Menu

Χεμσίν - Համշինի

Ιστορία
 
Ο Ρόμπερτ Χούσεν δείχνει την περιοχή όπου βρίσκεται το σημερινό Χεμσίν να κατοικείται από έναν λαό με διαφορετικές ονομασίες κατά την αρχαία και τη μεσαιωνική ιστορία. Με αυτόν τον τρόπο υποδηλώνει ότι κάποιοι χαρακτηρισμοί μπορεί να έχουν εναλλακτικές μορφές και ενίοτε παρουσιάζει τα ονόματα που χρησιμοποιεί με ερωτηματικό. Συνοψίζοντας, από τον 13ο αιώνα έως τον 6ο αιώνα π.Χ. αναφέρονται ως Κολχιδείς, από το 550 έως το 330 π.Χ. Κολχιδείς και Μάκρωνες, από το 180 π.Χ. έως το 14 μ.Χ. Λαζοί, την περίοδο των Αρσακιδών (63 μ.Χ.-298 μ.Χ.) Ηνίοχοι, Μαχέλωνες, Μοσσύνοικοι, Δρίλες, Σάννοι, κ.ά..
Η περιοχή Χεμσίν υποδεικνύεται ως μέρος της Κολχίδας (299 μ.Χ.-387 μ.Χ.), της χώρας των Τσάνων (387 μ.Χ.-591 μ.Χ.) και της Χαλδαίας (654 μ.Χ.-750 μ.Χ.). Η συγκεκριμένη τοποθεσία της περιοχής Χεμσίν αναφέρεται ως Ταμπούρ/Χαμαμασέν, ως πόλη-φρούριο, για πρώτη φορά στο χάρτη της περιόδου 654-750 μ.Χ..
Αυτά τα δύο ονόματα (Ταμπούρ και Χαμαμασέν) συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο «Η ιστορία του Ταρόν» του καθηγητή Τζον Μαμικονιάν, σε μια σύντομη αναφορά για μια πολεμική αναμέτρηση μεταξύ του κυβερνήτη του Ταμπούρ, Χαμάμ, και του θείου του, του γεωργιανού πρίγκιπα. Αποτέλεσμα της εν λόγω μάχης ήταν η καταστροφή της πόλης, η οποία ανακατασκευάστηκε από τον Χαμάμ, ο οποίος και τη μετονόμασε σε Χαμαμσέν. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Μαμικονιάν, η μάχη αυτή έγινε στις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ.. Με την πάροδο των χρόνων η ονομασία της περιοχής από Χαμαμσέν μετατράπηκε σε Χαμσέν. Ο Σιμονιάν, που επίσης αναφέρει αυτήν την ιστορία, δηλώνει ότι η ανωτέρω ημερομηνία ίσως να είναι λανθασμένη.
Δύο άλλοι αρμένιοι χρονογράφοι ο Γεβόντ και ο Στεπάν Ασογίκ από το Ταρόν, στη δική τους καταγραφή της ιστορίας, κάνουν μικρές αναφορές σε μία μετακίνηση από την περιοχή Οσαγκάν της Αρμενίας, με οδηγό τον πρίγκιπα Σαπούχ Αματουνί και τον υιό του Χαμάμ. Ο Γεβόντ αιτιολογεί τη μετανάστευση αυτή ως μέσο αποφυγής της καταβολής βαρέων φόρων τους οποίους επέβαλαν οι Άραβες στους Αρμένιους. Αφού πέρασαν τον ποταμό Χορούνκ, ο βυζαντινός αυτοκράτορας προσφέρει στους ευγενείς Αματουνί γόνιμη και καλλιεργήσιμη γη για να εγκατασταθούν. Η μετανάστευση αυτή, σύμφωνα με τον Γεβόντ, έγινε μετά το 789 μ.Χ., ενώ σύμφωνα με τον Στεπάν Ασογίκ το 750 μ.Χ..
Ο Βενινγκχάους καθορίζει το Ταμπούρ ως την περιοχή προορισμού της μετανάστευσης, της οποίας ηγήθηκαν ο Χαμάμ και ο πατέρας του Σαπούχ Αματουνί, και υποστηρίζει ότι προφανώς συνάντησαν εκεί ανθρώπους που ήταν ήδη χριστιανοί, ενδεχομένως Έλληνες. Ο Ρέντγκεϊτ εικάζει για πιθανό συμβολισμό στην ιστορία του Γεβόντ και για πιθανές διαστρεβλώσεις στην ιστορία του Μαμικονιάν, προειδοποιώντας με αυτόν τον τρόπο ότι δεν πρέπει όλα να θεωρούνται δεδομένα. Στις αναφορές του ο Χατσικιάν δηλώνει: «Δεν υπάρχει κάποια ένδειξη για το πού ακριβώς ήταν η περιοχή Ταμπούρ, η θρυλική πρωτεύουσα του Χαμσέν. Το μόνο σίγουρο είναι πως, εάν και εφόσον υπήρξε, σαφώς άνηκε σε μια πολύ πιο παλαιά εποχή». Αναφέρει επίσης σε υποσημείωσή του την ονομαστική ομοιότητα μεταξύ της λέξης Ταμπούρ και μιας περιοχής γνωστής ως Ταχπούρ ή Ταγκπούρ στα υψώματα του Καπτανπασά. Ο Σιμονιάν δηλώνει πως πιθανόν το Ταμπούρ να βρίσκεται στην περιοχή του Βαροσκάλ (υψόμετρο 1.800 μ.).
Ο Κιρζίογλου στις μελέτες του αναφέρει ότι η μετακίνηση έγινε από μια τουρκική φυλή, η οποία προτού μετακινηθεί προς το Χεμσίν είχε μεταναστεύσει από το Χεμεντάν στο Οσαγκάν.
Επιπλέον θεωρίες μεσαιωνικής μετανάστευσης προς το Χεμσίν έχουν ως εξής:
-κατόπιν της κατάκτησης από Σελτζούκους Τούρκους, οι Αρμένιοι από το Ανί τρέπονται σε φυγή και εγκαθίστανται στο Χεμσίν, το οποίο ήταν ακατοίκητο, -μετά την αρχική εγκατάσταση, υπήρξε συνεχής άφιξη Αρμενίων από το Νότο, με αποτέλεσμα τον εξαρμενισμό της περιοχής εν μέσω απελάσεων του τοπικού πληθυσμού της φυλής Τσάνων,
-ο εξαρμενισμός της φυλής Τσάνων πραγματοποιήθηκε μέσω κυριαρχίας δυναστειών στο Νότο.
Οι πηγές των κυριαρχούντων δυνάμεων στην περιοχή (Βυζάντιο, Τραπεζούντα, Γεωργία, Αρμενία και Τουρκία) δεν μιλούν για το Χεμσίν, μέχρι αυτό να κατακτηθεί από τους Οθωμανούς. Συμπεραίνεται πως το Χεμσίν κυβερνήθηκε από τους τοπικούς άρχοντες υπό την αιγίδα των μεγαλύτερων περιφερειακών δυνάμεων που άλλαζαν κατά καιρούς, ήτοι το αρμενικό βασίλειο των Βαγρατιδών, η βυζαντινή αυτοκρατορία, την οποία διαδέχθηκε η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, το βασίλειο της Γεωργίας, οι ομοσπονδίες του Καρά Κογιουνλού και του Ακ Κογιουνλού, έως ότου προσαρτήθηκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία κατέρρευσε μετά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο και έδωσε τη θέση της στη δημοκρατία της Τουρκίας.

Η κατάκτηση του Χεμσίν από τους Τούρκους πραγματοποιήθηκε γύρω στο 1480 μ.Χ.. Μια οθωμανική αναφορά, η οποία χρονολογείται γύρω στα 1486 μ.Χ. ονομάζει τη φυλή Χεμσίν και την αναφέρει ως οθωμανική ιδιοκτησία.
Σύμφωνα με τον ιερέα Λεόντιο (8ος αιώνας) αφού έχασαν τα εδάφη τους στο Αρτάζ κατά τη διάρκεια μαχών εναντίον Αράβων, δύο Αρμένιοι ευγενείς, ο Χαμάμ και ο Σαπούχ Αματουνί, μετακινήθηκαν στη βυζαντινή αυτοκρατορία με 12.000 άτομα. Στις βουνοκορφές του Πόντου ίδρυσαν μια νέα πόλη την Ταμπούτ, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε Χαμαμσέν (αποικία του Χαμάμ) και πολύ αργότερα σε Χαμσέν (Χαμσίν στα τουρκικά).
Καθώς ήταν εγκατεστημένοι σε άκρως απομονωμένη τοποθεσία και δεν είχαν δεσμούς με τον υπόλοιπο αρμενικό πληθυσμό, οι Χαμσεν-τσί Αρμένιοι δημιούργησαν τη δική τους μοναδική διάλεκτο της αρμενικής γλώσσας, ένα κοινωνικό φαινόμενο που συνέβη σε όλη την ιστορική Αρμενία (π.χ. η διάλεκτος του Ζανκεζούρ, του Καραμπάχ, του Λορί, κ.λ.π.) και οδήγησε στη δημιουργία μοναδικών τοπικών ηθών και εθίμων.
Αρχικά, η πλειονότητα των Χαμσεντσί Αρμενίων άνηκε στην αρμενική χριστιανική αποστολική εκκλησία του πατριαρχείου του Χατσκάρ, έως το 1461 μ.Χ. δηλαδή την κατάκτηση της περιοχής από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Αποτέλεσμα της κυριαρχίας αυτής μεταξύ του 16ου και του 18ου αιώνα ήταν ο εξισλαμισμός μεγάλου αριθμού Αρμενίων Χαμσεντσί. Όμως παρά την αλλαγή του θρησκεύματος, πέτυχαν τη διατήρηση της γλώσσας, των ηθών και των εθίμων. Ως μουσουλμάνοι πλέον οι Χαμσεντσί Αρμένιοι γλύτωσαν τη θηριωδία της γενοκτονίας των Αρμενίων από τους Τούρκους μεταξύ του 1915-1923.

 

Ομάδες

Η Οθωμανική περίοδος σηματοδότησε δύο κύριες εξελίξεις στην περιοχή του Χεμσίν. Τον εξισλαμισμό και τη μετακίνηση των πληθυσμών.
Ο ισλαμισμός προφανώς είχε αρχίσει να διαδίδεται πριν την εδραίωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δεν είχε όμως καταφέρει να επικρατήσει ως επίσημη θρησκεία πριν το τέλος του 16ου αιώνα. Ένας μεγάλος αριθμός μετοικήσεων (μέσα και έξω από την εν λόγω περιοχή) πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής εποχής. Ακόμη, υπάρχει έλλειψη αναλυτικών πληροφοριών σχετικά με τη φύση αυτών των μετακινήσεων, περιληπτικά πραγματοποιήθηκαν μεταναστεύσεις:

- από το Χεμσίν του Χεμσινλί της Αρμενικής Εκκλησίας στις δυτικές περιοχές της ανατολικής Μαύρης Θάλασσας κατά τα πρώτα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας.
- από τους μουσουλμάνους Χεμσινλί προς τη δυτική Ανατολία, καθώς επίσης προς τον Καύκασο εξαιτίας των ρωσοτουρκικών πολέμων και των επακόλουθων δυσχερειών τον 19ο αιώνα.
- μέσα στην περιοχή της Οθωμανικής κυριαρχίας.

Συνεπώς, η παρούσα κοινότητα των Χεμσινλί είναι αποκλειστικά μουσουλμανική και ομιλεί τουρκικά. Αυτό αφορά τους κατοίκους του Χεμσίν ή τους ανθρώπους που κρατούν ακόμα επαφές με την περιοχή, αν και ζουν στην τουρκική επικράτεια.
Μια ξεχωριστή κοινότητα 50 χιλιόμετρα ανατολικά από το Χεμσίν σε χωριά γύρω από την Χόπα και την Μπόρτσκα ονομάζουν τους εαυτούς τους «Χεμσινλί» και συχνά αναφέρονται ως οι «Χόπα Χεμσινλί». Ο Μπερτ Βανς, καθηγητής γλωσσολογίας στο πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν-Μιλγουόκι, αναφέρεται σε αυτή τη ομάδα ως «οι ανατολικοί Χαμσενίς». Οι Χεμσινλί και οι Χόπα Χεμσινλί διαφέρουν όχι μόνον ως προς τη γεωγραφική τους θέση, αλλά και ως προς τη γλώσσα όπως επίσης κι ως προς κάποιες διαφορές στην κουλτούρα και δεν γνωρίζει ο ένας την ύπαρξη του άλλου.
Ο Σιμονιάν δηλώνει ότι υπάρχουν διάφορες θεωρίες αναφορικά με την εμφάνιση της ομάδας Χόπα Χεμσινλί. Αυτές σχετίζονται με το εάν η ομάδα μετανάστευσε από το Χεμσίν ή εάν την είχαν εγκαταστήσει εκεί οι οθωμανικές αρχές, εάν η μετοίκιση πραγματοποιήθηκε κατά τις αρχές του 16ου αιώνα ή στα τέλη του 17ου, εάν πραγματοποιήθηκε σε ένα ή σε δύο στάδια. Επίσης οι Χόπα Χεμσινλί είναι αποκλειστικά μουσουλμάνοι. Ο Σιμονιάν αναφέρει πως υπάρχει μια διαμάχη αναφορικά με το εάν έφτασαν στην περιοχή Χόπα όντας μουσουλμάνοι ή ασπάσθηκαν τον ισλαμισμό, αφού εγκαταστάθηκαν εκεί.
Οι Χόπα Χεμσινλί εκτός από τουρκικά μιλούν και άλλη μια γλώσσα, η οποία ονομάζεται «Χεμσινσέ» ή («Χομσετσί» και / ή Χομσετσμά σύμφωνα με κάποιες πηγές). Πρόσφατες μελέτες απέδειξαν πως είναι μια αρχαϊκή διάλεκτος της αρμενικής γλώσσας με επιρροές από την τουρκική και ο Βανς επίσης αναφέρει ότι η διάλεκτος «Χεμσινσέ» έχει επιρροές από την τουρκική γλώσσα σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι άλλες αρμενικές διάλεκτοι.
Επιπροσθέτως, σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες υπάρχουν άτομα τα οποία ομιλούν την διάλεκτο Χεμσινσέ / Χομσετσμά σε χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, των οποίων οι πρόγονοι προφανώς προέρχονται από τους Χεμσίν και / ή τους Χόπα Χεμσίν από τις μετακινήσεις πληθυσμών στον Καύκασο. Ανάμεσά τους όσοι ομολόγησαν ότι ήταν μουσουλμάνοι την εποχή του Στάλιν απελάθηκαν από την περιοχή Αντζάρ της Γεωργίας προς το Καζακστάν και το Κιργιστάν. Μεγάλος αριθμός των απελαθέντων εγκαταστάθηκαν στο Κράσνονταρ Κράι, μέχρι το 1989 μαζί με τους Μεσκετιανούς. Όσον αφορά τους χριστιανούς, στις μέρες μας ζουν στην Αμπχαζία και στο Κράσνονταρ Κράι της Ρωσίας και συγκεκριμένα στην περιοχή Σότσι και Αντιγκέα.

 

Πολιτισμός

Οι Χαμσενίς είναι γνωστοί για τα έξυπνα ανέκδοτα, τα αινίγματα και τις ιστορίες τους. Μερικά από τα ανέκδοτα που οι μουσουλμάνοι Χαμσενίς λένε βασίζονται πάνω σε παλαιά αρμενικά ανέκδοτα. Συνοδεύουν χορούς με δικά τους μουσικά όργανα, η δυτική ομάδα χρησιμοποιεί το τουλούμ (την ποντιακή τσαμπούνα), η ανατολική το σιμσίρ καβάλ (φλογέρα φτιαγμένη από πυξάρια), η βόρεια ομάδα το Χαμσνά-ζουρνά (ζουρνά των Χαμσενί).
Τα παραδοσιακά επαγγέλματα των τούρκων Χαμσενίς είναι η καλλιέργεια του τσαγιού και του καλαμποκιού, η κτηνοτροφία και η μελισσοκομία. Εν τω μεταξύ, το βόρειο Χαμσενίς της Ρωσίας και της Γεωργίας είναι γνωστό για την καλλιέργεια εσπεριδοειδών, καλαμποκιού, καπνών και τσαγιού, καθώς επίσης και την αλιεία.
Κάποιοι Χαμσενίς (είτε μουσουλμάνοι είτε χριστιανοί) συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής τους ως περίφημοι αρτοποιοί, εστιάτορες και μεταφορείς. Στην Τουρκία ανέπτυξαν τη δημοφιλή τέχνη της παραγωγής και επεξεργασίας όπλων.

 

Οι Χεμσινλί στην Τουρκία

 Ο Νιλ Άσκερσον γράφει ότι η κεμαλική ιδεολογία «η Τουρκία είναι για τους Τούρκους» δεν έδωσε καμία ασφάλεια στις μειονότητες και «η μικροσκοπική ομάδα των Χεμσινλί είχε ένα λόγο παραπάνω να σκύψει το κεφάλι, διότι τα μέλη της είναι απόγονοι των Αρμενίων».
Για να αποφύγουν κατηγορίες για διάσπαση, οι Χεμσινλί παραμένουν διακριτικοί και δεν προκαλούν για την ταυτότητά τους, συμμετέχοντας πλήρως αλλά και διακριτικά στην τουρκική κοινωνία.
Ο κινηματογραφιστής Οζκάν Αλπέρ από το ανατολικό Χεμσινλί, γύρισε την πρώτη κινηματογραφική ταινία για τους Χαμσετσί, το «Μομί» (γιαγιά), η οποία κυκλοφόρησε το 2000. Στη συνέχεια ο Αλπέρ κατηγορήθηκε από το Δικαστήριο Κρατικής Ασφάλειας για παραγωγή υλικού, με σκοπό να καταστρέψει την ενότητα του κράτους, βάσει του άρθρου 8 του τουρκικού αντιτρομοκρατικού νόμου. Ο νόμος αυτός ανακλήθηκε το 2003 κατόπιν πιέσεων από την Ε.Ε. και ο Αλπέρ δεν δικάστηκε. Το 2005 κυκλοφόρησε το πρώτο μουσικό άλμπουμ με ανώνυμα Χαμσέν φολκλορικά τραγούδια.
Οι παλαιότερες γενεές των τούρκων Χαμσενί θεωρούν τον όρο «Ερμενί» προσβολή αλλά κάποιες νεότερες γενεές, ειδικά αυτές με έντονη αριστερή ανατροφή, τείνουν να θεωρούν τους εαυτούς τους Αρμένιους.
Ο Μεσούτ Γιλμάζ, τέως πρωθυπουργός της Τουρκίας, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και η οικογένειά του ήταν εν μέρει Χαμσενί (δυτική ομάδα).
Ο Αχμέτ Τεβφίκ Ιλερί (γεννημένος σε χωριό του Χεμσίν) ήταν υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και πριν από αυτό υπουργός Παιδείας της Τουρκίας μεταξύ 1950-1960. Ο Νταμάτ Μεχμέτ Αλί Πασά, που έγινε Μέγας Βεζίρης την παραμονή του Κριμαϊκού Πολέμου το 1853 ήταν επίσης Χαμσενί.
Η κοινότητα έχει δώσει και άλλα σημαντικά ονόματα στην τουρκική ιστορία και κοινωνία, όμως ο Μουράτ Καραγιαλτσίν, σήμερα αρχηγός πολιτικού κινήματος, τέως υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και δήμαρχος της Άγκυρας, προέρχεται από χωριό στο Καμλιxεμσίν.
Σήμερα υπάρχουν δύο προγράμματα, στα οποία συμμετέχουν τουρκικές μη κυβερνητικές οργανώσεις και η EuropeAid και τα οποία ασχολούνται με το εν λόγω θέμα. Το πιο πρόσφατο πρόγραμμα «Ecodialogue Project» (2007) έχει θέσει ως στόχο την αφύπνιση της περιβαλλοντικής συνείδησης των επιχειρήσεων της περιοχής, τη βελτίωση του επιπέδου των φτωχών στρωμάτων και την ποιότητα των πληροφοριών που δίδουν οι τοπικοί ξεναγοί, πολλοί εκ των οποίων είναι αυτοδίδακτοι και άνευ διπλώματος. Το άλλο πρόγραμμα ξεκίνησε το 2004, συμμετέχει σ’αυτό η Διεθνής Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN) και στοχεύει στην ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση για τον αγριόγαλο, και ειδικά για τον μαύρο αγριόγαλο, που επισκέπτεται την περιοχή, και πάλι με έμφαση στις επιχειρήσεις και τους ξεναγούς.

 

 

Πηγή: el.wikipedia.org

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι