Menu

Ο Μεσρόπ Μαστότς και η επινόηση του αρμενικού αλφαβήτου

Από τα τέλη του 4ου αιώνα μέχρι τα μέσα και περισσότερο του 5ου αιώνα τοποθετείται μία από τις πιο δύσκολες και αποφασιστικής σημασίας περιόδους της ιστορίας του αρμενικού λαού, μία περίοδος που διαρκεί τρία τέταρτα του αιώνα.

Ένα σύντομο ιστορικό πλαίσιο

Τα πιο βαρυσήμαντα ιστορικά γεγονότα ή οι εξελίξεις αυτής της χρονικής περιόδου.
Οι πόλεμοι Περσίας-Βυζαντίου, με τους οποίους η χριστιανική Αρμενία που είναι υποτελής και σύμμαχος του Βυζαντίου, πρώτα καταπατείται κι έπειτα, μετά την ήττα των Βυζαντινών, το μεγαλύτερο μέρος της αφήνεται στην Περσία (γύρω στα 370 μ.Χ.).
Η διαίρεση της Αρμενίας και η απώλεια της ανεξαρτησίας της (ο τελευταίος βασιλιάς της δυναστείας των Αρσακιδών εκθρονίζεται το 428).
Στην Ανατολική Αρμενία ένταση των πιέσεων της ζωροαστρικής Περσίας, με σκοπό να αποκεφαλιστεί πολιτικά ο αρμενισμός, να διαλυθεί με άσκηση ιδεολογικής και θρησκευτικής βίας (αρχής γενομένης από τις διώξεις του Σαπόρ Β΄ (Σαμπούχ), τις οποίες πραγματοποίησε ο Μερουζάν Αρτζρουνί και με αποκορύφωμα τη μάχη του Αβαράιρ το 451 και τους ατελείωτους αμυντικούς πολέμους που ακολούθησαν).
Στη Δυτική (Βυζαντινή) Αρμενία δημιουργείται μια παρόμοια κατάσταση με διαφορετικό τρόπο: οι αρμένιοι κυβερνήτες -αργότερα και ο λαός- μεταναστεύουν σταδιακά προς την Καππαδοκία, την Κιλικία και πιο πέρα.
Αλλά παρόλα αυτά τα γεγονότα συναντάμε περιέργως νέα φαινόμενα θρησκευτικό αμυντικό αγώνα υπό το φως αυτού του φαινομένου αναπτύσσεται νέα εθνική αυτοσυνειδησία, πολιτιστική προσπάθεια και άνθηση, δηλαδή ό,τι ακριβώς είχαν ανάγκη η Αρμενία και ο αρμενισμός εκείνες τις κρίσιμες στιγμές.
Η επινόηση του αρμενικού αλφαβήτου και η δημιουργία εθνικής λογοτεχνίας γύρω στο 400 μ.Χ. αποτελούν το αποκορύφωμα αυτής της προσπάθειας.

Η κατάσταση που αντιμετώπισαν ο Mαστότς και οι συνεργάτες του

Η Αρμενία στις αρχές του προηγούμενου αιώνα είχε καθιερώσει το χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του κράτους (υπήρξε το πρώτο χριστιανικό κράτος). Με αυτό το καθοριστικής σημασίας βήμα, πιστοποιούσε το γεγονός ότι άνηκε στη Δύση, έστω και αν το Βυζάντιο θα γινόταν επισήμως ένα χριστιανικό κράτος μετά την Αρμενία.
Ωστόσο μετά το 370, καθώς το μεγαλύτερο τμήμα της Αρμενίας πέρασε κάτω από τον περσικό ζυγό, η Αρμενία περιήλθε σε μια άνευ προηγουμένου δεινή κατάσταση, ακόμη κι εάν οι αλλεπάλληλοι βασιλείς του Ντιζμπόν, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία και τον τρόπο διακυβέρνησής τους ασκούσαν απέναντί της πότε αυστηρή και πότε μετριοπαθή πολιτική. Οι πρωτοβουλίες στον τομέα του πολιτισμού θα αναλαμβάνονταν με μια ορισμένη ελευθερία στις φάσεις μετριοπαθούς διακυβέρνησης του κράτους. Συνάμα, τα οφέλη που προέκυψαν απ’ αυτές τις πρωτοβουλίες θα γίνονταν πηγή δύναμης για να αντιμετωπιστούν οι περίοδοι αυστηρότητας.
Τα βιογραφικά στοιχεία του Μεσρόπ Μαστότς δεν θα μας απασχολήσουν εδώ. Ξέρουμε ότι αρκετά νωρίς εγκατέλειψε το αξίωμα του παλατιανού στρατιωτικού κι έγινε ιερωμένος. Και με την πρώτη ευκαιρία, στην προσπάθειά του να κηρύξει το χριστιανισμό αντιλήφθηκε ότι η θρησκεία που είχε καθιερωθεί πριν ένα σχεδόν αιώνα δεν είχε κερδίσει μια θέση στον ψυχικό και πολιτιστικό βίο του αρμενισμού. Δεν ήταν άξιο απορίας από όλη την τελετουργία, που γινόταν στην ασσυριακή γλώσσα και εν μέρει στην ελληνική, ο λαός δεν καταλάβαινε τίποτα. Έτσι, ήταν μεγάλος ο κίνδυνος, με την ειδωλολατρική πίστη που επιβίωνε στην ψυχή του λαού, να υποκύψει στις περσικές πιέσεις και, ασπαζόμενος τον Mαζδαϊσμό (πυρολατρία) να χάσει και την εθνική του ταυτότητα. Η ιστορική και πολιτιστική συγκυρία ήταν τέτοια, που η διαφύλαξη της θρησκευτικής φυσιογνωμίας ταυτιζόταν άμεσα με τη διαφύλαξη της εθνικής ταυτότητας.

Τα γράμματα του Τανιέλ και το ζήτημα του αλφαβήτου στην εποχή πριν τον Μαστότς

Ο Μαστότς γρήγορα ένιωσε την ανάγκη να εξαρμενίσει τη νέα θρησκεία και να την εδραιώσει, δημιουργώντας χριστιανική γραμματεία σε μια ιδιαίτερη γλώσσα, δηλαδή προικίζοντας την ομιλούμενη αρμενική γλώσσα με γράμματα, να τη μετατρέψει σε γραπτή αρμενική. Σε αυτή την επιδίωξη βρήκε στενούς συνεργάτες τον καθολικό Σαχάκ Παρτέβ και τον βασιλιά των Αρμενίων Βραμσαμπούχ, οι οποίοι αμέσως τον ενθάρρυναν στα σχέδιά του. Ο βασιλιάς, μάλιστα, τον ενημέρωσε ότι στο νότο της Αρμενίας, σε επαρχίες με μικτό αρμενο-ασσυριακό πληθυσμό, ένας επίσκοπος με το όνομα Τανιέλ είχε «αρμενικά γράμματα».
Ο Μαστότς ζήτησε να του φέρουν το «αλφάβητο» του Τανιέλ, το οποίο χρησιμοποιήθηκε πειραματικά από μια ομάδα ειδικά επιλεγμένων νέων για μερικά χρόνια («για δύο χρόνια», σύμφωνα με τον βιογράφο του Μαστότς, τον Γκοριούν). Αλλά ο Μαστότς και οι συνεργάτες του τελικά πείστηκαν ότι το πείραμα ήταν καταδικασμένο σε αποτυχία, γιατί εκείνα τα γράμματα δεν μπορούσαν να αντιπροσωπεύσουν το φωνολογικό σύστημα της αρμενικής είτε τους μεμονωμένους φθόγγους είτε τις διφθόγγους. Για ένα αντιπροσωπευτικό αλφάβητο έπρεπε να γίνει μία εκ βάθρων νέα δουλειά.
Από τα γράμματα του Τανιέλ δεν έχει διασωθεί σε μας ούτε ίχνος ούτε καμιά πληροφορία. Λέγεται μόνο ότι αυτά τα γράμματα είχαν χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν και είχαν εγκαταλειφθεί. Ενδεχομένως, εκείνα τα γράμματα
ήταν δάνεια από το ασσυριακό αλφάβητο, ίσως και ελαφρώς προσαρμοσμένα στους αρμενικούς φθόγγους.
είχαν προηγουμένως χρησιμοποιηθεί για το χριστιανικό κήρυγμα (δηλαδή είχαν ζωή περίπου ενός-ενάμιση αιώνα, όχι περισσότερη), αλλά μόνο στη νότια Αρμενία, στην επαρχία Αγτσνίκ, από μικτό, αρμενο-ασσυριακό και συχνά δίγλωσσο πληθυσμό.
παρά το γεγονός ότι όλοι γνώριζαν την ανάγκη για ένα αρμενικό αλφάβητο, τα γράμματα αυτά είχαν ήδη κριθεί ανεπαρκή και είχαν τεθεί στο περιθώριο, όταν ο Μαστότς ενδιαφέρθηκε γι’ αυτά.
Η άνθηση των επόμενων δεκαετιών και η υψηλή ποιότητα της αρμενικής του χρυσού αιώνα ώθησαν κάποιους επιστήμονες να υποστηρίξουν ότι, πριν τον Μαστότς και το αλφάβητό του, οι Αρμένιοι πρέπει οπωσδήποτε να είχαν ένα άλλο αλφάβητο. Κάποιοι έχουν συνδέσει αυτή την υπόθεση με τα γράμματα του Τανιέλ, θεωρώντας τα εκείνο το παλιό, «χαμένο» αλφάβητο. Άλλοι επιστήμονες θεωρούν αυτή την τελευταία υπόθεση αβάσιμη, γιατί
τα δείγματα προγενέστερης λογοτεχνίας που έχουμε, και είναι όλα δείγματα μιας προφορικής παράδοσης, μοιάζουν ήδη πολύ ως προς το λεξιλόγιο και τη σύνταξη με τ’ αρμενικά του χρυσού αιώνα που κατέγραψε ο Μαστότς.
οι προφορικές μεταφράσεις του Ευαγγελίου που γίνονταν επί έναν ολόκληρο αιώνα, αν δεν ήταν επαρκείς για να διαδώσουν το πνεύμα του στο λαό, έχουν οπωσδήποτε βοηθήσει στον καλλωπισμό της γλώσσας.
τους δυο-τρεις αιώνες πριν την επινόηση του αλφαβήτου από τον Μαστότς, όταν η Αρμενία είχε ήδη από αιώνες κρατική υπόσταση, σίγουρα είχαν γίνει προσπάθειες να καταγραφεί η αρμενική γλώσσα απευθείας με το ελληνικό ή με το περσικό ή με το ασσυριακό αλφάβητο.
Αυτές οι προσπάθειες δίνουν μια επαρκή εξήγηση για το επίπεδο καλλιέργειας της αρμενικής γλώσσας γύρω στα 400 και καθιστούν περιττή την υπόθεση για ύπαρξη αλφαβήτου πριν τον Μαστότς.

Αποφασιστικό βήμα, πρωτότυπη αναζήτηση

Αφού ο Μαστότς διαπιστώνει ο ίδιος προσωπικά ότι τα γράμματα του Τανιέλ ήταν ανεπαρκή και άχρηστα, πείθεται ότι η θεμελιώδης αυτή ανάγκη έχρηζε και μιας θεμελιώδους λύσης. Η συγκυρία ήταν από πολιτικής απόψεως κατάλληλη. Γύρω στο 400 το θρόνο του Ντιζμπόν κατέλαβαν διαδοχικά μερικοί μετριοπαθείς ηγέτες. Παρ’ όλα αυτά ο Μαστότς φέρθηκε με προσοχή. Αφού συνεννοήθηκε με το βασιλιά Βραμσαμπούχ και τον καθολικό Σαχάκ, πήρε μαζί του μερικούς μαθητές και μετέβη ο ίδιος στην Ασσυρία, όπου στις πόλεις Αμίδα και Έδεσσα (Ουρφά) διαδοχικά έγινε δεκτός από τους αρχιεπισκόπους των επαρχιών.
Η Ασσυρία βρισκόταν στην περσική ζώνη επιρροής, ενώ ως μια χριστιανική αρχή και ως ένας χριστιανικός πολιτισμός κατά κάποιον τρόπο αντιπαρετίθετο στο Βυζάντιο.
Πηγαίνοντας στην Ασσυρία αντί να πάει στο Βυζάντιο, ο Μαστότς προφύλασσε το εγχείρημά του από οποιοδήποτε ενδεχόμενο εμπόδιο θα προερχόταν από το Ντιζμπόν. Παράλληλα, όμως, για να μη στερηθεί πιθανές ωφέλειες που θα προέκυπταν από τις ελληνικές πηγές, μοίρασε επί τόπου τους μαθητές του σε δύο ομάδες και έβαλε τη μία να σπουδάσει την ασσυριακή γλώσσα και τον πολιτισμό και την άλλη την ελληνική. Ενώ ο ίδιος, παραμένοντας στις ίδιες περιοχές και κυρίως στην Έδεσσα, συνεχίζει την έρευνα για τη φωνολογία, το λεξιλόγιο και άλλους τομείς της αρμενικής.
Στην Έδεσσα μετά από συνεχείς τελειοποιήσεις κατέληξε σε ένα νέο αλφάβητο, που εξέφραζε όλους τους συνδυασμούς φωνημάτων και συλλαβών της αρμενικής.
Ένα αλφάβητο, η φωνολογική τελειότητα του όποιου προκαλεί μέχρι σήμερα την κατάπληξη και το θαυμασμό επιστημόνων (1) κάθε εθνικότητας. Η πάροδος περισσότερης από μιάμισης χιλιετηρίδας, οι τεράστιες αλλαγές που συντελέστηκαν σε κάθε τομέα δεν κατέστησαν απαραίτητη οποιαδήποτε σοβαρή μεταβολή στο σύστημά (2) της.
Αυτή η περίοδος εμπνευσμένης αναζήτησης που διήρκεσε μήνες ίσως και χρόνο στην αρμενική θρησκευτική παράδοση μετατράπηκε σε όραμα, στον ιερό μύθο για το θεϊκό χέρι που έγραψε πάνω στον τοίχο το αρμενικό αλφάβητο…
Έπειτα ο Μαστότς, αφού επεξεργάστηκε καλλιγραφικά το αλφάβητο στη γειτονική πόλη Σαμόσατα μαζί με έναν ειδικό ζωγράφο που ονομαζόταν Ρωφανός, επιστρέφει στην πρωτεύουσα Βαγαρσαμπάτ, όπου έγινε δεκτός με τιμές και μεγάλη χαρά.
Οι χρονολογίες που γίνονται δεκτές για τη δημιουργία του αλφαβήτου κυμαίνονται από το 392 μέχρι το 412, με πιο πιθανή το 406. Εξάλλου από τις πρώτες αναζητήσεις του Μαστότς μέχρι την οριστική διαμόρφωση του αλφαβήτου πρέπει να πέρασαν αρκετά χρόνια, μια δεκαετία, αν όχι παραπάνω.

Το έργο του διαφωτισμού μέσα και γύρω από την Αρμενία

Η μετέπειτα δραστηριότητα του Μαστότς, που δίνεται παρακάτω επιγραμματικά, αποδεικνύει ότι εκείνος αντιλαμβανόταν σε όλο το βάθος την έκταση του έργου του.- Χαίροντας πάντα της βοήθειας των σοφών συνεργατών του, προικίζει γρήγορα την ανατολική Αρμενία με ένα ολόκληρο δίκτυο σχολείων και εργαστήριων χειρογράφων. Οι μαθητές του αυξάνονται, γίνονται με τη σειρά τους γρήγορα δάσκαλοι και προετοιμάζουν μαθητές. Έπειτα αφοσιώνεται στη δημιουργία ενός αλφαβήτου για τους Αλβανούς (κατοίκους του σημερινού βορείου Αζερμπαϊτζάν) και για τους Γεωργιανούς, πεπεισμένος προφανώς ότι, ενισχύοντας στους γειτονικούς λαούς τη χριστιανική ταυτότητα και αυτοσυνειδησία, θα είχε ενισχύσει το μέτωπο και τα νώτα της Αρμενίας. Σε ένα τρίτο στάδιο, μετά από μια εικοσαετία, ο Μαστότς θα επεκτείνει τις δραστηριότητές του στη δυτική (βυζαντινή) Αρμενία, επωφελούμενος από μια πολύ ευνοϊκή συγκυρία στις περσο-βυζαντινές σχέσεις. Έχοντας μια επίσημη αίτηση ανά χείρας, θα μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη, θα γίνει δεκτός από τον αυτοκράτορα Θεόδοτο Β΄ κι έχοντας μια αντίστοιχη άδεια θα διαδώσει το νέο αρμενικό αλφάβητο και το δίκτυο των σχολείων από τον Μεγάλο Χάικ μέχρι τη Σοφηνή και πιο δυτικά. Ο δυτικός αρμενισμός που ζούσε διασκορπισμένος στην τεράστια έκταση της βυζαντινής Ανατολής και έπειτα ο αρμενισμός της Κιλικίας μ’ αυτό τον τρόπο θα κατακτήσουν μια τέτοια πολιτιστική οντότητα, μια τέτοια αυτοσυνειδησία, που θα ήταν αδιανόητη χωρίς αυτή την τεράστια προσπάθεια δημιουργίας γραπτού αρμενικού πολιτισμού.
Η επιβίωση του αρμενικού λαού ως ξεχωριστής εθνικο-πολιτιστικής οντότητας θα ήταν γενικώς αδύνατη χωρίς αυτό το ισχυρό όπλο που σφυρηλάτησε ο Μαστότς, χωρίς το αρμενικό αλφάβητο: ισχυρό και με την επιστημονική του αρτιότητα και με την ιδεολογική και ανθρώπινη-συναισθηματική του αποτελεσματικότητα. Ο αρμενισμός έναν ολόκληρο αιώνα είχε ζήσει κάτω από τη σκιά του ονόματος του χριστιανισμού, χωρίς όμως να τον αφομοιώσει πραγματικά. Ενώ το αρμενικό αλφάβητο και η συνακόλουθη εθνικο-πολιτιστική κίνηση μέσα σε 20-30 χρόνια θα αποκρυστάλλωναν τόσο πολύ την αρμενική ταυτότητα, που το 451 θα περνούσε επιτυχώς τις «εξετάσεις» του Αβαράιρ και έπειτα στο πέρασμα των αιώνων όλα τα αλλεπάλληλα Αβαράιρ της σκληρής ιστορίας του.

(1) Μια εκτίμηση του γλωσσολόγου Αντουάν Μεϊγέ: «Είναι πασιφανές ότι το αρμενικό αλφάβητο είναι ένα αριστούργημα. Κάθε φθόγγος του φωνολογικού συστήματος αντιπροσωπεύεται με ξεχωριστό γράμμα και το σύστημα είναι τόσο καλά θεμελιωμένο, που έχει δώσει στον αρμενικό λαό μια οριστική αντιπροσώπευση του φωνολογικού συστήματος, που έχει διασωθεί μέχρι σήμερα χωρίς καμία αλλαγή και χωρίς καμία ανάγκη για αλλαγή, γιατί ήταν τέλειο. Η λογοτεχνική γλώσσα που διαμορφώθηκε με τον πλούτο και την εκφραστικότητά της από τον καιρό της μετάφρασης του Ευαγγελίου έχει στηρίξει τον αρμενικό λαό, που της έχει μείνει πιστός».
(2) Γι’ αυτό το λόγο επίσης η επονομαζόμενη «σοβιετική» γραφή, που υιοθετήθηκε στην Αρμενία το 1922 για καθαρά πολιτικούς σκοπούς και κατά ένα μεγάλο μέρος διασώζεται μέχρι σήμερα, είναι ένα τεράστιο λάθος και μια αποτυχία.


Χαρουτιούν Κιουρκτζιάν

 

Πηγή: armenika.gr

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Η Αρμενική Ναυ­σι­πλο­ΐ­α Οι Αρμένιοι στην Κέρκυρα »

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι