Menu

Οι Αρμένιοι στην Κέρκυρα

Πριν αρκετά χρόνια, ξεφυλλίζοντας τα αρχεία του πατέρα μου βρήκα ένα ετήσιο ημερολόγιο του 1924, τυπωμένο στη Γαλλία από τον Τεοτίκ, ο οποίος καταγόταν από την Πόλη και ήταν μέλος της αρμενικής διανόησης της εποχής. Αναφέρεται στα πεπραγμένα των ετών 1922-1923, στα δύσκολα χρόνια της προσφυγιάς των Αρμενίων ανά τον κόσμο, μετά την Μικρασιατική καταστροφή, εποχή κατά την οποία δημιουργούνται οι μεγάλες αρμενικές κοινότητες σε Ευρώπη και Αμερική.
Εκτενής αναφορά γίνεται για τον αρμενισμό της Κέρκυρας.
Μεγάλος αριθμός προσφύγων εγκαταστάθηκε στο νησί, μαζί με πολλά ορφανοτροφεία, καθώς και δασκάλους και λόγιους της εποχής. Αυτοί οι άνθρωποι το 1923 περιόδευσαν το νησί, συνέλεξαν και κατέγραψαν την ιστορία των Αρμενίων από το 1550 μέχρι τη δεκαετία του 1920.

Έ­να ξε­χα­σμέ­νο αρ­με­νι­κό χω­ριό

32 χιλ. βό­ρεια της πό­λης της Κέρ­κυ­ρας βρί­σκε­ται το χω­ριό Αρ­με­νά­δες. Η ε­τοι­μο­λο­γί­α της λέ­ξης μας κί­νη­σε έ­ντο­νο εν­δια­φέ­ρον και μας ώ­θη­σε να μά­θου­με ε­άν οι κά­τοι­κοί του εί­χαν ό­ντως αρ­με­νι­κή κα­τα­γω­γή (α­να­φέ­ρεται στο βι­βλί­ο του Τε­ο­τίκ). Έ­τσι, προ­χω­ρη­μέ­νο φθι­νό­πω­ρο, μια ο­μά­δα δα­σκά­λων α­πό την πα­ροι­κί­α μας ε­πι­σκέ­φθη­κε το χω­ριό. Μας πλη­ρο­φό­ρη­σαν ό­τι η πα­λαιά αρ­με­νι­κή πα­ροι­κί­α ζού­σε λί­γο μα­κρύ­τε­ρα, στο ε­ξί­σου πα­λιό χω­ριό, Pα­χτά­δες. Σε αυ­τό συ­να­ντή­σα­με το δά­σκα­λο του χω­ριού κ. Σ. Κουρ­τε­λέ­ση, ο ο­ποί­ος μας ξε­νά­γη­σε και μας έ­δω­σε πο­λύ­τι­μες πλη­ρο­φο­ρί­ες. Οι μνή­μες του προ­έρ­χο­νταν α­πό μια πα­λιά ε­φη­με­ρί­δα που κυ­κλο­φό­ρη­σε και το σχε­τι­κό άρ­θρο το υ­πέ­γρα­φε ο κ. Δη­μή­τρης Κο­λά­σης.
«Το 1550, ε­ξαι­τί­ας της του­ρα­νι­κής θη­ριω­δί­ας, οι Αρ­μέ­νιοι μα­ζί με άλ­λους χρι­στια­νι­κούς πλη­θυ­σμούς α­πο­βι­βά­ζο­νται στις α­κτές της Κέρ­κυ­ρας. Οι πλού­σιοι Κερ­κυ­ραί­οι τους στέλ­νουν κα­τά ο­μά­δες στους ε­λαιώ­νες τους για να δου­λέ­ψουν. Με­τά α­πό κά­ποιο διά­στη­μα ό­λοι αυ­τοί οι πρό­σφυ­γες έ­στη­σαν τα νοι­κο­κυ­ριά τους στα μέ­ρη που βρέ­θη­καν και σι­γά-σι­γά ορ­γα­νώ­θηκαν σε χω­ριά και τα ονό-μασαν με τα ο­νό­μα­τα των τό­πων κα­τα­γω­γής τους: Αρ­κα­δά­δες (Αρ­κά­δες), Λια­πά­δες (Η­πει­ρώ­τες), Δου­κά­δες και Σκρι­πε­ρό (Αλ­βα­νοί), Σφα­κε­ρά (Κρή­τες) κ.ά.. Οι Αρ­μέ­νιοι αρ­χι­κά ί­δρυ­σαν το χω­ριό Αρ­με­νά­δες. Ό­ταν κά­ποια στιγ­μή βρέ­θη­καν σταυ­ρο­φό­ροι σε αυ­τά τα μέ­ρη, πα­ρέ­μει­ναν στα υ­ψώ­μα­τα των Ρα­χτά­δων, προ­σέ­λα­βαν τους Αρ­με­νίους των Αρ­με­νά­δων ως μι­σθο­φό­ρους. Με­τά την α­πο­χώ­ρη­ση των Σταυ­ρο­φό­ρων, οι Αρ­μέ­νιοι ε­γκα­τα­στά­θη­καν στα σπί­τια τους στους Ρα­χτά­δες.
Σ΄ αυ­τή την α­πο­μα­κρυ­σμέ­νη γω­νιά της Κέρ­κυ­ρας ζού­σαν ε­δώ και 5 αιώ­νες Αρ­μέ­νιοι και ή­μα­σταν οι πρώ­τοι που ε­πι­σκε­φθή­κα­με τον α­φο­μοιω­μέ­νο σή­με­ρα, αρ­με­νι­κό πλη­θυ­σμό. Με α­μοι­βαί­α συ­γκί­νη­ση κοι­τα­χτή­κα­με στα μά­τια. Ό­λοι, στα πλαί­σια των μα­κρι­νών πα­τριω­τι­κών και ε­θνι­κών τους κα­τα­βο­λών, κα­τέ­κτη­σαν μια θέ­ση στην καρ­διά μας. Μια ο­μά­δα γυ­ναι­κών, όρ­θιες α­φού μας ά­κου­σαν με με­γά­λη συ­γκί­νη­ση και προ­σο­χή να τρα­γου­δά­με τον ε­θνι­κό μας ύ­μνο, μας φι­λο­ξέ­νη­σαν στρώ­νο­ντας τρα­πέ­ζι με καρ­πούς των α­μπε­λιών τους και ε­δέ­σμα­τα των νοι­κο­κυ­ριών τους. Τα πα­τριω­τι­κά αι­σθή­μα­τα ή­ταν διά­χυ­τα, ό­λοι οι κά­τοι­κοι με υ­πε­ρη­φά­νεια ο­μο­λο­γού­σαν την αρ­με­νι­κή τους κα­τα­γω­γή. Το μό­νο λυπηρό ή­ταν, που με την πά­ρο­δο του χρό­νου εί­χαν χά­σει τη μη­τρι­κή τους γλώσ­σα...
Το χω­ριό των Ρα­χτά­δων βρί­σκε­ται α­κρι­βώς α­πέ­να­ντι α­πό τον Πα­ντο­κρά­το­ρα, στη δυ­τι­κή πλευ­ρά του νη­σιού, μια ώ­ρα μα­κριά α­πό τη θά­λασ­σα πά­νω σε έ­να πα­νέ­μορ­φο βρά­χο, α­πό τον ο­ποί­ο έ­χει πά­ρει και το ό­νο­μά του, που ση­μαί­νει «ψη­λή φω­λιά». Έ­χει 550 κα­τοί­κους α­πό τους ο­ποί­ους οι 350 εί­ναι Αρ­μέ­νιοι, ε­νώ οι υ­πό­λοι­ποι έ­χουν με­τοι­κί­σει α­πό τα δι­πλα­νά χω­ριά. Τε­λευ­ταί­α γί­νο­νται γά­μοι και α­πό πιο μα­κρι­νά χω­ριά. Οι κο­πέ­λες με­τά τα 25 πα­ντρεύ­ο­νται και α­κο­λου­θούν τους συ­ζύ­γους τους στις α­γρο­τι­κές α­σχο­λί­ες, κυ­ρί­ως α­μπε­λο­καλ­λιέρ­γειες, ε­λαιο­καλ­λιέρ­γειες και κτη­νο­τρο­φί­α. Έ­χουν και μί­α ο­λο­καί­νου­ργια εκ­κλη­σί­α α­φιε­ρω­μέ­νη στην Αγ. Βαρ­βά­ρα. Η πα­λαιά, που χρο­νο­λο­γεί­ται πριν α­πό κά­ποιους αιώ­νες, κά­η­κε α­πό κε­ραυ­νό μα­ζί με τα βι­βλί­α και τα αρ­χεί­α της κοι­νό­τη­τας που ή­ταν ό,τι πιο πο­λύ­τι­μο για ε­μάς. Το κη­πά­κι δί­πλα στην εκ­κλη­σί­α εί­ναι το νε­κρο­τα­φεί­ο του χω­ριού, με με­ρι­κές δε­κά­δες ξύ­λι­νους σταυ­ρούς. Η αυ­λή της πα­λιάς εκ­κλη­σί­ας χρη­σί­μευ­σε σαν σχο­λεί­ο του χω­ριού».
Ο πά­τερ Πα­να­γιώ­της, του ο­ποί­ου η φυ­σιο­γνω­μί­α μας θυ­μί­ζει χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά Αρ­μέ­νιου α­πό το Μους, μας εί­πε, ό­τι ο προ­η­γού­με­νος ιε­ρέ­ας πέ­θα­νε το 1912 και ή­ταν α­δελ­φός του Δα­μια­νού, του αρ­μέ­νιου δα­σκά­λου του χω­ριού. Συ­να­ντή­σα­με, ε­πί­σης, τον αρ­χι­ψάλ­τη, ο ο­ποί­ος ο­νο­μα­ζό­ταν Α­λέ­ξης Αρ­μέ­νης. Ή­ταν μια χού­φτα Αρ­μέ­νιοι που εί­χαν α­πό πο­λύ και­ρό ξε­χά­σει τη μη­τρι­κή τους γλώσ­σα, ζού­σαν μια ή­ρε­μη ζω­ή, άλ­λοι κτί­στες, οι πε­ρισ­σό­τε­ροι α­γρό­τες. Αυ­τοί οι α­πλοί άν­θρω­ποι φύ­λα­γαν σαν κό­ρη ο­φθαλ­μού κά­τι πο­λύ σπου­δαί­ο, τη «φω­νή του έ­θνους» την κα­τα­γω­γή τους.
Μας δι­η­γο­ύ­νται: «Το ό­νο­μα Αρ­μέ­νης, που εί­ναι το κυ­ρί­αρ­χο ε­πί­θε­το σ΄ αυ­τά τα δύ­ο χω­ριά, εί­ναι δη­μιούρ­γη­μα των κα­τοί­κων τους. Βλέ­πο­ντας να αλ­λοιώ­νε­ται το ε­θνι­κό τους στοι­χεί­ο, έ­θε­σαν ό­ρο στις κο­πέ­λες, ό­τι ε­άν πα­ντρευ­τούν με αλ­λο­ε­θνή, να κλη­ρο­δο­τή­σουν στα παι­διά τους σαν δεύ­τε­ρο ε­πί­θε­το το «Αρ­μέ­νης», ε­άν δεν το κά­νουν θα α­πο­κλη­ρω­θούν α­πό την οι­κο­γέ­νειά τους. Οι κο­πέ­λες σε­βά­σθη­καν και δια­τή­ρη­σαν την κο­ρυ­φαί­α ε­ντο­λή. Έ­τσι, γό­νος της γνω­στής κερ­κυ­ρα­ϊ­κής οι­κο­γέ­νειας των Βρα­ΐ­λα νυμ­φεύ­ε­ται Αρ­μέ­νια, η ο­ποί­α δί­νει το ό­νο­μα «Αρ­μέ­νης» στα παι­διά της, στον Ιω­άν­νη Βρα­ΐ­λα Αρ­μέ­νη και τον Πέ­τρο Βραΐ­λα Αρ­μέ­νη. Ο πρώ­τος για­τρός και συγ­γρα­φέ­ας, ο δε δεύ­τε­ρος προ­σω­πι­κό­τη­τα διε­θνούς φή­μης στον ο­ποί­ο α­ξί­ζει να α­να­φερ­θού­με. Εί­ναι α­πό­φοι­τος της φυ­σι­κής σχο­λής των Πα­ρι­σί­ων, σπού­δα­σε φι­λο­σο­φί­α στο Ιό­νιο Πα­νε­πι­στή­μιο της Κέρ­κυ­ρας. Δια­τέ­λε­σε πρέ­σβης της Ελ­λά­δος στο Πα­ρί­σι, στην Αγ. Πε­τρού­πο­λη και στο Λον­δί­νο, ό­που και πέ­θα­νε. Η σο­ρός του με­τα­φέρ­θη­κε στη γε­νέ­τει­ρά του και θά­φτη­κε σ΄ έ­ναν ε­πι­βλη­τι­κό τά­φο στο νε­κρο­τα­φεί­ο Κέρ­κυ­ρας.
Για να ε­ξι­χνιά­σου­με τα α­πο­μει­νά­ρια μιας πα­λιάς, ναυα­γι­σμέ­νης κοι­νό­τη­τας, πε­ρι­πλα­νη­θή­κα­με και σε άλ­λα μέ­ρη. Τριά­μι­σι χι­λιό­με­τρα α­πό την πό­λη, στο χω­ριό Πο­τα­μός μέ­σα στον ε­λαιώ­να και πά­νω σε έ­να λό­φο, βρί­σκε­ται έ­να αρ­με­νι­κό πα­ρεκ­κλή­σι ο Αγ. Νι­κό­λα­ος. Σή­με­ρα α­νή­κει σε δύ­ο οι­κο­γέ­νειες που φέ­ρουν το ό­νο­μα «Αρ­μέ­νης», εί­ναι οι μο­να­δι­κοί που υ­πάρ­χουν α­πό μια πα­ροι­κί­α που εί­χε δημιουργηθεί ε­κεί πα­λιά. Στο χω­ριό Γα­στού­ρι συ­να­ντή­σα­με τον Σω­κρά­τη Αρ­μέ­νη, ε­πί­τρο­πο στην εκ­κλη­σί­α, ο ο­ποί­ος με υ­πε­ρη­φά­νεια μας ο­μο­λό­γη­σε την αρ­με­νι­κή του κα­τα­γω­γή. Σε κά­θε γω­νιά του νη­σιού βρή­κα­με πολ­λούς οι ο­ποί­οι εί­χαν πα­ρα­μεί­νει Αρ­μέ­νιοι μό­νο στο ε­πί­θε­το. Ό­λοι τους μα­ζί με τη μη­τρι­κή τους γλώσ­σα, εί­χαν χά­σει τις πα­ρα­δό­σεις, τα ή­θη και τα έ­θι­μά τους.

Η αρ­με­νι­κή πα­ροι­κί­α στην πό­λη της Κέρ­κυ­ρας

Ο πυ­ρή­νας της νέ­ας αρ­με­νι­κής πα­ροι­κί­ας στην πό­λη, εί­χε δη­μιουρ­γη­θεί πριν α­πό 16 χρό­νια α­πό τους α­δελ­φούς Μαρ­κο­σιάν και τον Μπο­γός Τζα­ρου­κιάν α­πό το Κε­μάχ. Στο κε­ντρι­κό­τε­ρο ση­μεί­ο της πό­λης εί­χαν ερ­γα­στή­ριο κα­φέ και υ­πήρ­ξαν το στή­ριγ­μα των συ­μπα­τριω­τών τους προ­σφύ­γων, οι ο­ποί­οι κα­τέ­φθα­σαν τους μή­νες Νο­έμ­βριο και Δε­κέμ­βριο 1922, με­τά τη Μι­κρα­σια­τι­κή κα­τα­στρο­φή. Υ­πο­λο­γί­ζο­νται πε­ρί­που 3.000 ά­το­μα, κα­τά τα 2/3 γυ­ναι­κό­παι­δα, χω­ρίς να λο­γα­ριά­σου­με τον α­ριθ­μό των ορ­φα­νών. Προ­έρ­χο­νταν κυ­ρί­ως α­πό τις πό­λεις Ακ­σέρ, Κό­νια και Και­σα­ρεί­α. Ο α­ριθ­μός των χρι­στια­νών ε­ξό­ρι­στων, οι ο­ποί­οι έ­φθα­σαν στην Κέρ­κυ­ρα α­πό την τουρ­κι­κή εν­δο­χώ­ρα και τον Πό­ντο, αρ­χι­κά ή­ταν 22.000. Πα­ρέ­μει­ναν πε­ρί­που 17.000, ε­νώ 5.000 έ­φυ­γαν για τη Θεσ­σα­λί­α, α­νά­με­σά τους και 400 Αρ­μέ­νιοι. Οι αρ­χές πα­ρε­χώ­ρη­σαν α­νά οι­κο­γέ­νεια 20-40 τ.μ. γης για να α­σχο­λη­θούν με τη γε­ωρ­γί­α. Οι δι­κοί μας ή­ταν σκορ­πι­σμέ­νοι στις συ­νοι­κί­ες της πό­λης, στο χω­ριό Πο­τα­μό, κά­ποιες οι­κο­γέ­νειες σε μα­κρυ­νά χω­ριά ό­πως οι Συ­να­ρά­δες, ή­ταν έ­τοι­μοι για ό­λες τις βα­ριές ερ­γα­σί­ες ό­μως α­ντι­μετώ­πι­σαν την α­δια­φο­ρί­α και την άρ­νη­ση των ντό­πιων για ο­ποια­δή­πο­τε ερ­γα­σί­α.
Αρ­κε­τοί έ­χα­σαν τη ζω­ή τους α­πό τις κα­κου­χί­ες και την τα­λαι­πω­ρί­α. Πά­ντως θα μας μεί­νει α­ξέ­χα­στη η πε­ρί­θαλ­ψη και η φι­λο­ξε­νί­α την ο­ποί­α ε­πέ­δει­ξε στα δύ­ο έ­θνη, χω­ρίς κα­μί­α διά­κρι­ση, ο δή­μαρ­χος Ν. Φαρ­μά­κης.

Φι­λαν­θρω­πι­κά ι­δρύ­μα­τα

Ο Α­με­ρι­κα­νι­κός Ε­ρυ­θρός Σταυ­ρός με επι­κε­φα­λής τον Δρ. Γκο­ντέ­φρεϊγ, υ­πήρ­ξε ο πρώ­τος α­ρω­γός των αρ­με­νί­ων προ­σφύ­γων. Mε τη βο­ή­θειά του μοι­ρά­στη­καν τρό­φι­μα και φάρ­μα­κα. Στο τέ­λος του κα­λο­και­ριού του1924, ο Δρ. Γκο­ντέ­φρειγ με­τα­βί­βα­σε τις δρα­στη­ριό­τη­τές του στα το­πι­κά φι­λαν­θρω­πι­κά ι­δρύ­μα­τα.

Η αγ­γλι­κή Φι­λι­κή Ε­ται­ρεί­α

Διευ­θύ­ντριά της η δις Μπέρτζες, μια νε-α­ρή δρα­στή­ρια Αγ­γλί­δα με φι­λαν­θρω­πι­κή δρά­ση στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, φί­λη των Αρ­με­νί­ων. Το 1922 έ­φυ­γε μα­ζί με εί­κο­σι νε­α­ρές Αρ­μέ­νιες, σπου­δά­στριες οι­κο­τε­χνί­ας του Μί­τσεν Χά­ουζ της Πό­λης, τις ε­γκα­τέ­στη­σε σε μί­α βί­λα στο χω­ριό Α­λε­πού της Κέρ­κυ­ρας ό­που, υ­πό τη διεύ­θυν­ση της δις Κρι­στίν, συ­νέ­χι­σαν τις σπου­δές τους, ε­νώ πα­ράλ­λη­λα συμ­με­τεί­χαν στη φι­λαν­θρω­πι­κή δρά­ση του ι­δρύ­μα­τος. Το Μί­τσεν Χά­ουζ ε­γκα­τα­στά­θη­κε στην πε­ριο­χή της Γα­ρί­τσας. Ε­κεί, τις Κυ­ρια­κές, κή­ρυτ­τε ο πά­στο­ρας Ο­βα­νές Τζε­τζι­ζιάν και η δις Μπέρτζες της οποίας η ο­μι­λί­α για τη συν­θή­κη της Λω­ζά­νης προκάλεσε μεγάλη αίσθηση.
Πα­ράλ­λη­λα με τα φι­λαν­θρω­πι­κά ι­δρύ­μα­τα λει­τουρ­γού­σαν στο νη­σί και αρ­κε­τά ορ­φα­νο­τρο­φεί­α αρ­ρέ­νων και θη­λέ­ων υ­πό αγ­γλι­κή και α­με­ρι­κά­νι­κή διεύ­θυν­ση, τα ο­ποί­α κυ­ριο­λε­κτι­κά έ­σω­σαν τα Αρ­με­νό­παι­δα α­πό τη θη­ριω­δί­α. Στα ορ­φα­νο­τρο­φεί­α αυ­τά δί­δα­ξαν με­γά­λοι δά­σκα­λοι και λό­γιοι που ε­πέ­ζη­σαν της κα­τα­στρο­φής, δί­νο­ντας μόρ­φω­ση υ­ψη­λού ε­πι­πέ­δου για την ε­πο­χή, καλ­λιερ­γώ­ντας το πα­τριω­τι­κό φρό­νη­μα και δίνοντάς τους ε­φό­δια για τη ζω­ή.

Lord Major’s foundation

Με­τέ­φε­ραν 750 ορ­φα­νά α­γό­ρια και κο­ρί­τσια υ­πό την προ­ε­δρί­α του Δρ. Κέ­νε­ντυ. Στο ορ­φα­νο­τρο­φεί­ο αρ­ρέ­νων διευ­θυ­ντής εί­ναι ο Σερ Ρό­μπερ­τ Κρέβ­σι, ε­νώ παι­δα­γω­γός του σχο­λεί­ου ο λό­γιος και μου­σι­κο­λό­γος, Κε­βόρ­κ Γκαρ­βα­ρέ­ντς, που διε­τέ­λε­σε διευ­θυ­ντής για ο­κτώ μή­νες και τον δια­δέ­χτη­κε ο κα­θη­γη­τής Σ. Χα­τσα­ντου­ριάν. Τα κο­ρί­τσια φοι­τούν στο σχο­λεί­ο υ­πό τη διεύ­θυν­ση της κας Φέν­ζι και δι­δά­σκο­νται α­πό την κα Ντι­ρα­τσιάν. Πα­ράλ­λη­λα ο Μ. Φρε­ντ ί­δρυ­σε τε­χνι­κές σχο­λές στα πρό­τυ­πα των α­με­ρι­κα­νι­κών τε­χνι­κών σχο­λών υ­πο­δη­μα­το­ποιών, ρα­πτών, ε­πι­πλο­ποι­ών ό­που δι­δά­σκο­νται και δου­λεύ­ουν τα ορ­φα­νά. Ο πρό­ε­δρος αυ­τής της ορ­γά­νω­σης διέ­θε­σε στη διάρ­κεια του χει­μώ­να, τρό­φι­μα και ρου­χι­σμό α­ξί­ας 500 στερ­λι­νών σ΄ αυ­τούς που εί­χαν α­νά­γκη.

Fabre boys home

Εί­ναι το μι­κρό ορ­φα­νο­τρο­φεί­ο α­πό το Σκού­τα­ρι με 16 ορ­φα­νά, που ό­πως και τα άλ­λα ι­δρύ­μα­τα α­πο­μα­κρύν­θη­κε α­θό­ρυ­βα α­πό την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη ό­ταν ξέ­σπα­σαν ε­κεί οι πο­λι­τι­κές τα­ρα­χές. Ε­πι­κε­φα­λής η κα Νο­ε­μί και ο διευ­θυ­ντής του σχο­λεί­ου Α­γκόπ Α­λο­τζιάν. Αυ­τή η φι­λαρ­μέ­νια και αρ­με­νο­μα­θής Αγ­γλί­δα ε­γκα­τα­στά­θη­κε στην Κέρ­κυ­ρα και πα­ράλ­λη­λα με τη φρο­ντί­δα των ορ­φα­νών, ε­πί ο­κτώ μή­νες συ­νε­χώς έ­φτια­χνε σού­πα και τη μοί­ρα­ζε στις προ­σφυ­γι­κές οι­κο­γέ­νειες που ή­ταν σκορ­πι­σμέ­νες α­πό το Μα­ντού­κι μέ­χρι τη Βίλ­λα Γιάν­νη.
Ο Ια­νουά­ριος του 1923 εί­ναι η δυ­σκο­λό­τε­ρη πε­ρί­ο­δος για τα ορ­φα­νά της στην Κέρ­κυ­ρα, ο­πό­τε και η κα Νο­ε­μί υ­ιο­θέ­τη­σε σχε­δόν ό­λα τα ορ­φα­νά.
Κα­τά τον Αύ­γου­στο, ό­ταν και έ­φυ­γε για την Ευ­ρώ­πη, στα­μά­τη­σε τις δρα­στη­ριό­τη­τές της.

Ερ­γο­στά­σιο τα­πη­τουρ­γί­ας

Ε­κτός α­πό την πε­ρίθαλ­ψη και τη μόρ­φω­ση των ορ­φα­νών Αρ­με­νο­παί­δων, οι διε­θνείς ορ­γα­νώ­σεις φρό­ντι­σαν στο μέ­τρο του δυ­να­τού και για την ερ­γα­σια­κή α­πο­κα­τά­στα­ση των προ­σφύ­γων. Έ­τσι ι­δρύ­ε­ται έ­να και­νού­ργιο ερ­γο­στά­σιο τα­πη­τουρ­γί­ας στην πε­ριο­χή του Μα­ντου­κιού που κό­στι­σε 4.000 στερ­λί­νες. Το ί­δρυ­σαν ο πρό­ξε­νος της αγ­γλι­κής πρε­σβεί­ας στην Κέρ­κυ­ρα ο Τζ. Γκρέιβς και ο Μάρ­κος Κε­σι­σιάν έ­νας γνω­στός φαρ­μα­κο­ποιός α­πό το α­με­ρι­κα­νι­κό πα­νε­πι­στή­μιο της Βη­ρυ­τού, ο ο­ποί­ος ή­ταν και ο ε­μπνευ­στής της ε­πι­χεί­ρη­σης, μα­ζί με το δρα­στή­ριο διευ­θυ­ντή του ερ­γο­στα­σί­ου Μ. Φρέ­ντυ. Α­σχο­λού­νται 300 Αρ­μέ­νιες με 7-8 δρχ. με­ρο­κά­μα­το και τα προ­ϊ­ό­ντα που πα­ρά­γουν ε­ξά­γο­νται στην Α­με­ρι­κή και τον Κα­να­δά. Την ε­πι­μέ­λεια των σχεδίων των υ­πέ­ρο­χων α­να­το­λί­τι­κων χα­λιών, ε­μπνευ­σμέ­να α­πό την αρ­με­νι­κή μι­κρο­γρα­φί­α, εί­χε ο ζωγράφος Αρ­με­νάκ Τερ Α­γκο­πιάν.

Αρ­με­νι­κή Κοι­νο­τι­κή Ε­πι­τρο­πή

Φυ­σι­κά δί­πλα σε ό­λες αυ­τές τις ορ­γα­νώσεις δεν ή­ταν δυ­να­τόν να μην υ­πάρ­χει ο αρ­με­νι­κός φο­ρέ­ας της κοι­νό­τη­τας, η ο­ποία, με­τά την έ­λευ­ση των προ­σφύ­γων ή­ταν ση­μα­ντι­κή σε α­ριθ­μό.
Με­γά­λο μέ­ρος της αρ­με­νι­κής δια­νό­η­σης εί­χε βρε­θεί στην Κέρ­κυ­ρα.
Το Φε­βρουά­ριο του 1923, με πρω­το­βου­λί­α των Δρ. Νερ­σές Σα­νταλ­τζιάν, Α­ντρα­νίκ Κε­ο­σελ­τζιάν και Αρ­ντα­σές Ατ­τα­ριάν, συ­στά­θη­κε μια ε­πι­τρο­πή με σκο­πό να διευ­κο­λύ­νει τις δια­τυ­πώ­σεις των προ­σφύ­γων με τις αρ­χές και να συ­ντο­νί­σει τη δια­νο­μή της βο­ή­θειας που έ­φθα­νε α­πό το κέ­ντρο. Αυ­τή η ε­πι­τρο­πή αρ­γό­τε­ρα ορ­γα­νώ­θη­κε σε κοι­νο­τι­κό συμ­βού­λιο με πρό­ε­δρο τον Γκαρ­νίκ Μομ­τζιάν, τα­μί­α τον Μπο­γός Τζα­ρου­κιάν και γραμ­μα­τέ­α τον Κε­βόρ­κ Γκαρ­βα­ρέ­ντς. Με πρω­το­βου­λί­α της η­γε­σί­ας της κερ­κυ­ρα­ϊ­κής πα­ροι­κί­ας, διορ­γα­νώ­θη­κε στις 11 Α­πρι­λί­ου 1924, στην εκ­κλη­σί­α των Αγ. Τα­ξιαρ­χών, εκ­δή­λω­ση μνή­μης για τη Γε­νο­κτο­νί­α του 1915 με συμ­με­το­χή πλή­θους κό­σμου, το­πι­κών φο­ρέ­ων και εκ­προ­σώ­πων ξέ­νων κρα­τών. Κε­ντρι­κός ο­μι­λη­τής ή­ταν ο αρ­μέ­νιος πά­στο­ρας Ο. Τζε­τζι­ζιάν και ο δια­νο­ού­με­νος ποι­η­τής Βαχάν Τε­κε­γιάν. Με στε­φά­νια και με­γά­λα κε­ριά εί­χε στη­θεί έ­νας συμ­βο­λι­κός τά­φος των θυ­μά­των, ε­νώ η φι­λαρ­μο­νι­κή της Κέρ­κυ­ρας πε­ριο­δι­κά παιά­νι­ζε πέν­θι­μα εμ­βα­τή­ρια και συμ­με­τεί­χε η χο­ρω­δί­α των ορ­φα­νο­τρο­φεί­ων.
Μέ­χρι τη Με­γά­λη Ε­βδο­μά­δα η πα­ροι­κί­α της Κέρ­κυ­ρας στε­ρή­θη­κε εκ­κλη­σια­στι­κού ποι­μέ­να. Τα μέ­λη της τε­λού­σαν τα θρη­σκευ­τι­κά τους κα­θή­κο­ντα στις ελ­λη­νι­κές εκ­κλη­σί­ες, υ­πήρ­χαν δε πε­ρι­πτώ­σεις που έ­θα­βαν τους πρό­σφυ­γες χω­ρίς κα­μί­α θρη­σκευ­τι­κή τε­λε­τή. Ο τό­τε Μη­τρο­πο­λί­της Κερ­κύ­ρας και Πα­ξών Α­θη­να­γό­ρας, διέ­θε­σε στους Αρ­με­νίους την εκ­κλη­σί­α της Υ­πα­πα­ντής, στην ο­ποί­α την η­μέ­ρα της Α­νά­στα­σης, τε­λέ­στη­κε για πρώ­τη φο­ρά η θεί­α λει­τουρ­γί­α στην αρ­με­νι­κή γλώσ­σα α­πό τον πα­τέ­ρα Κα­ρε­κίν Χα­τσα­ντου­ριάν - ε­πι­ζή­σας και αυ­τός της Μι­κρα­σια­τι­κής κα­τα­στρο­φής. Τον δια­δέ­χθη­κε αρ­γό­τε­ρα ο Γιε­γι­σέ Ντρε­ζιάν, έ­νας μορ­φω­μέ­νος ε­νη­με­ρω­μέ­νος και δρα­στή­ριος πα­πάς, ο ο­ποί­ος κα­τέ­λα­βε τις καρ­διές ό­λων, α­να­λαμ­βά­νο­ντας πρω­το­βου­λί­ες και δί­νο­ντας λύ­σεις στις α­νά­γκες των αρ­με­νί­ων προ­σφύ­γων στο μέ­τρο του δυ­να­τού.

Δι­δα­κτή­ριο Α­ρα­ράτ

Η φρο­ντί­δα για τη μόρ­φω­ση και κυ­ρί­ως την εκ­μά­θη­ση της μη­τρι­κής γλώσ­σας, ή­ταν η ε­πι­θυ­μί­α των ε­ξό­ρι­στων α­κό­μα και στις α­ντί­ξο­ες συν­θή­κες της προ­σφυ­γιάς. Ο πά­τερ Γκιου­ρέγ Ζο­χρα­μπιάν, έ­νας δρα­στή­ριος μορ­φω­μέ­νος ε­ξό­ρι­στος κα­που­τσί­νος α­πό την Τρα­πε­ζού­ντα, ο ο­ποί­ος υ­πη­ρέ­τη­σε τους λι­γο­στούς αρ­με­νίους κα­θο­λι­κούς της Κέρ­κυ­ρας, ί­δρυ­σε με δι­κά του μέ­σα και πό­ρους κα­τά το Μά­ιο, μέ­σα στην πό­λη, το δι­δα­κτή­ριο Α­ρα­ράτ. Αρ­μέ­νιοι δά­σκα­λοι του ορ­φα­νο­τρο­φεί­ου Near East Relief, που δεν υ­πη­ρε­τού­σαν πλέ­ον, με με­γά­λο ζή­λο α­φο­σιώ­θη­καν στην ε­πι­μόρ­φω­ση των αρ­με­νο­παί­δων πλαι­σιώ­νο­ντας το δι­δα­κτή­ριο Α­ρα­ράτ. Οι πό­ροι κά­λυ­ψαν με­τά βί­ας μια πε­ρί­ο­δο 3 μη­νών. Τα α­πο­θέ­μα­τα του Α­ρα­ράτ εί­χαν ή­δη ε­ξα­ντλη­θεί με τους μι­σθούς των δα­σκά­λων, τον ε­ξο­πλι­σμό του σχο­λεί­ου και τη μί­σθω­ση του κτη­ρί­ου. Οι μα­θη­τές συμ­με­τεί­χαν στη σχο­λι­κή γιορ­τή που ή­ταν και το κύ­κνειο ά­σμα του σχο­λεί­ου.

Αρ­με­νι­κό θέ­α­τρο

Ή­ταν α­πα­ραί­τη­το για τους πο­λυ­πα­θείς Αρ­μενίους να ξε­φύ­γουν α­πό την κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα. Ευ­τυ­χώς γι’ αυ­τό στην πα­ροι­κί­α της Κερ­κύ­ρας υ­πήρ­χαν οι κα­τάλ­λη­λοι άν­θρω­ποι. Οι πρω­το­βου­λί­ες του λό­γιου Κ. Γκα­ρ­βα­ρέ­ντς και του ποι­η­τή και η­θο­ποιού Νσαν Μπε­στι­κτα­σλιάν, έ­δω­σαν τη λύ­ση και σε αυ­τό τον το­μέ­α. Το Μά­ιο α­νέ­βα­σαν την πα­ρά­στα­ση «Τσάρ­σλ Αρ­τίν Α­γά» στο θέ­α­τρο «Που­κι­λιόν». Συ­ντε­λε­στές της ή­ταν θε­α­τρό­φι­λες δε­σποι­νί­δες και νέ­οι, με την κα­θο­δή­γη­ση των δύ­ο έ­μπει­ρων δα­σκά­λων. Ο ε­ξό­ρι­στος κα­κο­ζω­ι­σμέ­νος Αρ­μέ­νιος μπό­ρε­σε να ζή­σει αυ­τή τη μέ­ρα και να χα­ρεί, ό­μως η Κέρ­κυ­ρα δεν μπό­ρε­σε να συ­ντη­ρή­σει έ­να θέ­α­τρο. Α­πό τα πε­νι­χρά έ­σο­δα του ει­σι­τη­ρί­ου, έ­πρε­πε να πλη­ρω­θούν οι φό­ροι στο κρά­τος. Οι δε δω­ρε­ές α­πό την πα­ροι­κί­α ή­ταν μη­δα­μι­νές ως προς τα έ­ξο­δα.

Near East Relief

Α­φή­σα­με για το τέ­λος το α­με­ρι­κα­νι­κό αυ­τό ί­δρυ­μα, που για πολ­λούς μή­νες εί­χε τα­ρά­ξει τις αρ­με­νι­κές ε­φη­με­ρί­δες και την η­γε­σί­α των αρ­με­νι­κών κοι­νο­τή­των α­νά τον κό­σμο. Ο Χα­ρου­τιούν Χα­τσα­ντου­ριάν, πρό­ε­δρος της αρ­με­νι­κής κοι­νό­τη­τας της Πό­λης, κι­νή­θη­κε στα πλαί­σια των ε­πι­τα­γών της Relief και συ­γκέ­ντρω­σε, χω­ρίς να ε­ξε­τά­σει τις συν­θή­κες, ό­λα τα παι­διά των ορ­φα­νο­τρο­φεί­ων της Πό­λης για να τα με­τα­φέ­ρει στην Ελ­λά­δα βια­στι­κά, χω­ρίς τον α­παι­τού­με­νο προ­γραμ­μα­τι­σμό και τις εγ­γυ­ή­σεις που άρ­μο­ζαν, λαμ­βά­νο­ντας υπ΄ ό­ψιν και την η­λι­κί­α τους. Το Νο­έμ­βριο του 1922 ο Γολ­γο­θάς για τα χι­λιά­δες ορ­φα­νά μας έ­φθα­σε στο α­πο­κο­ρύ­φω­μα του, ό­ταν στοι­βά­χτη­καν σαν τα κο­πά­δια στα πλοί­α, έ­φθα­σαν στην ξη­ρά, ό­που δια­πί­στω­σαν για άλ­λη μια φο­ρά ε­γκα­τά­λει­ψη και α­δια­φο­ρί­α των υ­πευ­θύ­νων. Για μή­νες πε­ρι­πλα­νή­θη­καν ξυ­πό­λυ­τοι χω­ρίς κρε­βά­τια και σκε­πά­σμα­τα, χω­ρίς τρο­φή και φρο­ντί­δα. Οι υπεύθυνοι της Relief, οι ο­ποί­οι και σκο­πί­μως δια­στρέ­βλω­ναν την πραγ­μα­τι­κή κα­τά­στα­ση, πολ­λα­πλα­σί­α­σαν το πρό­βλη­μα. Το θέ­μα ανέ­λα­βε να λύ­σει το Ε­θνι­κό Συμ­βού­λιο της Γαλ­λί­ας, ο­ρί­ζο­ντας ως ε­πι­θε­ω­ρη­τή τον Βαχ­άν Τε­κε­γιάν πρώ­ην βου­λευ­τή της κυ­βέρ­νη­σης της ανε­ξάρ­τη­της Αρ­με­νί­ας του 1918, ο ο­ποί­ος με πε­ριο­δεί­ες του και ε­πι­σκέ­ψεις σε ό­λα τα ορ­φα­νο­τρο­φεί­α προ­σπά­θη­σε να ε­ντο­πί­σει το πρό­βλη­μα α­πό κο­ντά και να θέ­σει την Relief προ των ευ­θυ­νών της, πράγ­μα που κα­τέ­στη α­δύ­να­τον.
Προ αυ­τής της κα­τά­στα­σης πή­γε στην Αί­γυ­πτο και συ­νερ­γα­ζό­με­νος με άλ­λους φο­ρείς, πέτυχε να δώ­σει ο­ρι­στι­κή λύ­ση στο πρό­βλη­μα των ορ­φα­νών.
Το κα­λο­καί­ρι του 1922 ο α­ριθ­μός των ορ­φα­νών στην Κέρ­κυ­ρα ή­ταν πε­ρί­που 5.000. Αρ­χι­κά εί­χαν στε­γα­σθεί στο Πα­λά­τι του Α­χιλ­λείου μα­ζί με 27 αρ­με­νίους δα­σκά­λους. Το Φε­βρουά­ριο άρ­χι­σε στα­δια­κά η με­τα­φο­ρά των ε­νη­λί­κων ορ­φα­νών στην Κα­βά­λα, τη Σύ­ρο και αλ­λού με ε­ξα­σφα­λι­σμέ­νη ερ­γα­σί­α, έ­ντα­ξη άλ­λων στις τε­χνι­κές σχο­λές που ή­δη λει­τουρ­γού­σαν στο νη­σί, κα­θώς και η με­τα­φο­ρά των καλύ­τε­ρων μα­θη­τών σε αρ­με­νι­κά α­νώ­τε­ρα εκ­παι­δευ­τι­κά ι­δρύ­μα­τα, ό­πως στην Κύ­προ κ.ά.. Σε σύ­ντο­μο χρο­νι­κό διά­στη­μα ο α­ριθ­μός αυ­τός έ­φθα­σε σε 150 παι­διά και μό­νο 2 δα­σκά­λους, ε­νι­σχύ­θη­κε ό­μως με 4 έλ­λη­νες δα­σκά­λους, πράγ­μα α­πα­ραί­τη­το για την εκ­μά­θη­ση των ελ­λη­νι­κών, ε­φό­σον βρί­σκο­νταν στην Ελ­λά­δα. Α­πό τους ε­να­πο­μεί­να­ντες αρ­κε­τοί ε­ξελ­λη­νί­σθη­καν με μι­κτούς γά­μους στο νη­σί, άλ­λοι πα­ρέ­μει­ναν και ε­ξά­σκη­σαν βιο­πο­ρι­στι­κά ε­παγ­γέλ­μα­τα και ε­ντά­χθη­καν ι­σά­ξια στην κερ­κυ­ρα­ϊ­κή κοι­νω­νί­α δια­τη­ρώ­ντας πα­ράλ­λη­λα και την ε­θνι­κή τους ταυ­τό­τη­τα.

 

Αζνίβ Γεραμιάν

 

Πηγή: armenika.gr

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι