Menu

Η Αρμενική Ναυ­σι­πλο­ΐ­α

Η Αρ­με­νί­α πα­ρό­λο που βρί­σκε­ται α­νά­με­σα σε τρεις υ­δά­τι­νες μά­ζες, τη Με­σό­γειο, τη Μαύ­ρη και την Κα­σπί­α θά­λασ­σα, δεν έ­χει πρό­σβα­ση σε λι­μά­νι. Στην πε­ριο­χή υ­πάρ­χουν τρεις λί­μνες, η Σε­βάν, η Ούρ­μια και η Βαν, ε­νώ υ­πάρ­χουν αρ­κε­τοί πλω­τοί πο­τα­μοί, εκ των ο­ποί­ων οι δυο πιο γνω­στοί εί­ναι ο Τί­γρης και ο Ευ­φρά­της. Θα ή­ταν λοι­πόν λί­γο ε­πί­φο­βο, να μι­λή­σου­με για αρ­με­νι­κή ναυ­σι­πλο­ΐ­α. Πα­ρό­λα αυ­τά, αρ­χαιο­λο­γι­κά ευ­ρή­μα­τα α­να­σκα­φών και υ­πο­βρύ­χιων ε­ρευ­νών στη λί­μνη Σε­βάν μαρ­τυ­ρούν το α­ντί­θε­το. Ε­πι­πλέ­ον, ση­μα­ντι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες για την αρ­με­νι­κή ναυ­σι­πλο­ΐ­α α­ντλού­με α­πό μνη­μεί­α, χει­ρό­γρα­φα, μι­κρο­γρα­φί­ες, πε­ρι­γρα­φές αρ­χαί­ων ι­στο­ρι­κών, πα­λιές ει­κό­νες και φω­το­γρα­φί­ες. Πα­ρα­κά­τω θα προ­σπα­θή­σου­με να α­να­φερ­θού­με με λί­γα λό­για στα ευ­ρή­μα­τα και τις πλη­ρο­φο­ρί­ες αυ­τές για του λό­γου το α­λη­θές.

Μο­ντέ­λο πλοί­ου α­πό τη νε­ο­λι­θι­κή ε­πο­χή

Το πα­λαιό­τε­ρο αρ­χαιο­λο­γι­κό εύ­ρη­μα που σχε­τί­ζε­ται με πλοί­α στην Αρ­με­νί­α εί­ναι το νε­ο­λι­θι­κό μο­ντέ­λο πλοί­ου, κα­τα­σκευα­σμέ­νο α­πό μαύ­ρο λί­θο, τον ο­νο­μα­ζό­με­νο ο­ψι­δια­νό. Α­να­κα­λύ­φθη­κε το 1992 στο χω­ριό Τα­λίν της Αρ­με­νί­ας. Το μή­κος του εί­ναι 265 mm και το πλά­τος του 175 mm. Το μο­ντέ­λο αυ­τό α­νά­γε­ται στην προ­κε­ρα­μι­κή πε­ρί­ο­δο της νε­ο­λι­θι­κής ε­πο­χής

Το ξύ­λι­νο πλοιά­ριο της λί­μνης Σε­βάν (1η χι­λιε­τί­α π.Χ.)

Τα πε­ρισ­σό­τε­ρα αρ­χαί­α πλοί­α της Αρ­με­νί­ας έ­χουν βρε­θεί στη λί­μνη Σε­βάν, μια ο­ρει­νή λί­μνη που βρί­σκε­ται στα 1.900 μέ­τρα πά­νω α­πό τη στάθ­μη της θά­λασ­σας. Στα μέ­σα της δε­κα­ε­τί­ας του 1940 ψα­ρά­δες τυ­χαί­α α­νέλ­κυ­σαν έ­να ξύ­λι­νο πλοιά­ριο μή­κους τεσ­σά­ρων μέ­τρων α­πό το βυ­θό της λί­μνης. Η κα­τα­σκευ­ή αυ­τού του πλοί­ου εί­ναι έ­να α­πό τα πρώ­τα βή­μα­τα της ναυ­πη­γι­κής και ε­κτί­θε­ται σή­με­ρα στο Ε­θνι­κό Μου­σεί­ο Ι­στο­ρί­ας της Αρ­με­νί­ας.

Ξύ­λι­νο πλοιά­ριο του JUZEVAN (9ος αιώ­νας π.Χ.)

Κα­τά τη δε­κα­ε­τί­α του 1970 ο αρ­χαιο­λό­γος Σ. Τσι­λι­γκι­ριάν α-­να­κά­λυ­ψε έ­να μο­ντέ­λο ξύ­λι­νου πλοια­ρί­ου στο χω­ριό Juzevan (νό­τια Αρ­με­νί­α). Το πλοιά­ριο βρέ­θη­κε στον τύμ­βο ε­νός ψα­ρά ε­νώ ί­χνη ψα­ριών στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή υ­πο­δη­λώ­νουν την ύ­παρ­ξη αρ­χαί­ων α­λιευ­τι­κών οι­κι­σμών. Πα­ρό­μοιος τύ­πος κε­ρα­μι­κού πλοί­ου του 6ου αιώ­να π.Χ. βρέ­θη­κε στην πε­ριο­χή Βαρ­τε­νίς (α­να­το­λι­κή α­κτή της λί­μνης Σε­βάν).

Κε­ρα­μι­κά βα­ρί­δια και ά­γκυ­ρες

Εί­δη πέ­τρι­νων και κε­ρα­μι­κών βα­ρι­δί­ων και ποι­κι­λό­μορ­φες ά­γκυ­ρες βρέ­θη­καν σε υ­πο­θα­λάσ­σιες έ­ρευ­νες και α­να­σκα­φές σε αρ­χαί­ους τά­φους και χρο­νο­λο­γού­νται στο 2000 π.Χ.. Τα βα­ρί­δια συ­νή­θως εί­χαν σχή­μα πιά­του, σφαί­ρας ή δα­χτυ­λι­διού και ή­ταν δια­κο­σμη­μέ­να. Αυ­τά τα εί­δη βα­ρι­δί­ων χρη­σι­μο­ποιού­νται α­κό­μη και στις μέ­ρες μας.

Σπη­λαιο­γρα­φί­α

Η ζω­γρα­φι­κή σε βρά­χους ή­ταν δια­δε­δο­μέ­νη στη πε­ριο­χή της λί­μνης Σε­βάν. Η πιο ση­μα­ντι­κή α­πει­κό­νι­ση πλοί­ου βρέ­θη­κε στην ο­ρο­σει­ρά Κε­γα­μά και α­να­φέ­ρε­ται ό­χι μό­νο στα πλοιά­ρια κα­θαυ­τά αλ­λά και στο ρό­λο τους σε θρη­σκευ­τι­κές τε­λε­τουρ­γί­ες. Ε­πί­σης πά­νω σε βρά­χους και σε πε­ρά­σμα­τα βου­νών γύ­ρω α­πό τη λί­μνη οι έ­μπο­ροι χά­ρα­ζαν α­στε­ρι­σμούς για να προ­σα­να­το­λί­ζο­νται.

Γρα­πτές πη­γές

Αρ­μέ­νιοι συγ­γρα­φείς του Με­σαί­ω­να εί­χαν συ­μπε­ρι­λά­βει στα έρ­γα τους πε­ρι­γρα­φές πλοί­ων της λί­μνης Σε­βάν. Ο αρ­μέ­νιος ι­στο­ρι­κός Χο­βα­νές Ντρα­σκα­να­γκε­τσί στο βι­βλί­ο του «Ι­στο­ρί­α της Αρ­με­νί­ας» κά­νει λό­γο για την κα­τα­σκευ­ή και την ε­ξέ­λι­ξη των τα­χύ­πλο­ων πλοια­ρί­ων.

Πλοιά­ρια στον Τί­γρη και στον Ά­νω Ευ­φρά­τη

Η πρώ­τη μαρ­τυ­ρί­α για πλοί­α στην πε­ριο­χή α­να­φέ­ρε­ται σε χετ-τι­τι­κές ε­πι­γρα­φές του 12ου αιώ­να π.Χ.. Α­πό τους προ­ϊ­στο­ρι­κούς χρό­νους έ­ως σή­με­ρα, στον Ευ­φρά­τη και στον Τί­γρη χρη­σι­μο­ποιού­νται σχε­δί­ες α­πο­τε­λού­με­νες α­πό δο­κούς δε­μέ­νες πά­νω σε δέρ­μα­τα ζω­ών.Ο Η­ρό­δο­τος μι­λά­ει για πλοιά­ρια α­πό δέρ­μα και ξύ­λο, κα­τα­σκευα­σμέ­να στην πε­ριο­χή του Ά­νω Ευ­φρά­τη στην Αρ­με­νί­α. Οι έ­μπο­ροι κα­τέ­βαι­ναν με αυ­τά το πο­τά­μι έ­ως τη Βα­βυ­λώ­να, που­λού­σαν το ε­μπό­ρευ­μά τους και τα ξύ­λι­να μέ­ρη του πλοια­ρί­ου στην ά­δεν­δρη Με­σο­πο­τα­μί­α και γυρ­νού­σαν πί­σω στην Αρ­με­νί­α α­πό την ξη­ρά με­τα­φέ­ρο­ντας τα δερ­μά­τι­να κα­λύμ­μα­τα του πλοια­ρί­ου πά­νω σε γα­ϊ­δού­ρια. Έ­πει­τα ο κύ­κλος ε­πα­να­λαμ­βα­νό­ταν.

Με­σαί­ω­νας

Έ­χουν δια­σω­θεί α­πει­κο­νί­σεις των πλοί­ων του πο­τα­μού Α­ράξ σε μι­κρο­γρα­φί­ες με­σαιω­νι­κών χει­ρο­γρά­φων. Εί­χαν έ­να ι­στί­ο και έ­να πα­νί.

Τα πλοιά­ρια της λί­μνης Βαν

Στον τοί­χο της εκ­κλη­σί­ας του Τι­μί­ου Σταυ­ρού στο μο­να­στή­ρι του νη­σιού Α­χτα­μάρ, στη λί­μνη Βαν α­πει­κο­νί­ζο­νται ε­μπο­ρι­κά και α­λιευ­τι­κά πλοιά­ρια.
Το τε­χνη­τό λι­μά­νι του βα­σι­λιά Γκα­γκίκ στο νη­σί Α­χτα­μάρ, μπο­ρού­σε να δε­χθεί με­γά­λο α­ριθ­μό πλοί­ων, ό­πως α­να­φέ­ρει ο ι­στο­ρι­κός του 10ου αιώ­να Τοβ­μάς Αρ­τζρου­νί. Κα­τά τον ι­στο­ρι­κό, πέ­τρες για το κτί­σι­μο του πα­λα­τιού του βα­σι­λιά με­τα­φέρ­θη­καν στο νη­σί με πλοί­α.

Πε­ρι­γρα­φές του Κρι­κόρ Να­ρε­γκα­τσί (951-1033)

Ο με­γά­λος αυ­τός αρ­μέ­νιος φι­λό­σο­φος και ποι­η­τής στο «Βι­βλί­ο της Ο­δύ­νης» δί­νει λε­πτο­με­ρή πε­ρι­γρα­φή ναυα­γί­ων στη λί­μνη Βαν.
Εί­ναι φα­νε­ρό ό­τι ο ί­διος εί­χε τα­ξι­δέ­ψει μ’ αυ­τά τα πλοί­α και ή­ταν ε­ξοι­κειω­μέ­νος με την κα­τα­σκευ­ή τους. Α­πό τις πε­ρι­γρα­φές συ­μπε­ραί­νε­ται ό­τι τα πλοί­α εί­χαν μή­κος εί­κο­σι με ει­κο­σι­πέ­ντε μέ­τρα, κα­τά­στρω­μα, ι­στί­ο με πα­νιά, κου­πιά και έ­ναν ει­δι­κό κλει­στό χώ­ρο φι­λο­ξε­νί­ας.

Αρ­με­νι­κό Βα­σί­λειο της Κι­λι­κί­ας (12ος αιώ­νας-14ος αιώ­νας)

Στο Αρ­με­νι­κό Βα­σί­λειο της Κι­λι­κί­ας, στη νο­τιο­α­να­το­λι­κή α­κτή της Με­σο­γεί­ου, υ­πήρ­χαν του­λά­χι­στον πέ­ντε δια­φο­ρε­τι­κά εί­δη πλοί­ων που ή­ταν σε χρή­ση.
Στην κα­τα­σκευ­ή των πλοί­ων εί­ναι φα­νε­ρή η ε­πί­δρα­ση των πλοια­ρί­ων της λί­μνης Βαν, α­κρι­βώς ε­πει­δή ε­κεί­νη την ε­πο­χή έ­να με­γά­λο με­τα­να­στευ­τι­κό κύ­μα με­τα­κι­νή­θη­κε α­πό το Βαν προς το Βα­σί­λειο της Κι­λι­κί­ας.
Το Βα­σί­λειο της Κι­λι­κί­ας εί­χε ε­μπο­ρι­κό στό­λο ο ο­ποί­ος α­νέ­πτυ­ξε ε­πι­κοι­νω­νί­α με κο­ντι­νούς και α­πο­μα­κρυ­σμέ­νους γεί­το­νες γύ­ρω α­πό τη Με­σό­γειο. Κα­τά συ­νέ­πεια α­να­πτύ­χθη­κε έ­νας τύ­πος πλοί­ων που ή­ταν συν­δυα­σμός με­σο­γεια­κών πλοί­ων και πλοια­ρί­ων της λί­μνης Βαν.
Με­σαιω­νι­κά χει­ρό­γρα­φα κα­θώς και α­να­φο­ρές α­πό ι­στο­ρι­κούς και ε­ξε­ρευ­νη­τές μας δί­νουν πλη­ρο­φο­ρί­ες για τα πλοί­α της ε­πο­χής ε­κεί­νης. Ο Μάρ­κο Πό­λο γρά­φει πως ο βα­σι­λιάς της Αρ­με­νί­ας Λε­βόν ο Γ΄ δώ­ρι­σε σ’ ε­κεί­νον και τον πα­τέ­ρα του μια γα­λέ­ρα που εί­χε κα­τα­σκευα­στεί ειδικά γι’ αυ­τούς.

“Shama” ο νό­μος πε­ρί πα­ρεκ­κλί­σε­ως α­πό το θα­λάσ­σιο δί­καιο

Η ε­πί­δρα­ση του νό­μου αυτού που υ­ιο­θε­τή­θη­κε α­πό το βα­σι­λιά της Κι­λι­κί­ας το 1184 μ.Χ., υ­πήρ­ξε κα­τα­λυ­τι­κή για την α­νά­πτυ­ξη του θα­λάσ­σιου ε­μπο­ρί­ου. Ο νό­μος αυ­τός υ­πο­χρέ­ω­νε την ε­πι­στρο­φή πλοί­ων και ε­μπο­ρευ­μά­των στους ι­διο­κτή­τες τους και τη βο­ή­θεια σε πε­ρί­πτω­ση ναυα­γί­ου στη θά­λασ­σα του βα­σι­λεί­ου, κά­τι που δεν ί­σχυε για τις άλ­λες χώ­ρες της Με­σο­γεί­ου. Το 1201 υ­πε­γρά­φη ει­δι­κή Συν­θή­κη με­τα­ξύ του Βα­σι­λεί­ου της Κι­λι­κί­ας, της Βε­νε­τί­ας και της Γέ­νο­βας «πε­ρί ε­πι­στρο­φής ναυα­γι­σμέ­νων πλοί­ων και ε­μπο­ρευ­μά­των» στους ι­διο­κτή­τες τους. Α­κό­μη και με­τά την κα­τά­λυ­ση του βα­σι­λεί­ου το 1375 οι αρ­με­νι­κές α­ποι­κί­ες στη Με­σό­γειο συ­νέ­χι­σαν να ε­πι­δί­δο­νται στο θα­λάσ­σιο ε­μπό­ριο.

Αρ­με­νι­κές ναυ­τι­κές α­ποι­κί­ες

Σπου­δαί­ες ναυ­τι­κές α­ποι­κί-ες δη­μιουρ­γή­θη­καν στην Ιν­δί­α (Μα­ντράς, Βομ­βά­η, Καλ­κού­τα), την Ολ­λαν­δί­α (Άμ­στερ­νταμ) και την Κρι­μαί­α. Αρ­με­νι­κές ε­πι­γρα­φές και α­πει­κο­νί­σεις πλοί­ων στον κα­θε­δρι­κό του Α­γί­ου Μάρ­κου στη Βε­νε­τί­α και έ­νας α­ριθ­μός ε­μπο­ρι­κών συμ­φω­νιών και συν­θη­κών μαρ­τυ­ρούν τις δρα­στη­ριό­τη­τες των αρ­με­νί­ων ε­μπό­ρων στην πε­ριο­χή.

Χάρ­τες και ερ­γα­λεί­α

Ε­ρευ­νώ­ντας τα ναυ­τι­κά εργα­λεί­α μα­θαί­νου­με πολ­λά για την α­νά­πτυ­ξη της ναυ­τι­κής ι­στο­ρί­ας της Αρ­με­νί­ας.
Στο Μα­ντε­να­τα­ράν (Μου­σεί­ο Χει­ρο­γρά­φων και Ε­ρευ­νών στο Ε­ρε­βάν) υ­πάρ­χουν αρ­χαί­ες πε­ρι­γρα­φές που α­φο­ρούν τη χρή­ση του γνώ­μο­να, του τε­ταρ­το­κυ­κλί­ου και του α­στρο­λά­βου*.
Ο α­στρο­λά­βος ή­ταν έ­να α­πό τα πιο ση­μα­ντι­κά ερ­γα­λεί­α της αρ­χαιό­τη­τας. Υ­πάρ­χουν τέσ­σε­ρις γνω­στοί αρ­με­νι­κοί α­στρο­λά­βοι. Οι δύ­ο εί­ναι γραμ­μέ­νοι στην αρ­με­νι­κή και οι δύ­ο στην α­ρα­βι­κή γλώσ­σα. Ο πρώ­τος εί­ναι α­πό τους πιο πα­λιούς που υ­πάρ­χουν στον κό­σμο και α­νά­γε­ται στον 9ο αιώ­να. Α­πό τον δεύ­τε­ρο σώ­θη­κε μό­νο ο χάρ­της των ά­στρων και α­νή­κει στο 10ο μ.Χ. αιώ­να. Πε­ριέ­χει τα ο­νό­μα­τα δώ­δε­κα ζω­δια­κών α­στε­ρι­σμών κα­θώς και τα ο­νό­μα­τα των δε­κα­ε­φτά λα­μπρό­τε­ρων α­στε­ριών του βο­ρεί­ου η­μι­σφαι­ρί­ου.
Ο τρί­τος α­στρο­λά­βος του 15ου μ.Χ. αιώ­να κα­τα­σκευά­στη­κε α­πό τον αρ­μέ­νιο φυ­σι­κό Α­μιρ­ντο­βλάτ Α­μα­σια­τσί και σώ­ζε­ται αυ­τού­σιος σε ι­διω­τι­κή συλ­λο­γή.
Ο τε­λευ­ταί­ος του 17ου μ.Χ. αιώ­να κα­τα­σκευά­στη­κε α­πό τον Γου­γκάς Βα­ντε­τσί­ και βρί­σκε­ται σή­με­ρα στο Μου­σεί­ου του Α­στρο­φυ­σι­κού Κέ­ντρου Ε­ρευ­νών στο Πιου­ρα­γκάν, στην Αρ­με­νί­α.

*α­στρο­λά­βος –α­στρο­νο­μι­κό όρ­γα­νο που έ­δει­χνε το γω­νιαί­ο ύ­ψος του πο­λι­κού α­στέ­ρα πά­νω στον ο­ρί­ζο­ντα..

 

Βαρτενί Κασαπιάν

 

 

Πηγή: armenika.gr

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι