Menu

Αρσίλ Γκόρκι

Ο Αρσίλ Γκόρκι, είναι ο καλλιτέχνης που χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους στην ιστορία της Αμερικής και τα έργα του θεωρήθηκαν ένα φαινόμενο «αμερικανοαρμενικής τέχνης». Ας παρακολουθήσουμε τους σταθμούς της σύντομης ζωής του.
Για τον Γκόρκι, η τέχνη δεν ήταν τίποτα λιγότερο από ανάγκη. Έβαζε τη ζωγραφική του πάνω από κάθε τι και, όταν οτιδήποτε άλλο τον απογοήτευε, στηριζόταν στην τέχνη με σκοπό να γλυτώσει. Οι κακοτυχίες του -που ήταν όντως πολλές στη ζωή του- ξεκίνησαν νωρίς και τον οδήγησαν τελικά και σε έναν πρόωρο θάνατο. Με την τέχνη επιχείρησε «να σώσει» το παρελθόν του και να διαμορφώσει το μέλλον του, ωστόσο δεν κατάφερε να εκπληρώσει τις προσδοκίες και τις φιλοδοξίες του.
Ο Αρσίλ Γκόρκι παίρνει τη θέση του μεταξύ των τραγικών ηρώων της ιστορίας της τέχνης. Επιζών της Γενοκτονίας των Αρμενίων στην αρχή του εικοστού αιώνα, στοιχειώθηκε για το υπόλοιπο της ζωής του από τα φαντάσματα της χαμένης πατρίδας του. Τα εξπρεσιονιστικά, ζωηρά αριστουργήματά του, που δημιουργήθηκαν πολύ πριν ο εξπρεσιονισμός έλθει στο προσκήνιο ως ρεύμα, υπήρξαν πρωτοποριακά για την αφηρημένη τέχνη της Βόρειας Αμερικής και απεικονίζουν την τεράστια δυστυχία που βίωνε ως εξόριστος στην Αμερική. Γεννημένος στις 15 Απριλίου του 1902 με πραγματικό όνομα Βοστανίκ Αντογιάν, άλλαξε αργότερα το όνομά του σε Αρσίλ Γκόρκι, όταν πήγε στις Η.Π.Α. για λόγους προσωπικούς και πρακτικούς. Τόπος γεννήσεώς του ήταν η ερειπωμένη σήμερα πόλη Χορκόμ, ένα πολύ μικρό χωριό κοντά στην όμορφη λίμνη Βαν, στο Βασπουραγκάν της δυτικής Αρμενίας. Η μητέρα του, Σουσάν, εισήγαγε τον Γκόρκι στην τέχνη, προτού ο ίδιος μπορέσει ακόμα να μιλήσει, για να θαυμάσει την αρμενική αρχιτεκτονική και τα αρχαία χειρόγραφα με τα εντυπωσιακά χρώματα.
«Ο καλλιτέχνης και η μητέρα του» Όταν ο Γκόρκι ήταν μόλις έξι ετών, ο πατέρας του, Σετράκ Αντογιάν, μετανάστευσε στην Αμερική. Ο Γκόρκι έμεινε με τη μητέρα και τις αδελφές του στην Αρμενία. Αρχικά, το 1910, μετακόμισαν στο Βαν, στην Παλαιά Πόλη, και αργότερα στο Αϊκεστάν, στην Πόλη των Κήπων. Ο χωρισμός από τον πατέρα του προκάλεσε στον Γκόρκι αίσθημα εγκατάλειψης και αποξένωσης από τον Σετράκ για το υπόλοιπο της ζωής του. Η νοσταλγία του Γκόρκι για το σπίτι και ειδικά για τη μητέρα του, επηρέασε το έργο του πάρα πολύ. Το τοπίο της υπαίθρου, οι αλλεπάλληλοι λόφοι και οι λίμνες με τα νερά που αντιφέγγουν κυριαρχούν στα τελευταία έργα του, όπως το “Άροτρο” και το “Τραγούδι”, ο “Κήπος στο Σοτσί” και ο “Ήλιος”. Επιπλέον, η μητέρα του πρωταγωνιστεί σε δύο πορτρέτα, στο “Ο καλλιτέχνης και η μητέρα του”, καθώς επίσης και στο φαινομενικά αφηρημένο πορτρέτο “Πώς η κεντημένη ποδιά της μητέρας μου ξετυλίγεται στη ζωή μου”.
Το 1915, όταν η Τουρκία εφάρμοσε το σχέδιο της Γενοκτονίας των Αρμενίων, η οικογένεια του Γκόρκι αναγκάστηκε να καλύψει μια πορεία θανάτου 240 χιλιομέτρων βόρεια στα σύνορα της ρωσικής Αρμενίας. Έφθασαν στην πόλη Ερεβάν στις 16 Ιουλίου, όπου έζησαν στα όρια της πείνας, με τον Γκόρκι να κάνει δουλειές του ποδαριού ως ξυλουργός και βοηθός εκτυπωτή και να φτιάχνει χτένες γυναικών από τα κέρατα ταύρων και βοδιών. Το 1919, όταν ο Γκόρκι ήταν μόλις 14 ετών, η αγαπημένη του μητέρα πέθανε μες στα χέρια του από πείνα.
Ο Γκόρκι και η αδελφή του Βαρτούς έφθασαν στη Νέα Υόρκη, στο νησί Έλλις, το Φεβρουάριο του 1920, καταλήγοντας στη Μασαχουσέτη, όπου ο Αρσίλ έλαβε το «βάπτισμα του πυρός» στο μουσείο της Βοστώνης Fine Art. Αυτοδίδακτος κυρίως, ο Γκόρκι πήρε μερικά μαθήματα ζωγραφικής στις αρχές της δεκαετίας του ’20 από μια γυναίκα που του είπε ότι ένας Αρμένιος δεν θα μπορούσε να είναι ζωγράφος. Εκείνη θεωρούσε τους Ρώσους κομψούς και καλλιτέχνες, ενώ συνέδεε τους Αρμενίους με πρόσφυγες που λιμοκτονούν. Έτσι, ο Γκόρκι δημιούργησε ένα ρωσικό πορτρέτο, ισχυριζόμενος κάποιες φορές ότι είναι πρίγκιπας της Γεωργίας. Θέλησε να απελευθερωθεί από το παρελθόν του και μετά από πολλή σκέψη κατέληξε σε ένα όνομα που απεικόνιζε τις εμπειρίες και τα βάσανά του: “Αρσίλ” στα ρωσικά σημαίνει Αχιλλέας, και το “Γκόρκι” μεταφράζεται ως “πικρός”.
Αφού παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών και Σχεδίου στη Βοστώνη, ο Γκόρκι μετακόμισε στην πόλη της Νέας Υόρκης για να παρευρεθεί στην Εθνική Ακαδημία Σχεδίου, όπου ανέλαβε να διδάξει ζωγραφική.
Μέσα σε λίγα χρόνια, “ο πικρός” είχε καθιερωθεί ως δάσκαλος στη Νέα Σχολή Σχεδίου στη Νέα Υόρκη και είχε κερδίσει έναν μικρό κύκλο θαυμαστών.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έκανε συνήθως πορτρέτα αφηρημένα, επηρεασμένος από τους ζωγράφους της σχολής του Παρισιού, όπως ο Ματίς, ο Πικάσο και ο Μιρό.
Η πρώτη του μεγάλη εμφάνιση ήταν το 1930, όταν φιλοξενήθηκε στο Μουσείο της Σύγχρονης Τέχνης.
Έπειτα από την έκθεση αυτή τρία από τα έργα του Γκόρκι περιλήφθηκαν σε αρκετές εκθέσεις μουσείων. Το 1935 πέτυχε ακόμη μεγαλύτερη αναγνώριση με την εμφάνισή του στο Μουσείο Whitney της αμερικανικής τέχνης, σε μια έκθεση με τον τίτλο «Αφηρημένη ζωγραφική στην Αμερική», όπου εκτέθηκαν τέσσερα από τα έργα του.
Ο Αρσίλ Γκόρκι στο μέσο με άλλους καλλιτέχνες φίλους του, 1935. Το Μουσείο Whitney θα συνέχιζε να εκθέτει τα έργα του για τα επόμενα οκτώ χρόνια.
Στα χρόνια που ακολούθησαν έκανε πολλές εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένης και μιας ατομικής έκθεσης στη Στοά Τέχνης Συντεχνιών που εγκωμιάστηκε στη Νέα Υόρκη.
Αυτή την εποχή ζωγράφισε, επίσης, τους διάσημους πίνακές του, όπως «Ολονύχτιο», «Αίνιγμα» και «Νοσταλγία». Όταν συνάντησε την Άγκνες Μαγκρούντερ, μια εύπορη Αμερικανίδα, αυτός ήταν 40 ετών και αυτή μόλις 20. Όταν παντρεύτηκαν, ο Γκόρκι βρισκόταν στην παραγωγικότερη περίοδο της σταδιοδρομίας του. Από το 1941, που φιλοτέχνησε τη σειρά στον “Κήπο στο Σοτσί” και μέχρι το θάνατό του το 1948, ο Γκόρκι δημιούργησε αριστουργήματα όπως “Το λειρί του πετεινού” και “Ο καταρράκτης”.
Τον ενέπνεε πολύ το σπίτι της συζύγου του στο Κοννέκτικατ, που του θύμιζε τη χαμένη του πατρίδα. Ο Γκόρκι και η Άγκνες απέκτησαν δύο κόρες πριν από την τραγωδία που επέστρεψε ξανά στη ζωή του Γκόρκι.
Τον Ιανουάριο του 1946, το στούντιο του Γκόρκι κάηκε ολοσχερώς, καταστράφηκαν πολλά από τα έργα, τα σχέδια και τα βιβλία του Γκόρκι. Έναν μήνα αργότερα προσβλήθηκε από καρκίνο, πράγμα που τον εξόντωσε ψυχικά και τον σημάδεψε συναισθηματικά. Ακολούθησε ο χωρισμός του από την Άγκνες. Την ίδια εβδομάδα ο Γκόρκι είχε ένα σοβαρό αυτοκινητιστικό ατύχημα.
Συντετριμμένος σωματικά, συναισθηματικά και πνευματικά, προδομένος και αποξενωμένος από όλους όσους αγάπησε, αποσύρθηκε στο σπίτι του στο Κοννέκτικατ, όπου κρεμάστηκε στην αποθήκη στις 21 Ιουλίου του 1948.
Η τελευταία του φράση γράφτηκε με κιμωλία σε ένα κιβώτιο: “Αντίο, αγαπημένοι μου”.



Επιμέλεια: Αγαβνή Χανικιάν

Πηγή: armenika.gr

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι