Menu

Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια κατά την πανηγυρική θεία λειτουργία στον εορτάζοντα Αρμενικό Μητροπολιτικό Ναό Σουρπ Αστβατζατζίν

Και φέτος, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, μαζευτήκαμε στον Μητροπολιτικό Ναό Σουρπ Αστβατζατζίν με την ευκαιρία της γιορτής του Ναού της Παναγίας της Θεοτόκου. Ο ναός, του οποίου τον θεμέλιο λίθο κατάθεσε ο αείμνηστος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ’ στις 25 Σεπτεμβρίου 1976, μυρώθηκε και λειτούργησε για πρώτη φορά πριν από 29 χρόνια.

Με τη σημερινή ευκαιρία σας μεταφέρω, για ακόμη μια φορά, τα πιο βαθιά, ειλικρινή και θερμά αισθήματα αγάπης εκτίμησης και σεβασμού του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια. Τα αισθήματα αυτά αντανακλούν τις αληθινά αδελφικές σχέσεις μεταξύ των Αρμενίων και Ελληνοκυπρίων που αναπτύχθηκαν και εδραιώθηκαν στο πέρασμα του χρόνου και μέσα από κοινές προσπάθειες και κοινούς αγώνες. Που πήραν σάρκα και οστά από την πρώτη μέρα της άφιξης, στις Φοινικούδες της Λάρνακας, των πρώτων από τις χιλιάδες Αρμένιους πρόσφυγες το 1915, θύματα του κατατρεγμού και της απίστευτης γενοκτονίας στις αρχές του 20ού αιώνα. Των ανθρώπων που κατατρεγμένοι και διωγμένοι από τα σπίτια τους βρήκαν καταφύγιο και μια πρώτη ζεστή αγκαλιά στους απλούς ανθρώπους αυτού του τόπου που την πρόσφεραν απλόχερα από τα βάθη της καρδιάς τους.

Αποτελεί απλή και χειροπιαστή αλήθεια το γεγονός πως μια σειρά από κοινά χαρακτηριστικά ενώνουν τους λαούς μας και τους φέρνουν κοντά εδώ και εκατοντάδες χρόνια χωρίς να μας χωρίζει σχεδόν τίποτε. Δεν θα κουραστούμε να επαναλαμβάνουμε πως σας θεωρούμε αδελφούς, ισότιμους συμπολίτες στην ιδιαίτερη κοινή μας πατρίδα. Ούτε και είναι τυχαίο το γεγονός πως, σαν αποτέλεσμα των προνοιών των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου, η αρμενική κοινότητα της Κύπρου, με την ελεύθερη βούλησή της επέλεξε το 1960 να συμβαδίσει και να συμπορευθεί με την ελληνοκυπριακή κοινότητα.

Η Κύπρος και ο λαός της ήταν, είναι και θα είναι πάντα παρόντες στους σημαντικούς σταθμούς της ιστορίας των Αρμενίων. Παρόντες και συμπαραστάτες στις ώρες των αρνητικών και άσχημων ιστορικών στιγμών, αλλά μαζί και στις χαρές και τις επιτυχίες. Είναι για τούτο που δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο, και δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός πως η Κύπρος είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που υιοθέτησε Ψήφισμα για την αναγνώριση της γενοκτονίας, το 1982 μετά από πρωτοβουλία του Εκπροσώπου της Θρησκευτικής Ομάδας των Αρμενίων στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Από τη δική της πλευρά, η φιλοπρόοδη αρμενική κοινότητα στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων, με την επιμονή, την εργατικότητα και το ταλέντο των ανθρώπων της, αναδείχθηκε με πείσμα και ενάντια στις δυσκολίες σε ουσιαστικό παράγοντα προόδου και ευημερίας στον τόπο. Είναι κοινά τα αισθήματα περηφάνιας που μας πλημμυρίζουν όλους όταν Αρμένιοι συμπολίτες μας, μέσα από ένα μακρύ κατάλογο Αρμενίων κατοίκων της Κύπρου, ως ισχυροί οικονομικοί παράγοντες, άνθρωποι της επιστήμης, των γραμμάτων και των τεχνών βρίσκονται μεταξύ των πιο διακεκριμένων ανθρώπων αυτού του μικρού τόπου και τιμούν την Κύπρο και τον λαό μας και εδώ και στο εξωτερικό.

Αυτό ισχύει και για τις υπόλοιπες θρησκευτικές ομάδες της Κύπρου που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του κυπριακού λαού. Αποτελούν συστατικό μέρος την πολυπολιτισμικής μας κοινωνίας.

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κουλτούρας σας, όπως και όλων των άλλων θρησκευτικών ομάδων, εμπλουτίζουν την πολυπολιτισμική κουλτούρα του λαού μας. Σας διαβεβαιώνουμε ότι τα προβλήματα που απασχολούν τις θρησκευτικές ομάδες βρίσκονται πάντα στο κέντρο των προσπαθειών μας και τα αντιμετωπίζουμε με ιδιαίτερη φροντίδα. Θα έχουμε πάντα στο επίκεντρο των προσπαθειών μας τον σεβασμό και τη διατήρηση της ιδιαίτερής σας ταυτότητας.

Για το σκοπό αυτό, διατηρούμε και θα εξακολουθούμε να έχουμε την καλύτερη δυνατή συνεργασία με τους εκπροσώπους σας και τις θρησκευτικές σας Αρχές. Οφείλουμε όλοι να βρισκόμαστε συνέχεια σε ένα ανοικτό, ειλικρινή και έντιμο διάλογο και ανταλλαγή απόψεων. Οι παραγωγικές προσεγγίσεις, αλλά και εφικτές λύσεις στα προβλήματα είναι μόνο τότε δυνατές: όταν προέρχονται και είναι αποτέλεσμα ενός έντιμου, ανοικτού και με αμοιβαίο σεβασμό των απόψεων διαλόγου.

Καταλήγοντας, θέλω να σας διαβεβαιώσω, για ακόμη μια φορά, πως οι προσπάθειές μας για την επανένωση της πατρίδας μας και του λαού μας θα συνεχιστούν με επιμονή και καλή θέληση, αλλά και διεκδικητικότητα βασισμένη πάνω σε αρχές. Αυτό το αποδεικνύει περίτρανα και η στάση του Προέδρου της Δημοκρατίας στις τελευταίες συναντήσεις στη Νέα Υόρκη. Στοχεύουμε σε μια διζωνική, δικοινοτική ομόσπονδη Κύπρο με μια κυριαρχία, μια ιθαγένεια και μια διεθνή προσωπικότητα, την οποία θα χαρακτηρίζει η ενότητα των θεσμών της οικονομίας και των ίδιων των ανθρώπων της. Παραμένουμε προσηλωμένοι στους στόχους για τη δημιουργία μιας ειρηνικής, ενωμένης και ευημερούσας πατρίδας για όλους τους κατοίκους της ανεξάρτητα από την εθνοτική τους προέλευση. Η κυπριακή φιλόξενη γη μπορεί και είναι σε θέση να αγκαλιάσει με στοργή και αγάπη όλα τα παιδιά της Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμένιους και Λατίνους και να τους χαρίσει ευημερία και μια άνετη ειρηνική ζωή.

Το «Μαντάγ» αποτελεί, σαν γεύμα «Αγάπης», το αντίδωρο της παντοτινής αδελφικής μας σχέσης. Εύχομαι σε όλους υγεία, χαρά και ευτυχία.

Σημείωση: Το χαιρετισμό διάβασε, εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο Υφυπουργός παρά τω Προέδρω δρ Τίτος Χριστοφίδης.

Πηγή: Moi.gov.cy

Διαβάστε περισσότερα...

Καρογιάν: "H ιστορική αλήθεια για την Αρμενική Γενοκτονία πρέπει να καταγραφεί"

Με τη μνήμη να επιστρέφει στην Αρμενική Γενοκτονία, ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Μάριος Καρογιάν κάλεσε για μια ακόμη φορά τη διεθνή κοινότητα «να αναγνωρίσει επιτέλους το τρομερό και ατιμώρητο αυτό έγκλημα σε βάρος της ανθρωπότητας» και να αντιμετωπίσει πιο αποφασιστικά και αποτελεσματικά την τουρκική αλαζονεία και αδιαλλαξία, ώστε η Κύπρος να μετατραπεί σε τόπο ελευθερίας.

Στη σημερινή πανηγυρική θεία Λειτουργία στον εορτάζοντα αρμενικό Μητροπολιτικό Ναό «Σουρπ Αστβατζατζίν», ο κ. Καρογιάν τόνισε ότι «η ιστορική αλήθεια πρέπει επιτέλους να καταγραφεί και η δικαιοσύνη να επικρατήσει».

«Η Τουρκία, ο μεγάλος ένοχος, πρέπει να υποστεί τις συνέπειες του διαπραχθέντος εγκλήματος», συνέχισε ο Πρόεδρος της Βουλής, επισημαίνοντας πως «οι πονηρές μεθοδεύσεις της Αγκυρας τα τελευταία χρόνια για δήθεν ειρήνευση με την Αρμενία είναι πλήρως αναξιόπιστες και σαφώς υστερόβουλες».

«Πρόκειται για ενέργειες και πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην εξαπάτηση των Αρμενίων και στην παραχάραξη της Ιστορίας και ως τέτοιες απορρίπτονται από τον αρμενικό λαό» ανέφερε, προσθέτοντας ότι «όσα χρόνια και να περάσουν ο αγώνας μας για δικαιοσύνη και ελευθερία δεν θα σταματήσει».

«Διεκδικούμε το δίκαιό μας και παράλληλα αγωνιζόμαστε για τη δικαίωση του αγώνα της ιδιαίτερης πατρίδας μας Κύπρου», ανέφερε ακολούθως ο Πρόεδρος της Βουλής, για να επαναλάβει ότι «αγωνιζόμαστε για μια δίκαιη, λειτουργική και βιώσιμη λύση και καλούμε τη διεθνή κοινότητα να αντιμετωπίσει πιο αποφασιστικά και αποτελεσματικά την τουρκική αλαζονεία και αδιαλλαξία, ώστε η Κύπρος να μετατραπεί σε τόπο ελευθερίας, δημοκρατίας, δικαιοσύνης και ευτυχίας για όλους τους νόμιμους κατοίκους της, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμένιους και Λατίνους».

Ο κ. Καρογιάν, αποτίνοντας τον οφειλόμενο φόρο τιμής «προς τους προγόνους μας, που φορτίζουν και καθοδηγούν τη σκέψη και το λογισμό μας», είπε ότι η σημερινή μέρα υπενθυμίζει και αναδεικνύει για μια ακόμη φορά τον ηγετικό ρόλο που διαδραματίζει η αρμενική Εκκλησία στους αγώνες του αρμενικού λαού, και, στη δική μας περίπτωση, και στους επί μέρους αγώνες της αρμενικής κοινότητας της Κύπρου.

Πηγή: Sigmalive.com

Διαβάστε περισσότερα...

Θρησκευτική ελευθερία στην Τουρκία

Σε κάθε κοινωνία και πολιτικό σύστημα, το πραγματικό επίπεδο της δημοκρατίας και της ανοχής μετριέται με τη συμπεριφορά και τη στάση απέναντι στις μειονότητες. Κι όταν πρόκειται για την Τουρκία, αυτό αποκτά έναν πήχη παραπάνω.

Τα τελευταία 100 χρόνια οι μη μουσουλμάνοι της Τουρκίας ζούσαν υπό ένα συνεχή και ατέλειωτο φόβο. Πολλές φορές σφαγιάστηκαν, περιθωριοποιήθηκαν, εκδιώχθηκαν και έχασαν τα υπάρχοντά τους. Το τουρκικό οικοδόμημα άλλωστε στηρίχθηκε σε αυτούς τους διωγμούς και τις απελάσεις, προκειμένου να δημιουργήσει τη δική του ταυτότητα. Η νοοτροπία -το αρχέτυπο δηλαδή που δημιούργησε όλη αυτή την αρνητική στάση απέναντι στους μη μουσουλμάνους της Τουρκίας- δεν είναι εύκολο να εξαλειφθεί. Ακόμη είναι νωπές οι μνήμες από τις δολοφονίες των 3 καθολικών ιεραπόστολων στη Μαλάτια και του Αρμένιου δημοσιογράφου Χραντ Ντινκ στην Κωνσταντινούπολη.

Η σημερινή κυβέρνηση στην Τουρκία, όταν ανέλαβε την εξουσία, πραγματοποίησε μία στροφή απέναντι στις μειονότητες. Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν σταδιακά από το 2002. Πολλοί χριστιανοί άρχισαν να διεκδικούν και να παίρνουν πίσω τις περιουσίες τους, με την αναθεώρηση των νόμων περί βακουφίων, τα μέλη των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων απέκτησαν εμπράγματα δικαιώματα και πολλοί περιορισμοί άρχισαν να καταργούνται μέσω νέων νόμων και πρακτικών, που υιοθετήθηκαν εις το όνομα της εναρμόνισης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σημαντική τομή καταγράφηκε, επίσης, και με την εξάρθρωση της Εργκενεκόν. Για κάποιους, ο στόχος ήταν η αποδυνάμωση του τουρκικού στρατού, αλλά η υπόθεση αυτή επέφερε οφέλη και στις μειονότητες. Η εξάρθρωση της Εργκενεκόν έδιωξε κατά μεγάλο ποσοστό τον τρόμο που βίωναν οι μειονότητες, καθώς έδωσε ένα ισχυρό χτύπημα στο βαθύ κράτος της Τουρκίας, το οποίο ήταν βασικά εκείνο που βρισκόταν πίσω από την άσκηση πίεσης στους μη μουσουλμάνους. Το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης δημιούργησε, επομένως, ένα πιο φιλικά προσκείμενο περιβάλλον απέναντι στις μειονότητες, σε σχέση με τις προηγούμενες πολιτικές εξουσίες, οι οποίες διέπονταν από τη νοοτροπία της εκδίωξης των «ξένων» Τούρκων πολιτών.

Η άλλη πλευρά του νομίσματος
Μέχρι στιγμής, έχουν παρουσιαστεί τα θετικά, τα οποία φυσικά είναι σπουδαία και σημαντικά. Ωστόσο, υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος για τις μειονότητες στην Τουρκία, η οποία δεν είναι και τόσο λαμπερή. Παρ' όλες τις θετικές αλλαγές, η πολιτική για τις μειονότητες στην Τουρκία δεν άλλαξε κατά τρόπο ριζικό και ρηξικέλευθο, όπως απαιτούνταν. Αυτή η κυβέρνηση, για παράδειγμα, δεν έχει κάνει κανένα βήμα προκειμένου να αναγνωρίσει την αρμενική ή τις άλλες τραγωδίες που βίωσαν οι μη μουσουλμάνοι στην Τουρκία. Παρά τις σποραδικές ενθαρρυντικές δηλώσεις του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δεν έχει υπάρξει καμία επίσημη καταδίκη των εγκλημάτων του παρελθόντος. «Η αναγνώριση των κτηνωδιών και η αντιμετώπιση της ιστορίας είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για μία ουσιαστική αλλαγή στην Τουρκία, όχι μόνο για τις μειονότητες, αλλά και για την εν γένει πολιτική ατμόσφαιρα», γράφει ο Ορχάν Κεμάλ Τζενγκίζ, πολιτικός αναλυτής της εφημερίδας «Ζαμάν». Η μη αναγνώριση ή η αποτυχία να δοθούν τα δικαιώματα που έχουν διεθνώς οι μειονότητες, αποδεικνύει ότι η πολιτική τους Τουρκίας δεν έχει ακόμη αλλάξει. Παρά τη σαφή αναφορά σε μη μουσουλμάνους στη Συνθήκη της Λωζάννης, η Τουρκία έχει επισήμως αναγνωρίσει μόνο την ελληνική, την εβραϊκή και την αρμενική ως μειονότητες. Οι άλλες μη μουσουλμανικές μειονότητες δεν αναγνωρίζονται από το νομικό σύστημα της Τουρκίας. Αλλά ακόμη και οι αναγνωρισμένες δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα και δεν υπάρχει κανένας νόμος που να ρυθμίζει τις υποθέσεις τους ή να αναγνωρίζει τους οργανισμούς τους.

Αντί, επομένως, για τη δημιουργία νέων νομικών μηχανισμών που να αναγνωρίζουν τους θρησκευτικούς θεσμούς των μειονοτήτων, η κυβέρνηση Ερντογάν προσπαθεί να λύσει κάποια προβλήματα με ντε φάκτο και προσωρινά μέτρα. Το τουρκικό κράτος, για παράδειγμα, συνεχίζει να επεμβαίνει στις εκλογές των Πατριαρχών ή να καθορίζει ποιες ευρωπαϊκές δικαστικές αποφάσεις θα εφαρμόζει και ποιες όχι. Όπως και οι προκάτοχοί της, έτσι και η κυβέρνηση Ερντογάν φαίνεται λοιπόν να προτιμά να διατηρήσει το καθεστώς, από το οποίο έχουν υποφέρει οι μη μουσουλμανικές μειονότητες, παρέχοντας περιστασιακά και κατ’ επιλογήν «παυσίπονα» μόνο σε προβλήματα που ανακύπτουν.

Άτυπες συμφωνίες αντί για νόμους
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η μυστική συμφωνία μεταξύ τουρκικής κυβέρνησης και Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία ήρθε στο φως μέσω ελληνικής εφημερίδας. Μπορούν άραγε τέτοια μέτρα να προάγουν τη θρησκευτική ελευθερία στην Τουρκία;

Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος κατέληξαν -σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Βήμα»- σε μία «μυστική συμφωνία». Αν και η πληροφορία θα πρέπει να διασταυρωθεί, ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική δομή στην Τουρκία και τη γνωστή πρακτική απέναντι στις μειονότητες, δεν αποτελεί καθόλου έκπληξη μία πιθανή άγραφη και μη ανακοινώσιμη συμφωνία. Η λεγόμενη «μυστική συμφωνία» περιλαμβάνει τα εξής:
1) Το Πατριαρχείο θα χρησιμοποιεί τον όρο «οικουμενικό» και η κυβέρνηση δεν θα επεμβαίνει.
2) Η κυβέρνηση Ερντογάν θα αναγνωρίσει εμμέσως «νομική προσωπικότητα» στο Πατριαρχείο, με την εφαρμογή της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την επιστροφή στο Φανάρι του Ορφανοτροφείου της Πριγκίπου.
3) Η ίδια κυβέρνηση θα δώσει την τουρκική υπηκοότητα σε μέλη της Ιεράς Συνόδου, προκειμένου να διευκολύνει την εκλογή νέου Πατριάρχη, όταν θα χρειαστεί.
4) Θα επαναλειτουργήσει η Σχολή της Χάλκης.

Πρώτα απ' όλα, ας επισημανθεί, ότι δεν υπάρχει η παραμική καχυποψία σχετικά με τη βούληση των δύο μερών για τη συμφωνία. Και οι δύο επιζητούν να λύσουν υπάρχοντα προβλήματα. Ωστόσο, μία τέτοια συμφωνία μόνο παροδική ανακούφιση μπορεί να δώσει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και τα χρόνια προβλήματά του.

Διότι, αν δεν υπάρχει καμία νομική ή ανοιχτή αναγνώριση των δικαιωμάτων και της οντότητας του Πατριαρχείου, αυτού του είδους οι «συμφωνίες» είναι πολύ εύκολο να καταρρεύσουν, όπως ένας πύργος στην άμμο, με την πρώτη πολιτική ένταση στην Τουρκία. Κάνοντας τα στραβά μάτια στη χρήση του όρου «οικουμενικός», δεν σημαίνει κι ότι τον αναγνωρίζει. Ο όρος «οικουμενικός» δεν είναι μόνο ένας τίτλος, αλλά ένα φερώνυμο του θεσμού που τον χρησιμοποιεί.

Επιστρέφοντας το ορφανοτροφείο, δεν αναγνωρίζεται άμεσα νομική προσωπικότητα στο Πατριαρχείο, καθότι η απόφαση του ΕΔΑΔ από μόνη της δεν καλύπτει το νομικό κενό που υπάρχει και αρνείται τη «νομική προσωπικότητα» σε θρησκευτικούς θεσμούς στην Τουρκία. Επιστρέφει μεν το κτίριο, αλλά αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι παρέχεται και νομική προσωπικότητα, εκτός αν γίνουν αλλαγές.
Αν επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, γιατί η κυβέρνηση περίμενε 8 χρόνια και δεν το έκανε από την ανάληψη της εξουσίας; Κι αν ανοίξει η Χάλκη, αυτόματα θα πρέπει η κυβέρνηση να επιτρέψει και σε άλλες μειονότητες να εκπαιδεύουν τον κλήρο τους σε παρόμοιες σχολές.

Η εκλογή θρησκευτικών ηγετών
ΕΝΑ άλλο παράδειγμα προσέγγισης των προβλημάτων με «παυσίπονα» ήταν και η πρόσφατη εκλογή Αρμένιου Πατριάρχη. Ο Μεσρόμπ Μουταφιάν ο Β’, ο οποίος είχε εκλεγεί από την αρμενική κοινότητα το 1998, αρρώστησε και κρίθηκε ακατάλληλος για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Η ασθένειά του δημιούργησε ένα κενό εξουσίας, το οποίο δημιούργησε σύγκρουση. Το νομικό πλαίσιο που διέπει την εκλογή Πατριάρχη, είτε πρόκειται για Αρμένιο, είτε για Ορθόδοξο κλπ., στην Τουρκία είναι ανύπαρκτο. Δεν υπάρχει κανένας νόμος, ούτε κανονισμός. Το μόνο νομικό κείμενο που ρυθμίζει το «καθεστώς» του Αρμένιου Πατριάρχη είναι ο Κανονισμός του 1863, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Αρμένιοι ακολουθούν τον κανονισμό, αλλά η απουσία σύγχρονου νόμου για περιπτώσεις που δεν καλύπτει ο κανονισμός του 1863, όπως ασθένεια Πατριάρχη, επέτρεψε την παρέμβαση της τουρκικής κυβέρνησης.

Η πρόσφατη κρίση ήταν, βέβαια, σταγόνα στον ωκεανό. Κατέδειξε πώς οι μειονότητες παίζουν το ρόλο του αβοήθητου, πώς στηρίζουν τη νομιμότητά τους μέσω της έγκρισης της εκάστοτε τουρκικής κυβέρνησης, από το να χρησιμοποιούν τα νομικά εργαλεία για να λύσουν το κάθε θέμα. Η παρέμβαση της τουρκικής κυβέρνησης στη διαμάχη διαδοχής του Αρμένιου Πατριάρχη μάλλον έκανε τα πράγματα χειρότερα, αφού παίρνοντας θέση κατέλυσε την υπόσταση του Αρμένικου Πατριαρχείου και την εξουσία να αποφασίζει το ίδιο για τα θέματά του.

Το περιστατικό αυτό έδειξε ότι ένας θρησκευτικός ηγέτης μιας μειονότητας εξαρτάται από την κυβέρνηση, η οποία δεν έχει καμία δουλειά, αφού δεν υπάρχει σχετικός νόμος, που να επιτρέπει την παρέμβασή της. Το χειρότερο, δε, είναι ότι έβγαλε στην επιφάνεια ένα «σχίσμα» στους κόλπους της αρμενικής μειονότητας.

Η τουρκική κυβέρνηση, αντί για «παυσίπονο», θα μπορούσε να καθορίσει με νόμο τα θέματα διαδοχής των Πατριαρχών. Αντί γι’ αυτό ακολούθησε την παλιά πρακτική, επεμβαίνοντας στην εκλογή Αρμένιου Πατριάρχη και προσπαθώντας να λύσει το πρόβλημα μέσω ντε φάκτο μέσων, χωρίς να δίνει στις κοινότητες δικαιώματα και νομική αναγνώριση. Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει. Πόσο αυτού του είδους οι συμφωνίες και τα μέτρα προάγουν την ελευθερία της θρησκείας στην Τουρκία κι αν παρέχουν ουσιαστικά οφέλη στις μειονότητες; Ούτε η κυβέρνηση, αλλά ούτε και τα Πατριαρχεία φαίνεται να θέλουν να παρατήσουν πραγματικά τις «ζώνες ασφαλείας» με τις οποίες λειτουργούν επί δεκαετίες. Η τουρκική κυβέρνηση θέλει να άρει κάποιους από τους περιορισμούς για τις μειονότητες, αλλά χωρίς κάποιο κόστος. Γι’ αυτό προσπαθεί να λύσει όλα τα προβλήματα με προσωρινά μέτρα, αλλά αυτά τα μέτρα μόνο πρόσκαιρη ανακούφιση δίνουν, από τη στιγμή που δεν οδηγούν σε νόμους και δεν συμβάλλουν στην αλλαγή της νοοτροπίας και της πολιτικής κουλτούρας, που είναι και η ρίζα των προβλημάτων των μειονοτήτων της Τουρκίας. Ακόμη και τα Πατριαρχεία δεν διεκδικούν τα δικαιώματά τους μέσω των νομικών οδών. Δεν προσφεύγουν εύκολα στα εσωτερικά δικαστήρια ή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Οι μόνες υποθέσεις για τις οποίες προσέφυγαν δικαστικά ήταν για την επιστροφή των καταπατημένων περιουσιών τους. Δεν διεκδικούν ή δεν προτείνουν την ψήφιση νόμων, που θα τους παρέχουν δικαιώματα και βιώσιμες λύσεις στα προβλήματά τους. Η λύση δεν είναι πύργοι στην άμμο, αλλά ένα νέο πολιτικό και νομικό πλαίσιο για τις μειονότητες, από τις οποίες και η τουρκική δημοκρατία μπορεί επίσης να επωφεληθεί.

Πηγή: Sigmalive

 

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι