λοι­πόν, εί­ναι να κά­νου­με γνω­στούς και στην Ελ­λά­δα τους ι­διαί­τε­ρα δρα­στή­ριους Αρ­με­νίους που ζουν και δρα­στη­ριο­ποιού­νται στη σύγ­χρο­νη Τουρ­κί­α, ο­μά­δα πε­ριο­ρι­σμέ­νη α­ριθ­μη­τι­κά, α­να­γνω­ρι­σμέ­νη ως θρη­σκευτι­κή μειο­νό­τη­τα στην Πό­λη*.

«Α­νοί­γου­με έ­να πα­ρά­θυ­ρο στην αρ­μενι­κή ιστο­ρί­α»

 

Υ­πό ποιες συν­θή­κες και με ποια α­φορ­μή άρ­χι­σε να λει­τουρ­γεί ο εκ­δοτι­κός οί­κος Α­ράς;

Η αρ­με­νι­κή κοι­νό­τη­τα της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης εί­ναι πο­λύ ε­νερ­γή. Α­πό πα­ρά­δο­ση υ­πήρ­χαν κι άλ­λες αρ­με­νι­κές εκ­δό­σεις ε­δώ στην Πό­λη. Ο εκ­δο­τι­κός οί­κος Α­ράς ξε­κί­νη­σε να λει­τουρ­γεί το 1993 με την πρω­το­βου­λί­α αλ­λά και την καθο­δή­γη­ση του Μι­γκιρ­δίτ­ς Μαρ­γκο­σιάν, συγ­γρα­φέ­α του πο­λύ γνω­στού ε­δώ στην Τουρ­κί­α βι­βλί­ου «Γγια­ούρ Μα­χα­λε­σί» (Μερ Ά­ιτ Γκογ­μέ­ρε). Ο­φεί­λω να α­να­φέ­ρω, πως ο Μι­γκιρ­δίτ­ς Μαρ­γκο­σιάν ή­ταν δά­σκα­λός μας και διευ­θυ­ντής στη σχο­λή Σουρ­π Χατ­ς. Ε­μείς οι α­πό­φοι­τοι αυ­τής της σχο­λής βά­λα­με στό­χο να εκ­δώ­σου­με στα αρ­με­νι­κά, στα τουρ­κι­κά αλ­λά και σε άλ­λες γλώσ­σες, κυ­ρί­ως λο­γο­τε­χνι­κά κι ι­στο­ρι­κά βι­βλί­α, δε­δο­μέ­νου ό­τι ο τουρ­κι­κός λα­ός και οι άλ­λες μειο­νό­τητες που ζουν σ’ αυ­τή τη χώ­ρα δεν γνώ­ρι­ζαν σχε­δόν τί­πο­τα για τους Αρ­μενίους. Αυ­τή ή­ταν και ε­ξα­κο­λου­θεί να εί­ναι η α­πο­στο­λή του «Α­ράς»: να γνω­στο­ποι­ή­σου­με την ύ­παρ­ξή μας, τον πο­λι­τι­σμό μας.

 

Έ­χε­τε πε­τύ­χει τους στό­χους σας;

Το γε­γο­νός ό­τι ε­δώ και 19 χρό­νια λει­τουρ­γού­με α­νε­μπό­δι­στα και α­κό­μη συ­νε­χί­ζου­με εί­ναι ού­τως ή άλλως σπου­δαί­ο για μας. Μέ­χρι σή­με­ρα έ­χου­με εκ­δώ­σει πε­ρί­που 130 βι­βλί­α, εκ των ο­ποί­ων τα 80 στην τουρ­κι­κή γλώσ­σα, ε­νώ τα 40 στα αρ­με­νι­κά. Πα­ράλ­λη­λα, εκ­δί­δου­με μει­κτά δί­γλωσ­σα ή και τρί­γλωσ­σα βι­βλί­α (αγ­γλι­κά-τουρ­κι­κά, αγ­γλι­κά-αρμε­νι­κά-τουρ­κι­κά, τε­λευ­ταί­α και κουρ­δι­κά) συ­χνά με πλού­σια ει­κο­νο­γρά­φηση, κα­θώς και ι­στο­ρι­κά λευ­κώ­μα­τα. Φυ­σι­κά, κά­θε φο­ρά που βγαί­νει έ­να και­νούργιο βι­βλί­ο α­πό το τυ­πο­γρα­φεί­ο εί­ναι με­γά­λη χα­ρά για μας.

 

Τι δυ­σκο­λί­ες ή ε­μπόδια α­ντι­με­τω­πί­σα­τε;

Φυ­σι­κά, ι­σχύ­ει το «κάθε αρ­χή και δύ­σκο­λη». Οι δυ­σκο­λί­ες μας ό­μως, δεν έ­χουν να κά­νουν με το τουρ­κι­κό κρά­τος ή την πο­λι­τι­κή. Εί­μα­στε ε­λεύ­θε­ροι να εκ­δί­δου­με ό,τι νο­μί­ζου­με, αρ­κεί βέ­βαια, να εί­ναι μέ­σα στα πλαί­σια του νό­μου.

Κα­λές εκ­δό­σεις ση­μαί­νει κα­λή ποιό­τη­τα, σω­στή χρή­ση της γλώσ­σας. Ως εκ τούτου, τα ε­μπό­διά μας εί­ναι κυ­ρί­ως η «υ­πο­χώ­ρη­ση» της ί­διας μας της γλώσ­σας, των αρ­με­νι­κών. Μέ­ρα με τη μέ­ρα μειώ­νε­ται ο α­ριθ­μός των Αρ­με­νί­ων που μι­λούν, δια­βά­ζουν ή ε­πι­κοι­νω­νούν στα αρ­με­νι­κά- ι­διαί­τε­ρα η νε­ο­λαί­α που δυ­στυ­χώς γνω­ρί­ζει λί­γα για την ι­στο­ρί­α ή τον πο­λι­τι­σμό μας. Κά­πο­τε, στα δε­κά­δες αρμε­νι­κά σχο­λεί­α της Πό­λης φοι­τού­σαν χι­λιά­δες παι­διά, μα τα τρα­γι­κά γε­γο­νότα των προ­η­γού­με­νων δε­κα­ε­τιών ώ­θη­σαν πολ­λούς Αρ­μενίους της Πό­λης στο εξω­τε­ρι­κό.

Οι πο­λύ­πλο­κες πιέ­σεις και οι δυ­σκο­λί­ες των συν­θη­κών ε­πι­βί­ω­σης, ό­ταν μά­λιστα συν­δυά­ζο­νται πα­ράλ­λη­λα με μια θρη­σκευ­τι­κή ή άλ­λη ι­διαι­τε­ρό­τη­τα, δικαιο­λο­γη­μέ­να λύ­γι­σαν την α­ντο­χή πολ­λών συ­ναν­θρώ­πων μας, οι ο­ποί­οι δεν βρίσκουν άλ­λη λύ­ση α­πό το ν’ α­φή­σουν πα­ρά τη θέ­λη­σή τους αυ­τή τη χώ­ρα. Σή­με­ρα, τα 13 εκ­παι­δευ­τι­κά μας ι­δρύ­μα­τα δεν έ­χουν πά­νω α­πό 3.000 μα­θη­τές συ­νο­λι­κά, ε­νώ ο α­ριθ­μός φθί­νει χρό­νο με το χρό­νο. Η γλώσ­σα μας δεν μι­λιέ­ται πια τό­σο στα σπί­τια, τη γει­το­νιά, την κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα κι α­πό την άλ­λη ε­μείς ε­δώ δεν έχου­με αρ­με­νι­κή σχο­λή πα­νε­πι­στη­μια­κού ε­πι­πέ­δου, ώ­στε να δη­μιουρ­γη­θεί μια νέ­α γε­νιά δια­νο­ου­μέ­νων, ι­στο­ρι­κών, φι­λο­λό­γων ή δα­σκά­λων. Αυ­τή εί­ναι και η ου­σί­α του προ­βλή­μα­τός μας, αλ­λά και της α­νη­συ­χί­ας μας. Μα­κά­ρι να υ­πήρ­χε υπο­δο­μή, αρ­με­νι­κά σχο­λεί­α σε κά­θε πό­λη ή χω­ριό ό­που ζουν Αρ­μέ­νιοι.

 

Α­λή­θεια, πού μά­θα­τε ε­σείς τό­σο κα­λά αρ­μενι­κά;

Γεν­νή­θη­κα και με­γά­λωσα στο Ντι­κρα­να­γκέρ­τ (σή­με­ρα Ντιαρ­μπε­κίρ). Δη­μο­τι­κό πή­γα στο το­πι­κό κρα­τικό τουρ­κι­κό σχο­λεί­ο, δε­δο­μέ­νου ό­τι ε­κεί δεν λει­τουρ­γού­σε πια αρ­μενι­κό σχο­λεί­ο. Εν­νο­εί­ται ό­τι πα­λιό­τε­ρα λει­τουρ­γού­σαν και μά­λι­στα πολ­λά, ό­μως μετά τις σφα­γές έ­κλει­σαν. Με στό­χο την κα­λύ­τε­ρη μόρ­φω­σή μου, στα ε­φη­βι­κά μου χρό­νια ήρ­θα στην Πό­λη. Γυ­μνά­σιο και λύ­κειο πή­γα στη σχο­λή αρ­ρέ­νων Σουρ­π Χατς, ό­πως σας προ­α­νέ­φε­ρα. Η σχο­λή αυ­τή ή­ταν και οι­κο­τρο­φεί­ο, διό­τι φι­λο­ξε­νού­σε α­πο­κλει­στι­κά τα αρ­με­νά­κια α­πό τις διά­φο­ρες ε­παρ­χί­ες της Τουρ­κί­ας, με σκο­πό να γί­νουν δά­σκα­λοι ή κλη­ρι­κοί. Χά­ρη στη σχο­λή Σουρ­π Χατ­ς, που ι­δρύ­θηκε το 1953 α­πό τον Πα­τριάρ­χη μας Κα­ρε­κίν Χα­τσα­του­ριάν ε­δώ στο Σκου­τά­ρι, έ­λαβαν κα­λή μόρ­φω­ση πολ­λά παι­διά.

Το ό­ρα­μα του Πα­τριάρ­χη ή­ταν να συ­νε­χί­σει την πα­ρά­δο­ση της μο­νής Αρ­μάς, στο Α­ντά­μπα­ζαρ, ό­που εί­χε φοι­τή­σει ο ί­διος (σή­με­ρα υ­πάρ­χουν μό­νο τα ε­ρεί­πια της). Έ­τσι λοι­πόν ήρ­θα σε ε­πα­φή με τα αρ­μενι­κά γράμ­μα­τα κι έ­μα­θα τα κα­θο­μιλού­με­να αρ­μενι­κά. Ξέ­ρε­τε, ο πα­τέ­ρας μου ή­ταν α­πό τους δια­σω­θέ­ντες α­πό τις σφα­γές (4 χρο­νών τό­τε) και στο σπί­τι μας μι­λού­σα­με την αρ­με­νι­κή το­πι­κή διά­λεκτο του Ντι­κρα­να­γκέρ­τ. Με τη στορ­γή και την κα­θο­δή­γη­ση του δα­σκά­λου μας, Μι­γκιρ­δίτ­ς Μαρ­γκο­σιάν ό­χι μό­νο μά­θα­με αλ­λά κι α­γα­πή­σα­με τη γλώσ­σα μας.

Ω­στό­σο, ε­γώ ή­μουν α­πό τους λί­γους τυ­χε­ρούς. Πό­σα και πό­σα αρ­με­νά­κια που έμει­ναν στην ε­παρ­χί­α δεν μορ­φώ­θη­καν, πα­ρά το ό­τι το ε­πι­θυ­μού­σαν; Ει­δι­κά τα κο­ρί­τσια, που οι γο­νείς τους α­να­γκά­ζο­νταν να δια­κό­ψουν πολύ νω­ρίς τη μόρ­φω­σή τους, με το φό­βο μη τις κλέ­ψουν αλ­λό­θρη­σκοι για νύ­φες -συ­νη­θι­σμέ­νη πρα­κτι­κή στα χω­ριά. Δεν υ­πήρ­χε οι­κο­τρο­φεί­ο θη­λέ­ων, ώ­στε κι ε­κεί­νες να ευερ­γε­τη­θούν ό­πως σ’ αυ­τά των αρ­ρέ­νων.

Τό­σες και τό­σες αρ­με­νο­πού­λες στις α­να­το­λι­κές ε­παρ­χί­ες έμει­να­ν στο ε­πίπε­δο της υ­πο­χρε­ω­τι­κής παι­δεί­ας (δη­μο­τι­κό). Για πα­ρά­δειγ­μα οι α­δελ­φές μου θα μπο­ρού­σαν να έ­χουν φτά­σει α­κό­μη και σε πα­νε­πι­στη­μια­κό ε­πί­πε­δο, μα ο πατέ­ρας μας ή­ταν α­νέν­δο­τος και δεν τους ε­πέ­τρε­ψε να πά­νε στο τουρ­κι­κό γυ­μνάσιο. Με­γά­λο ά­δι­κο και πο­λύς φό­βος! Δεν παύ­ου­με παρ’ ό­λα αυ­τά να α­γω­νι­ζό­μαστε για το κα­λύ­τε­ρο, αν και η προ­σω­πι­κή προ­σπά­θεια δεν αρ­κεί. Ί­σως με τον και­ρό, ό­ταν με τον εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό της Τουρ­κί­ας ε­δραιω­θεί η α­πο­δο­χή των μειο­νο­τή­των και ο σε­βα­σμός προς τον άλ­λον…

 

Με γνώ­μο­να την ποιό­τη­τα

 

Ό­πως εί­πα­τε προ­η­γου­μέ­νως η δυ­τι­κο­αρ­με­νι­κή γλώσ­σα βρί­σκε­ται σε διαρ­κή υ­πο­χώ­ρη­ση σε ό­λη τη δια­σπο­ρά, κά­τι που άλ­λω­στε δια­πι­στώ­νει σε έκ­θε­σή της και η Ου­νέ­σκο. Ε­σείς κά­νε­τε μια α­ξιέ­παι­νη προ­σπά­θεια και ί­σως ρι­σκά­ρε­τε να εκ­δί­δε­τε στην αρ­μενι­κή γλώσ­σα βι­βλί­α ι­στο­ρί­ας, δι­η­γή­μα­τα, μυ­θι­στο­ρή­μα­τα, ποί­η­ση, εκ­παι­δευτι­κά και παι­δι­κή λο­γο­τε­χνί­α. Εί­ναι έ­νας α­γώ­νας με το χρό­νο ή θέ­μα πί­στης;

Εί­ναι ό­λα αυ­τά και κάτι πα­ρα­πά­νω. Ξέ­ρε­τε, με­γα­λώ­νο­ντας σε μια οι­κο­γέ­νεια, σε μια γει­το­νιά δη­μιουρ­γείς μια ταυ­τό­τη­τα, την ο­ποί­α σου εί­ναι α­δύ­να­τον να αρ­νη­θείς. Στην πε­ρίπτω­σή μας, έ­χου­με την αρ­με­νι­κή ταυ­τό­τη­τα, την αρ­με­νι­κή ι­στο­ρί­α. Βε­βαί­ως, στην Πό­λη υ­πάρ­χουν και άλ­λοι που εκ­δί­δουν στα αρ­μενι­κά, ό­πως οι εκ­δό­σεις κά­ποιων αρ­μενι­κών ε­φη­με­ρί­δων ή η Έ­νω­ση Αρ­με­νί­ων Δα­σκά­λων που εκ­δί­δουν βιβλί­α εκ­παι­δευ­τι­κά, μα ό,τι κι αν κά­νου­με ό­λοι μα­ζί δεν αρ­κούν. Μη νο­μί­ζε­τε βέ­βαια ό­τι μό­λις εκ­δο­θεί κά­τι στα αρ­μενι­κά ε­ξα­ντλεί­ται α­μέ­σως. Αν ό­μως κά­ποιος α­να­ζη­τά κά­τι ποιο­τι­κό, με σύγ­χρο­νες α­ξιώ­σεις, η πρώ­τη πόρ­τα που θα χτυ­πή­σει εί­ναι των εκ­δό­σε­ων Α­ράς. Αυ­τό φυ­σι­κά δεν το λέ­ω για να πε­ρη­φα­νευτώ. Εί­ναι μια α­λή­θεια για την ο­ποί­α μας ε­παι­νούν οι α­να­γνώ­στες μας. Ε­πί­σης, δε­δο­μέ­νου ό­τι υ­πάρ­χει ζή­τη­ση για πιο σύγ­χρο­να αρ­μενι­κά εκ­παι­δευ­τι­κά βιβλί­α, προ­σπα­θού­με να κα­λύ­ψου­με κι αυ­τές τις α­νά­γκες για ό­λες τις τά­ξεις- από το νη­πια­γω­γεί­ο έ­ως τη δευ­τε­ρο­βάθ­μια. Εκ­δί­δου­με πα­ράλ­λη­λα βι­βλί­α και για τους δα­σκά­λους.

 

Με ά­ξο­να το θέ­μα της ε­λεύ­θε­ρης έκ­φρα­σης, έ­χε­τε πο­τέ α­να­γκα­στεί να αρ­νη­θεί­τε την έκ­δο­ση κά­ποιου βι­βλί­ου; Οι συγ­γρα­φείς σας εί­ναι συ­νή­θως αρ­με­νι­κής κα­τα­γω­γής;

Στην Τουρ­κί­α υ­πάρ­χουν πά­ρα πολ­λοί εκ­δο­τι­κοί οί­κοι. Ε­μείς εί­μα­στε συ­γκρι­τι­κά μια μι­κρή μο­νά­δα, που ήρ­θα­με για να α­νοί­ξου­με έ­να πα­ρά­θυ­ρο στο κε­νό που υ­πήρ­χε σε ό,τι έ­χει σχέ­ση με τους Αρ­μενίους. Εκ­δί­δου­με ό­μως και βι­βλί­α συγ­γρα­φέ­ων που έ­χουν σχέ­ση με τις θρη­σκευ­τι­κές ή ε­θνο­τι­κές μειο­νό­τη­τες ( Ασ­συ­ρί­ων, Κούρ­δων), με κοι­νω­νι­κά θέ­μα­τα ή με κι­νή­μα­τα, ό­πως τα δι­καιώ­μα­τα των γυ­ναι­κών και τα ανθρώ­πι­να δι­καιώ­μα­τα. Με γνώ­μο­να αυ­τά τα θέ­μα­τα, λοι­πόν, δεν έ­χει τύ­χει πο­τέ ως σή­με­ρα να αρ­νη­θού­με για ιδεολογικούς και πο­λι­τι­κούς λό­γους κά­ποια έκ­δο­ση. Φυ­σι­κά έ­χει τύ­χει να αρ­νη­θού­με για τε­χνι­κούς λό­γους, ποιό­τη­τας εν­νο­ώ.

 

Σε ποιους α­πευ­θύ­νονται τα βι­βλί­α σας; Ο τουρ­κι­κός λα­ός -οι νέ­οι κυ­ρί­ως- εν­διαφέ­ρο­νται για το αρ­με­νι­κό ζή­τη­μα και τον πο­λι­τι­σμό;

Στην Τουρ­κία ζουν πολ­λοί Αρ­μέ­νιοι που δεν μι­λούν ή δεν δια­βά­ζουν αρ­με­νι­κά, που δεν είχαν τη δυ­να­τό­τη­τα στην πε­ριο­χή τους να πά­νε σε αρ­μενι­κά σχο­λεί­α, ό­μως έ­χουν τη δί­ψα να έρ­θουν σε ε­πα­φή με την αρ­με­νι­κή ι­στο­ρί­α, τη λο­γο­τε­χνί­α και να μά­θουν ό,τι α­φο­ρά το λα­ό μας. Φυ­σι­κά, δεν έ­χου­με στοι­χεί­α για τους α­να­γνώστες μας, ό­μως ξέ­ρου­με ό­τι τα βι­βλί­α μας δια­βά­ζο­νται και α­πό Τούρ­κους και Κούρ­δους και γε­νι­κό­τε­ρα α­πό πά­ρα πολ­λούς που εν­δια­φέ­ρο­νται για τους Αρ­μενίους ή τα μειο­νο­τι­κά θέ­μα­τα. Γι’ αυ­τό άλ­λω­στε εκ­δί­δου­με βι­βλί­α και στα τουρ­κι­κά.

 

Το ζη­τού­με­νο, η γνώ­ση

 

Πράγ­μα­τι, τε­λευ­ταία ό­λο και πε­ρισ­σό­τε­ρο α­κού­με ει­δή­σεις για τους Αρ­μενίους στην Τουρ­κί­α, όχι μό­νο της Πό­λης αλ­λά και της Α­να­το­λί­ας. Πώς εί­ναι για έ­ναν σύγ­χρο­νο Αρ­μένιο να ζει και να δη­μιουρ­γεί στην Τουρ­κί­α;

Κά­θε αρ­με­νι­κή οι­κο­γένεια ε­δώ στην Τουρ­κί­α έ­χει μα­κρι­νούς συγ­γε­νείς, που λό­γω συν­θη­κών, ι­διαίτε­ρα με­τά τα γε­γο­νό­τα του 1915, αλ­λα­ξο­πί­στη­σαν, ε­κτουρ­κί­στη­καν ή ε­ξι­σλα­μί­στηκαν. Ει­δι­κό­τε­ρα, στις α­να­το­λι­κές ε­παρ­χί­ες συ­νέ­βη­σαν πολ­λά α­νά­λο­γα γε­γονό­τα. Υ­πάρ­χουν, λοι­πόν, σή­με­ρα τα παι­διά ή τα εγ­γό­νια αυ­τών των αν­θρώ­πων. Κανείς δεν ξέ­ρει τον α­κρι­βή α­ριθ­μό τους, μα εί­ναι πολ­λοί.

Αυ­τοί λοι­πόν με­γά­λω­σαν σε μια τουρ­κι­κή η κουρ­δι­κή οι­κο­γέ­νεια και δεν είχαν ι­δέ­α για τους Αρ­μενίους, τη γλώσ­σα ή την ι­στο­ρί­α τους. Πί­στευαν άλ­λα για την κα­τα­γω­γή τους και ξάφ­νου α­να­τρέ­πε­ται η ταυ­τό­τη­τά τους. Αυ­τοί οι άν­θρω­ποι έρ­χο­νται α­ντι­μέ­τω­ποι με μια α­να­πά­ντε­χη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ε­δώ υ­πάρ­χει μια τρα­γω­δί­α και κα­νείς δεν ξέ­ρει πού θα ο­δη­γή­σει! Μα α­κό­μη κι ε­κεί­νοι που γνώ­ρι­ζαν, αλ­λά λό­γω της σκλη­ρής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας το κρα­τού­σαν κρυ­φό, τώ­ρα τολ­μούν και μι­λούν, ψά­χνουν την ι­στο­ρί­α τους.

Ο­πωσ­δή­πο­τε η δο­λο­φο­νί­α του Χράντ Ντιν­κ έ­φε­ρε στο φως της δη­μο­σιό­τη­τας και αυ­τό το θέ­μα. Άλ­λω­στε ε­κεί­νη την η­μέ­ρα στην κη­δεί­α του οι χι­λιά­δες χι­λιάδων, που φώ­να­ζαν «κι ε­μείς εί­μα­στε Αρ­μέ­νιοι», «κι ε­μείς εί­μα­στε Χράντ Ντινκ» δεν ή­ταν ό­λοι Αρ­μέ­νιοι. Σί­γου­ρα ή­ταν και Τούρ­κοι, Κούρ­δοι, Λά­ζοι ή άλ­λοι που δια­δή­λω­σαν κα­τά αυ­τής της α­δι­κί­ας. Ή­ταν έ­να ξέ­σπα­σμα για τις α­λή­θειες που εί­χαν κα­τα­πιε­στεί. Ό­λο αυ­τό έ­χει φυ­σι­κά τε­ρά­στιες πο­λι­τι­κές δια­στά­σεις. Το ζη­τού­με­νο εί­ναι να α­πο­κα­λυ­φθεί η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, να μπουν τα ερω­τή­μα­τα κι α­πό κει και πέ­ρα ο κα­θέ­νας να κά­νει τις ε­πι­λο­γές του.

 

Η δου­λειά σε έ­ναν εκδο­τι­κό οί­κο σή­με­ρα εί­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο θυ­σί­α ή ευ­χα­ρί­στη­ση;

Ναι, θα το ο­νό­μα­ζα και θυ­σί­α ε­κτός α­πό ευ­χα­ρί­στη­ση. Βλέ­πε­τε, 120-130 βι­βλί­α σε 19 χρό­νια δεν εί­ναι πολ­λά, ώ­στε να πού­με πως θα κα­λυ­φθού­με οι­κο­νο­μι­κά. Οι άλ­λες εκ­δό­σεις βγά­ζουν κατά μέ­σον ό­ρο 1-2 βι­βλί­α το μή­να. Ε­μείς δεν έ­χου­με αυ­τή τη δυ­να­τό­τη­τα. Ό­πως προα­νέ­φε­ρα, νιώ­θου­με ό­τι εί­ναι α­πο­στο­λή μας να συμ­βά­λου­με ώ­στε να βγει στο φως έ­να νέ­ο βι­βλί­ο, νέ­ες γνώ­σεις. Αυ­τό εί­ναι το με­ρά­κι μας κι α­πό αυ­τό άλ­λωστε α­ντλού­με με­γά­λη ι­κα­νο­ποί­η­ση. Βα­σι­ζό­μα­στε φυ­σι­κά και σε πο­λύ ε­θε­λο­ντική δου­λειά α­πό τους συ­νερ­γά­τες μας.

Ποια βι­βλί­α προ­τείνε­τε στους Αρ­με­νί­ους της δια­σπο­ράς; Πώς μπο­ρεί να τα βρει ή να τα λά­βει κανείς;

Με τα σύγ­χρο­να μέ­σα, είτε τη­λε­φω­νι­κά εί­τε μέ­σω δια­δι­κτύ­ου, εί­μα­στε σε θέ­ση και στέλ­νου­με τα βιβλί­α μας ό­που μας ζη­τη­θεί.

Σε αυ­τό το ση­μεί­ο δεν θα ή­θε­λα να πα­ρα­λεί­ψω μια ανα­φο­ρά στην παι­δι­κή μας βι­βλιο­θή­κη. Πρό­κει­ται για σει­ρά με πα­ρα­μύ­θια, βιβλί­α που συν­δυά­ζουν το παι­χνί­δι και τη δια­σκέ­δα­ση με τις γνώ­σεις, εκ­παιδευ­τι­κά βι­βλί­α κλπ.

Ό­ποιος εν­δια­φέ­ρε­ται για την ποί­η­ση, πρό­σφα­τα εκ­δώ­σα­με ό­λη τη συλ­λο­γή ποιη­μά­των του Ζα­χράτ, ε­νός νε­ω­τε­ρι­στή, μο­ντέρ­νου και πο­λυ­συ­ζη­τη­μέ­νου αρ­μένιου ποι­η­τή, του ο­ποί­ου η α­πώ­λεια - έ­να μή­να με­τά του Χρά­ντ Ντιν­κ- μας συ­γκλόνι­σε ό­λους ε­δώ. Τα έρ­γα του έ­χουν με­τα­φρα­στεί και στα τουρ­κι­κά.

Ό­σον α­φο­ρά την πε­ζο­γρα­φί­α, προ­τεί­νω α­νε­πι­φύ­λα­κτα τα έρ­γα του Ζα­βέν Μπι­μπε­ριάν και ει­δι­κό­τε­ρα το τε­λευ­ταί­ο του, «Μερ­τσου­νε­ρού Βερ­τσα­λού­ι­σε», το ο­ποί­ο με­ταφρά­στη­κε και στα γαλ­λι­κά, ό­που εί­χε με­γά­λη ε­πι­τυ­χί­α αλ­λά και στα τουρ­κι­κά (Babam Ashkaleye gitmedi) με τε­ράστια α­πή­χη­ση.

Περ­νώ­ντας στη σύγ­χρο­νη πε­ζο­γρα­φί­α, θα πρό­τει­να το «Γκιαν­κί Λου­σα­ντσκέν» α­πό τον Γερ­βά­ντ Γκο­πε­λιάν, έ­ναν πο­λύ κα­λό λο­γο­τέ­χνη που αρ­θρο­γρα­φούσε πα­λαιό­τε­ρα και στην ε­φη­με­ρί­δα Α­γκός αλ­λά και τον Με­ντσου­ρί, του ο­ποί­ου τα έρ­γα α­φο­ρούν τη ζω­ή στην ε­παρ­χί­α και ει­δι­κό­τε­ρα την Α­να­το­λί­α. Ά­ξιος ι­διαί­τε­ρης μνεί­ας εί­ναι και ο πο­λυ­γρα­φό­τα­τος Μι­κιρ­δίτ­ς Μαρ­γκο­σιάν, δά­σκαλός μας και ε­μπνευ­στής της ί­δρυ­σης του «Α­ράς», α­πό τα έρ­γα του ο­ποί­ου το πιο γνω­στό εί­ναι το «Μερ ά­ιτ γκογ­μέ­ρε», (με­τα­φρα­σμέ­νο στα τουρ­κι­κά «Γκια­ούρ Μα­χα­λε­σί» έ­φτα­σε αι­σί­ως τη 14η έκ­δο­ση, με­τα­φρά­στη­κε πρό­σφα­τα και στα κουρ­δι­κά, ολ­λαν­δι­κά και γαλ­λι­κά) και πραγ­μα­τεύ­ε­ται τη ζω­ή στο Ντιαρ­μπε­κίρ. Προ­τεί­νω, ε­πί­σης, το βι­βλί­ο «Κραυ­γή Δι­καιο­σύ­νης» με κεί­με­να πέντε φε­μι­νι­στριών, των Σιρπου­ή Ντου­σάπ, Ελ­μπίς Γκε­σα­ρα­τζιάν, Σι­μπίλ, Χα­ϊ­γκα­νούς Μαρ­κιέ και Ζα­μπέλ Γε­σα­γιάν.

Ε­πί­σης, δυο α­πό τα βι­βλί­α μας τα γνω­ρί­σα­τε ή­δη στην Ελ­λά­δα. Πρό­κει­ται για το «Ευ­λο­γη­μέ­νο να ‘­νε το τρα­πέ­ζι σας» της Τα­κου­ή Τοβ­μα­σιάν, που κυ­κλο­φο­ρεί σε αρ­κε­τές γλώσ­σες, ό­πως και το «Τα­ξί­δι στην Α­να­το­λί­α» του Ου­ί­λιαμ Σα­ρογιάν. Υ­πάρ­χουν βέ­βαια και πολ­λά α­κό­μη…

Να προ­σθέ­σω ό­τι ως εκ­δο­τι­κός οί­κος συμ­με­τέ­χου­με στις διε­θνείς εκ­θέ­σεις βι­βλί­ων, που λαμ­βά­νουν χώ­ρα στην Τουρ­κί­α ή στο ε­ξω­τε­ρι­κό, ό­πως και στη διε­θνή έκ­θε­ση βι­βλί­ου της Φραν­κφούρ­της.

 

Θα θέ­λα­τε να προ­σθέσε­τε κά­τι για τα μελ­λο­ντι­κά σας σχέ­δια ί­σως;

Στις μέ­ρες μας εί­ναι δύ­σκο­λο να σχε­διά­σου­με το μέλ­λον, ό­μως εί­μα­στε αι­σιό­δο­ξοι. Βα­δί­ζου­με, βεβαί­ως, στο δρό­μο του ρε­α­λι­σμού και έ­χου­με υ­πό­ψη μας πά­ντα και τις μα­ταιώ­σεις που μπο­ρεί να συμ­βούν.

Η ι­στο­ρί­α μας έ­χει α­πο­δεί­ξει ό­τι η πο­ρεί­α της είναι πά­ντα ρευ­στή. Τί­πο­τε δεν εί­ναι δε­δο­μέ­νο. Ε­μείς εί­μα­στε άν­θρω­ποι του μόχθου, πι­στοί στην α­πο­στο­λή μας και έ­τσι θα συ­νε­χί­σου­με...

Επ’ ευ­και­ρί­α να ευ­χη­θώ στο πε­ριο­δι­κό σας κά­θε ε­πι­τυ­χί­α και κα­λή τύ­χη!

 

*Ό­σοι ζουν στην υ­πό­λοι­πη Τουρ­κί­α, ε­κτός των ο­ρί­ων της Κων­σταντι­νού­πο­λης, δεν χαί­ρουν αυ­τής της α­να­γνώ­ρι­σης. Έ­τσι πα­ρα­μέ­νει ε­ρω­τη­μα­τικό το ποιο θα εί­ναι το στά­τους ό­λων ε­κεί­νων των πο­λι­τών, που τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια φα­νε­ρώ­νουν την κρυ­φή κα­τα­γω­γή τους και που μέ­ρα με τη μέ­ρα αυ­ξά­νονται με γε­ω­με­τρι­κή πρό­ο­δο (υ­πο­λο­γί­ζο­νται σε ε­κα­τομ­μύ­ρια «κρυ­πτό­αρ­μέ­νιοι»).

 

Κουήν Μινασιάν

 

Πηγή: armenika.gr

 

 

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι