Menu

Η ελβετική συμβολή στο αρμενικό ζήτημα

Γράφει ο Νικόλαος Λυγερός

Στο γαλλόφωνο κόσμο, αρκετά συχνά επικεντρωνόμαστε στην περίπτωση της Γαλλίας. Αν και αυτό είναι φυσιολογικό, δεν είναι αναγκαστικά εύστοχο για όλες τις περιπτώσεις. Όσον αφορά στο αρμενικό ζήτημα, ο νόμος του 2001 για την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων και η διαμάχη για την ποινικοποίηση της άρνησης της γενοκτονίας δίνουν την εντύπωση ότι όλα εξελίσσονται στη Γαλλία. Όμως, το αρμενικό ζήτημα -ακόμα και στο γαλλόφωνο χώρο- δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τη θέση της Γαλλίας στη διεθνή σκηνή. Θεωρούμε ότι θα ήταν πιο συνετό να οικοδομήσουμε όλη τη στρατηγική μας σε γερές βάσεις οι οποίες έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους μέσα στο χρόνο. Έτσι, ο ρόλος της Ελβετίας είναι παραδειγματικός. Αυτή η μικρή χώρα είναι ένας δεινός υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συχνά αναφερόμαστε στην ελβετική ουδετερότητα με κάποια συγκατάβαση, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή η ουδετερότητα έχει νόημα μόνο εφόσον διατηρεί μία θέση δυνατή. Η Ελβετία αποτελεί πρότυπο σε πολλά επίπεδα, και όχι μόνο συμβολικό, όπως η ελβετική φρουρά του Πάπα. Η επίδραση του Ερυθρού Σταυρού σ’ όλο τον κόσμο δεν χρήζει αποδείξεως. Όσο για τον ελβετικό στρατό και την αποτρεπτική του ικανότητα, αποτελούν πιστοποιημένα στρατιωτικά δεδομένα. Έτσι, δεν πρέπει να μας εκπλήττει το γεγονός ότι η Ελβετία έχει ήδη ψηφίσει την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων όπως και την ποινικοποίηση της μη αναγνώρισης. Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η Ελβετία βρίσκεται σ’ αυτόν τον τομέα πέραν του γαλλικού ορίζοντα. Κατά συνέπεια, μπορεί να εξυπηρετεί ως παράδειγμα την υλοποίηση της επινόησης. Διότι η διαδικασία διόρθωσης δεν έχει στόχο να καταστήσει συμβολική την αναγνώριση μιας γενοκτονίας. Η διαδικασία διόρθωσης αντιπροσωπεύει ένα σύνολο μέτρων που πρέπει να ληφθούν τα οποία δεν είναι κατ’ ανάγκη επαρκή για τα θύματα της γενοκτονίας, όμως είναι σίγουρα αναγκαία για τους επιζήσαντες της γενοκτονίας. Για να αποτρέψουμετους υποστηρικτές της μη αναγνώρισης οι οποίοι είναι ιδιαίτερα βίαιοι στη Γαλλία, δεν πρέπει ν’ αρκεστούμε σ’ έναν αγώνα σ’ αυτόν το χώρο. Αλλιώς, κινδυνεύουμε να πέσουμε σε μία κοινοτική διαμάχη. Αντιθέτως, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους Ελβετούς ότι είναι Αρμένιοι. Άρα είναι προτιμότερο να προωθήσουμε την ελβετική συμβολή για να δώσουμε μία συνοχή και μία αποτελεσματικότητα στο διαπραγματευτικό πλαίσιο. Η ελβετική θέση δεν έχει τίποτα το ακραίο. Βασίζεται αποκλειστικά στο πνεύμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η σκληρότητά της προέρχεται μόνο και μόνο από την ανάγκη να καταδικαστούν οι δήμιοι και να εξουδετερωθούν εκείνοι που θα επιχειρούσαν να διαπράξουν το ίδιο πράγμα με τρόπο έμμεσο, υποστηρίζοντας τη γενοκτονία της μνήμης. Η ελβετική συμβολή είναι ουσιαστική διότι επιτρέπει στα επιχειρήματά μας να γίνουν αδιαμφισβήτητα. Χωρίς να πέσουμε στις παγίδες των τεχνασμάτων που αναπτύσσονται από τα τουρκικά lobbies, μπορούμε να προβάλουμε την ελβετική θέση και να αντικρούσουμε τις ύπουλες επιθέσεις της προπαγάνδας τους. Το ελβετικό παράδειγμα βοηθά επίσης τους αδιάφορους να πεισθούν για το αρμενικό ζήτημα. Στο σύνολό τους, οι τελευταίοι θεωρούν ότι οι διεκδικήσεις μας είναι υπερβολικές. Ωστόσο, η γνώση των ελβετικών δεδομένων σ’ αυτόν τον τομέα, τους επιτρέπει να αντιληφθούν από μόνοι τους ότι οι διεκδικήσεις μας δεν είναι παρά υλοποιήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Θέτοντας το επίκεντρο του αγώνα μας επί του ελβετικού παραδείγματος, είναι δυνατόν να του προσδώσουμε μία βάση όχι μόνο πιο ουδέτερη αλλά κυρίως πιο πειστική για όσους δεν γνωρίζουν παρά μόνο εκ του μακρόθεν τη διαμάχη για τη γενοκτονία των Αρμενίων. Αυτό θα τους βοηθήσει να συνειδητοποιήσουν τον καθολικό χαρακτήρα του αρμενικού ζητήματος ως αγώνα εναντίον ενός εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας.
Διαβάστε περισσότερα...

Το αρμενικό βλέμμα

Γράφει ο Νικόλαος Λυγερός

Μετάφραση από τα γαλλικά: Κάτια Ρωσσίδου

Πώς να δούμε το αρμενικό βλέμμα μέσα σ' όλο αυτό το αίμα; Πώς ν' αντιληφθούμε τον πόνο του αοράτου; Γιατί να υποφέρουμε για τον άγνωστο; Γιατί να λυπηθούμε τον άγνωστο; Αυτά τα ερωτήματα αποδεικνύουν όχι μόνο τον πόνο που προκαλεί η αδιαφορία αλλά επίσης την αδιαφορία απέναντι στον πόνο.

Μέσα στη φύση της γενοκτονίας, υπάρχει ένα εγγενές φαινόμενο: η απώλεια της ταυτότητας των θυμάτων. Ακόμα και όταν ακούμε για τον πόνο, αυτός αποτελεί μια αφηρημένη έννοια διότι στερείται υλικής υπόστασης. Ανίκανοι να συλλάβουμε τη φρίκη, καταλήγουμε να σκεφτόμαστε ότι είναι προτιμότερο να θεωρήσουμε ότι δεν υπήρξε ποτέ. Αρχικά, αυτή η μη αποδοχή δεν είναι άρνηση, αλλά τελικά γίνεται, διότι δεν προβάλλουμε καμιά αντίσταση από την πλευρά μας. Είμαστε τα θύματα του ίδιου μας του απανθρωπισμού. Πώς, λοιπόν, να ενεργήσουμε απέναντι στο αρμενικό βλέμμα; Πώς να δούμε αυτές τις γραμμές χωρίς να πέσουμε στο σφάλμα να επιμένουμε να χαρακτηριζόμαστε «άνθρωποι», για να μην ενοχοποιηθούμε για την ανοησία της απραξίας μας;

Ωστόσο υπάρχουν και χειρότερα, διότι στο δρόμο του τρόμου αυτό είναι πάντα δυνατόν. Ακόμα και ο απόγονος των επιζώντων καταλήγει να μην κοιτάζεται πια στον καθρέφτη με το πρόσχημα ότι θέλει να ζήσει, ενώ αρκείται στο να υπάρχει. Δεν ενοχλεί πια κανένα με τον πόνο του για να μη γίνεται φορτικός. Έτσι καταλήγει να μη μιλά πια για την ιστορία του λαού του ούτε στα ίδια τα παιδιά του, για να μην τους προκαλεί ψυχικά τραύματα χωρίς να συνειδητοποιεί ότι συμβάλλει κι ο ίδιος, με τον τρόπο του, στην πιο στέρεη συνέχιση που μπορεί να υπάρχει, αυτήν της γενοκτονίας της μνήμης. Δεν μπορεί πια να σέβεται τα θύματα, τους επιζώντες, τους βλέπει ως όντα που πρέπει να ξεχαστούν για να ζήσουν ήσυχα. Να γιατί η αυτοκτονία του Primo Lévi παραμένει ακατανόητη γι' αυτόν. Να γιατί οι πράξεις των Αρμενίων τού φαίνονται ως επιβουλές για τη σεμνοτυφία της κοινωνίας που δεν είναι άλλη από αυτήν της λήθης και της αδιαφορίας. Αισθάνεται καλά και είναι ευτυχής διότι κι αυτός ο ίδιος έχει ξεχάσει το αρμενικό βλέμμα. Και μη γνωρίζοντας πλέον από τι συνίσταται, είναι ευχαριστημένος να παραμένει αδιάφορος.

Μόνο με το χρόνο και το θάνατο των προγόνων του, ακούει και πάλι τη φωνή της μνήμης που του δείχνει για πρώτη φορά το δρόμο της αντίστασης. Επιπλέον, ανακαλύπτει ότι τα ίδια του τα παιδιά έγιναν εν δυνάμει εχθροί διότι από 'δω και μπρος μπορούν να χειραγωγούνται από τους φανατικούς της λήθης οι οποίοι ποτέ δεν έπαψαν να εργάζονται προς την κατεύθυνση της συνέχισης της γενοκτονίας της μνήμης. Αντιλαμβάνεται ότι, άθελά του, είναι εύκολο να ανήκεις στην κοινωνία της λήθης και προπαντός πόσο δύσκολο είναι να ανήκεις στην ανθρωπότητα. Διότι μέσω της απώλειας του αρμενικού βλέμματος, συνειδητοποιεί ότι έχει χάσει επίσης το ανθρώπινο βλέμμα. Διαγράφοντας την αρμενοσύνη του, δήθεν για το καλό των παιδιών του, κατάντησε να έχει αποκτηνωθεί και να έχει μετατραπεί σ' αυτό για το οποίο κατηγορούνταν πάντα οι γενοκτόνοι.

Αυτή είναι η προβληματική και το σκεπτικό που θέτει το αρμενικό βλέμμα. Μας κατηγορεί με τον τρόπο του Emile Zola για συνεργασία με τους δημίους μας. Μόνο που έχουμε ακόμα τη δυνατότητα ν' αλλάξουμε διότι το έγκλημα δεν μπορεί να παραγραφεί.

Διαβάστε περισσότερα...

Περί ενός αρμενικού παραμυθιού

Γράφει ο Νικόλαος Λυγερός

Μετάφραση από τα γαλλικά: Κάτια Ρωσσίδου

Στην πρώτη ανάγνωση, τα αρμενικά παραμύθια πάντα μας εκπλήττουν. Δεν είναι τόσο το γεγονός ότι μας κυριεύουν που προκαλεί αυτή την έκπληξη, αλλά μάλλον η προσέγγιση της διήγησης. Τα αρμενικά παραμύθια αποτυπώνονται από μια βαρύτητα που τα καθιστά πολύ ανθρώπινα. Είναι δύσκολο να σκεφτούμε ότι έχουν επινοηθεί για παιδιά. Είναι πιο αληθοφανές να πούμε ότι το κοινό τους είναι στην πραγματικότητα όλος ο αρμενικός λαός. Γι’ αυτό μας συγκινεί τόσο η ανθολογία της φίλης μας Louise Kiffer που είναι ειδική για τα αγριολούλουδα. Και χωρίς αμφιβολία, είναι αλληλένδετα μεταξύ τους διότι τα αρμενικά παραμύθια είναι όπως τα αγριολούλουδα. Δεν τα βρίσκουμε σε κήπους γαλλικού ή αγγλικού τύπου. Είναι ελεύθερα και ανήκουν στην αρμενική φύση. Κι έτσι, πρέπει να πάμε να τα αναζητήσουμε επί τόπου, χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να τα βρούμε σε κάποιο γνωστό μέρος. Τα αρμενικά παραμύθια είναι επίσης μια μορφή διασποράς μέσα στην αρμενική λογοτεχνία. Κάθε συγγραφέας ήθελε να εμπλουτίσει την αρμενική πατρογονική κληρονομιά χωρίς να περιμένει ανταμοιβή. Το χαμόγελο, η χαρά και η έκπληξη των παιδιών αρκούν για την προσφορά του. Τα υπόλοιπα είναι περιττά. Γιατί πάνω απ’ όλα, το παραμύθι είναι ένα δώρο, ένα ανώνυμο δώρο. Αυτό είναι ένα από τα πιο βασικά του παράδοξα. Δημιουργείται σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο, αλλά ξεπερνά τους κανόνες για να απευθυνθεί στα βλαστάρια της ανθρωπότητας, τα παιδιά. Εξάλλου, ο Jacques Brel τα τραγούδησε τόσο όμορφα έστω κι αν έπρεπε να ακουστεί ο Charles Aznavour για να τα καταλάβουμε. Τα παιδιά είναι όλα τα ίδια, μόνο μετά, πολύ μετά... Γι’ αυτό είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί τα αρμενικά παραμύθια μάς αγγίζουν τόσο. Επειδή κάποιες λεπτομέρειες αρκούν για να μας συγκινήσουν. Όπως όταν βρισκόμαστε μπροστά στις δαντέλες μιας παραδοσιακής στολής. Είναι ο δικός μας τρόπος να ανακαλύπτουμε τη λήθη μιας πραγματικότητας; Είναι η μέθοδός μας για να αναζητούμε αυτή την πραγματικότητα που πέρασε; Ή μήπως είναι η συνείδησή μας για την αρμενοσύνη; Σε κάθε περίπτωση, η διήγηση δεν μπορεί να μας αφήσει αδιάφορους, λες κι αντλεί από τα σπλάχνα μας τους θησαυρούς της γης της πέτρας. Λες κι ο αφηγητής χαράσσει την ανθρώπινη φύση μας για να ανακαλύψει τον πλεγμένο σταυρό που είναι κρυμμένος μέσα μας. Μέσα στα αρμενικά παραμύθια, πρέπει να έχεις μεγάλα μαύρα μάτια για να μπορείς να κλαις μπροστά στα συναισθήματα των παιδιών. Έτσι ξαναβρίσκουμε μέσα μας την ψυχή του Papik και της Tatik την ώρα που διηγούνταν τις ιστορίες στους μικρούς που υπήρξαμε μέσα στο χρόνο. Γιατί είναι ακριβώς αυτό το αγκυροβόλημα μέσα στο χρόνο που μας χαρακτηρίζει. Αθώοι ή δίκαιοι, επιζήσαντες της διασποράς, έχουμε όλοι επίγνωση ότι παρά τη βούληση της υψηλής φρικαλεότητας, είμαστε πάντα εδώ, για να παράγουμε έργο για την ανθρωπότητα ενός λαού αλλά επίσης για το λαό της ανθρωπότητας. Είναι όλο αυτό το σύνολο που ξαναβρίσκουμε μέσα στην ψυχή του αρμενικού παραμυθιού και είναι αυτή την ψυχή που θέλαμε να τιμήσουμε με το παραμύθι Η Φωτεινή και ο Δράκος.

Διαβάστε περισσότερα...

Περί κομμένων λουλουδιών της Αρμενίας

Γράφει ο Νικόλαος Λυγερός

Μετάφραση από τα γαλλικά: Κάτια Ρωσσίδου

Όταν προσφέρονται λουλούδια στις γυναίκες, πόσες συνειδητοποιούν τη διαφορά ανάμεσα σ’ αυτά που έχουν κοπεί και σ’ αυτά που είναι σε γλάστρα; Στην πραγματικότητα, μέσα στην κοινωνία της λήθης και της αδιαφορίας, αυτό δεν έχει καμιά σημασία. Κι όμως, σε ανθρώπινο επίπεδο, η διαφορά είναι θεμελιακή διότι εστιάζεται στην ιδέα των ριζών. Δίχως τις ρίζες, τα λουλούδια είναι καταδικασμένα να πεθάνουν. Άρα αυτό που προσφέρεται είναι ο θάνατος. Από το 1894 έως το 1923, οι Αρμένιοι δεν ήταν παρά λουλούδια που τα είχε κόψει η βαρβαρότητα των ολοκληρωτικών καθεστώτων της Ανατολίας. Ήταν άραγε η μοναδική καλοσύνη της βαρβαρότητας; Κάθε γενοκτόνος πρόσφερε στη βάρβαρη κοινωνία του ένα μπουκέτο «αρμενικών λουλουδιών». Αυτό ήταν λοιπόν; Όχι βέβαια! Μερικοί τα έβλεπαν ως ζιζάνια που έπρεπε να ξεριζώσουν για να μην εξαπλωθούν στην οθωμανική κυριότητα. Γι’ αυτόν το λόγο, τα αγριολούλουδα της Αρμενίας τα τόσο πολύτιμα για την ακούραστη μας Louise, αποτελούν σημεία αντίστασης της αρμενοσύνης ενάντια στο κενό του πολιτισμού. Τα κομμένα αρμενικά λουλούδια είναι τα θύματα της γενοκτονίας, που προσπαθούμε μέχρι σήμερα ακόμα να αναγνωριστεί από τη διεθνή κοινότητα παρά την περιφρόνηση του τουρκικού καθεστώτος. Σίγουρα δεν του αρκούσε να τα κόψει. Ήθελε μόνο να τα κάνει λίπασμα, φυτική κοπριά. Μόνο που αυτά τα κομμένα λουλούδια παρ’ όλες τις προσπάθειες δεν έχουν σαπίσει με το χρόνο, διότι ο χρόνος είναι μαζί μας, όσο κι αν αυτό μπορεί να φαίνεται αδιανόητο. Διότι το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφεται, όχι μόνο για την ανθρωπότητα την οποία η βαρβαρότητα περιγελά, αλλά και για το διεθνές δίκαιο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι αυτά τα κομμένα λουλούδια που η βαρβαρότητα τούς έκοψε τη ζωή, αποφάσισαν να μην πεθάνουν στη μνήμη μας αναγκάζοντάς μας να καταδικάσουμε τους δήμιους. Ανήκουν στη συλλογική μας συνείδηση παρά τη βούληση της βαρβαρότητας της λήθης. Όπως τα αποξηραμένα λουλούδια, αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του διάκοσμου μας. Στοιχειώνουν τα σπίτια μας, όπως οι Khachkars τις πεδιάδες μας. Μας προστατεύουν από τους ίδιους τους εαυτούς μας και την ευκολία με την οποία ξεχνούμε το θάνατο για να ζήσουμε, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό είναι εντελώς αδύνατον για τα ανθρώπινα όντα. Διότι αυτό είμαστε πάνω απ’ όλα. Δεν μπορούμε να αρκούμαστε να είμαστε όντα κοινωνικά ή πολιτικά. Η ανθρωπότητα είναι πέρα από αυτές τις περιστασιακές λεπτομέρειες που δεν είναι παρά μόνο εφήμερες. Τα κομμένα αρμενικά λουλούδια δεν παύουν να επαναφέρουν στη μνήμη μας πως άλλοτε φύτρωναν στα χώματά μας. Έτσι η ίδια τους η ύπαρξη χιλιάδες λεύγες μακριά από την προέλευσή τους δεν μας δείχνουν τη λήθη ή την παρακμή ενός λαού δίχως μνήμη, αλλά την ύπαρξη μιας ιερής προγονικής γης που δεν μπορεί να ξεχάσει την ουσία των αρμενικών λουλουδιών. Διότι μοσχοβολά ακόμα το άρωμα της αρμενοσύνης παρά τη δυσωδία της βαρβαρότητας της λήθης.

Διαβάστε περισσότερα...

Αρμενικά ίχνη

Ποίημα του Νικόλαου Λυγερού

Πάνω στο βαθύ κόκκινο του πίνακα
δεν έβλεπαν όλοι τα αρμενικά ίχνη.
Μέσα σε τόσο αίμα
πώς να δουν το θύμα;
Κι όμως εσύ σιωπηλός
κοίταξες την ανθρωπιά
που δεν ξέχασε
πώς να διαβάζει
τα σιδερένια γράμματα
της αρχαίας ιστορίας.

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι