Menu

Σογομών Μπογοσιάν

Καθηγητής και Πρόεδρος στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου της Πάτρας

“Η «α­νά­πτυ­ξη» του ελ­λη­νι­κού πανε­πι­στή­μιου α­κο­λού­θη­σε δυ­στυ­χώς το μο­ντέ­λο «α­νά­πτυ­ξης» της με­τα­πο­λι­τευ­τι­κής Δη­μο­κρα­τί­ας.”

 

Ο Σο­γο­μών Μπο­γοσιάν α­πο­φοί­τη­σε με «ά­ρι­στα» α­πό το τμή­μα Χη­μι­κών Μη­χα­νι­κών του Πα­νε­πι­στημίου της Πά­τρας το 1984, α­πό ό­που πή­ρε και το δι­δα­κτο­ρι­κό του το 1988. Στη διάρ­κεια της εκ­πό­νη­σης της δια­τρι­βής του με­τεκπαι­δεύ­τη­κε στο Πο­λυ­τε­χνεί­ο της Δα­νί­ας στην Κο­πεγ­χά­γη, ε­νώ υ­πήρ­ξε υ­πό­τροφος του Πα­νε­πι­στή­μιου της Πά­τρας, του Ι­δρύ­μα­τος Τε­χνο­λο­γί­ας & Έ­ρευ­νας (ΙΤΕ) και του Ι­δρύ­μα­τος Κα­λού­στ Γκιουλ­μπενκιάν. Στην αρ­χή της κα­ριέ­ρας του ως ε­πι­στή­μο­νας, ερ­γά­στη­κε ως ε­ρευ­νη­τής στο Πο­λυ­τε­χνεί­ο της Νορ­βη­γί­ας στο Τρο­ντχά­ιμ. Διε­τέ­λε­σε Λέ­κτορας (1995-2000), Ε­πί­κου­ρος Κα­θη­γη­τής (2000-2006) και με­τέ­πει­τα Α­να­πλη­ρω­τής Κα­θη­γη­τής (2006-2011) του τμή­μα­τος Χη­μι­κών Μη­χα­νι­κών του Πα­νε­πι­στή­μιου της Πά­τρας, δι­δά­σκοντας τα μα­θή­μα­τα της Χη­μι­κής Θερ­μο­δυ­να­μι­κής και του Τε­χνο­-οι­κο­νο­μι­κού Σχε­δια­σμού Βιο­μη­χα­νιών. Η ε­ρευ­νη­τι­κή του δρα­στη­ριό­τη­τα α­φο­ρά στη με­λέ­τη της μο­ρια­κής δο­μής, της θερ­μο­δυ­να­μι­κής και των ε­φαρ­μο­γών α­νορ­γά­νων ε­νώ­σεων συ­ναρ­μο­γής σε τήγ­μα­τα και α­τμούς α­λά­των με φα­σμα­το­σκο­πι­κές με­θό­δους που βα­σί­ζο­νται στα λέ­ι­ζερ­ς, με έμ­φα­ση στη συ­σχέ­τι­ση μο­ρια­κής δο­μής και ενερ­γό­τη­τας σε κα­τα­λυ­τι­κά συ­στή­μα­τα χη­μι­κών α­ντι­δρά­σε­ων σε ψη­λές θερ­μοκρα­σί­ες. Έ­χει δη­μο­σιεύ­σει πε­ρισ­σό­τε­ρες α­πό 65 ερ­γα­σί­ες σε διε­θνή ε­πι­στημο­νι­κά πε­ριο­δι­κά με κρι­τές και έ­χει πραγ­μα­το­ποι­ή­σει πά­νω α­πό 125 πα­ρου­σιάσεις σε ε­πι­στη­μο­νι­κά συ­νέ­δρια. Το δη­μο­σιευ­μέ­νο έρ­γο του έ­χει α­να­φερ­θεί πάνω α­πό 1000 φο­ρές α­πό ξέ­νους ε­ρευ­νη­τές. Τον Ιού­νιο του 2011 ε­κλέ­χτη­κε στη βαθ­μίδα του Κα­θη­γη­τή με γνω­στι­κό α­ντι­κεί­με­νο «Α­νόρ­γα­νη Χη­μεί­α και Φα­σμα­το­σκοπί­α Υ­ψη­λών Θερ­μο­κρα­σιών», ε­νώ α­πό την 1η Σε­πτεμ­βρί­ου 2011 κα­τέ­χει τη θέ­ση του προ­έ­δρου στο τμή­μα Χη­μι­κών Μη­χα­νι­κών της Πο­λυ­τε­χνι­κής Σχο­λής του Πα­νεπι­στή­μιου της Πά­τρας.

 


Πώς α­πο­φα­σί­σα­τε να α­σχο­λη­θεί­τε με αυ­τόν τον το­μέ­α της ε­πι­στή­μης;

Η α­πά­ντη­ση στο ε­ρώ­τη­μά σας α­να­λύ­ε­ται σε δύ­ο ά­ξο­νες, αυ­τόν του ε­ρευ­νη­τι­κού και ε­κεί­νον του δι­δα­κτι­κού έρ­γου. Στο ε­ρευ­νη­τι­κό πε­δί­ο, η α­πο­σα­φή­νι­ση και η κα­τα­νό­η­ση των χη­μι­κών διερ­γα­σιών σε μο­ρια­κό ε­πί­πε­δο, στά­διο α­πα­ραίτη­το για ο­ποια­δή­πο­τε συ­στη­μα­τι­κή πρό­ο­δο στη να­νο­τε­χνο­λο­γί­α κέρ­δι­σε την προ­σο­χή μου α­πό τα πρώ­τα κιό­λας βή­μα­τα της πο­ρεί­ας μου στο χώ­ρο της ε­πι­στή­μης.

Το γε­γο­νός, τώ­ρα, ό­τι ο μη­χα­νι­σμός για την ά­ντλη­ση των σχε­τι­κών πλη­ροφο­ριών βα­σί­ζε­ται στην αλ­λη­λε­πί­δρα­ση της α­κτι­νο­βο­λί­ας με την ύ­λη έ­δω­σε μια συ­ναρ­πα­στι­κή διά­στα­ση στο πρα­κτι­κό μέ­ρος της δου­λειάς μου. Φα­ντα­στείτε ό­τι διεισ­δύ­ε­τε μα­ζί με μια μο­νο­χρω­μα­τι­κή δέ­σμη/α­κτί­να ε­νός laser στα «ά­δυτα» του μι­κρό­κο­σμου. Στην ε­πι­στή­μη, σε ο­ποια­δή­πο­τε ε­πι­στή­μη, δεν νο­μί­ζω ότι μπο­ρείς να προ­χω­ρή­σεις που­θε­νά ε­άν δεν σου α­ρέ­σει πο­λύ αυ­τό που κά­νεις.

Στο δι­δα­κτι­κό μέ­ρος, α­πό τα φοι­τη­τι­κά κιό­λας χρό­νια, εί­χαν κερ­δί­σει την προ­σο­χή μου οι νό­μοι της θερ­μο­δυ­να­μι­κής. Εί­ναι οι νό­μοι που κυ­βερ­νούν το σύ­μπαν. Ό­ταν ήρ­θα σε ε­πα­φή με τη μυ­στη­ρια­κή έν­νοια της ε­ντρο­πί­ας, που μέ­σω του 2ου νό­μου της θερ­μο­δυ­να­μι­κής κα­θο­ρί­ζει ε­άν και για ποιο λό­γο θα συμ­βεί ο­τι­δή­πο­τε (α­πό τη ψύ­ξη ε­νός σώ­μα­τος μέ­χρι τη δια­μόρ­φω­ση λει­τουρ­γιών στο βιο­λο­γι­κό πε­ρι­βάλ­λον ε­νός ε­γκε­φά­λου που θα δώ­σουν το έ­ναυ­σμα για τη δη­μιουρ­γί­α μιας σκέ­ψης) εί­χα σκε­φτεί ό­τι μια α­πό τις με­γα­λύ­τε­ρες προ­κλή­σεις θα ή­ταν να δι­δά­ξω κά­πο­τε αυ­τό το α­ντι­κεί­με­νο και να α­να­πτύ­ξω ε­να σχε­τι­κό σύγ­γραμ­μα.

 

Έ­χο­ντας δι­δά­ξει στο πα­νε­πι­στή­μιο, τι ε­μπει­ρί­ες έ­χε­τε α­πό τους φοι­τη­τές και ποιο εί­ναι το ε­πί­πε­δο της πα­νε­πι­στη­μια­κής κοι­νό­τη­τας στη χώ­ρα μας;

Οι φοι­τη­τές, του­λά­χι­στον αυ­τοί των πο­λυ­τε­χνι­κών σχο­λών με τους ο­ποί­ους έχω έρ­θει σε ε­πα­φή, με έ­χουν εκ­πλή­ξει τό­σο θε­τι­κά ό­σο και αρ­νη­τι­κά.

Πρέ­πει να σας πω (α­να­φε­ρό­με­νος μό­νο στις θε­τι­κές ε­μπει­ρί­ες, διό­τι οι αρ­νη­τι­κές είναι αυ­το­νό­η­τες) ό­τι το ε­πί­πε­δο μιας ση­μα­ντι­κής με­ρί­δας των φοι­τη­τών, ό­χι μό­νο δεν έ­χει τί­πο­τα να ζη­λέ­ψει, αλ­λά και μπο­ρεί να στα­θεί με α­ξιώ­σεις στα κα­λύ­τε­ρα πα­νε­πι­στή­μια του ε­ξω­τε­ρι­κού. Αυ­τό α­πο­δει­κνύ­ε­ται δυ­στυ­χώς με έναν πο­λύ ε­πώ­δυ­νο για την Ελ­λά­δα τρό­πο, μέ­σω της ε­ξα­γω­γής των κα­λύ­τε­ρων επι­στη­μό­νων που δια­πρέ­πουν τό­σο σε α­κα­δη­μα­ϊ­κές θέ­σεις σε πα­νε­πι­στή­μια των Η­ΠΑ και της Ευ­ρώ­πης, ό­σο και σε ξέ­νες ε­ται­ρεί­ες έ­ρευ­νας και τε­χνο­λο­γι­κής α­νά­πτυ­ξης.

Σε α­να­φο­ρά με την πα­νε­πι­στη­μια­κή κοι­νό­τη­τα στην Ελ­λά­δα, η ά­πο­ψή μου εί­ναι ό­τι διέ­πε­ται α­πό μια αλ­λό­κο­τη ε­τε­ρο­γέ­νεια.

Α­φε­νός υ­πάρ­χουν ε­ρευ­νη­τές και πα­νε­πι­στη­μια­κοί δά­σκα­λοι α­φο­σιω­μέ­νοι στο λει­τούρ­γη­μα της πα­ρα­γω­γής και με­τά­δο­σης της ε­πι­στη­μο­νι­κής γνώ­σης, α­φε­τέ­ρου υ­πάρ­χουν μέ­λη με «υ­παλλη­λι­κή νο­ο­τρο­πί­α» που α­μαυ­ρώ­νουν την ει­κό­να των πα­νε­πι­στη­μια­κών δα­σκάλων στα μά­τια της κοι­νω­νί­ας.

Ξέ­ρε­τε, μέ­σα στη δί­νη που βρί­σκε­ται η χώ­ρα, η κοι­νω­νί­α θα πε­ρί­με­νε α­πό τους κα­τά τεκ­μή­ριο πνευ­μα­τι­κούς αν­θρώ­πους να στέ­κο­νται στο ύ­ψος των πε­ρι­στά­σε­ων.

 

Έ­χε­τε δια­πι­στώ­σει κά­ποιες δια­φο­ρές α­πό άλ­λα ευ­ρω­πα­ϊ­κά πα­νε­πι­στή­μια;

Στην Ελ­λά­δα, ο ε­ρευ­νη­τι­κός και α­κα­δη­μα­ϊ­κός ι­στός εί­ναι έ­να έρ­γο μό­χθου - μέ­σα α­πό ι­διαί­τε­ρα α­ντί­ξο­ες συν­θή­κες - χι­λιά­δων ά­ξιων συ­να­δέλ­φων. Στην α­ντί­πε­ρα ό­χθη, πα­θο­γε­νείς κα­τα­στά­σεις που έ­χουν προ­σλά­βει το χα­ρα­κτήρα ε­θι­μι­κού δι­καί­ου (κα­τα­λή­ψεις, βαν­δα­λι­σμοί, κα­τα­στρο­φές πα­νά­κρι­βων υπο­δο­μών κ.λπ.) έ­χουν α­νυ­πο­λό­γι­στες συ­νέ­πειες για το ε­πί­πε­δο του ελ­λη­νι­κού πα­νε­πι­στη­μί­ου. Δυ­στυ­χώς, η ελ­λη­νι­κή πο­λι­τεί­α υ­πο­χρη­μα­το­δο­τεί συ­στη­ματι­κά το πα­νε­πι­στή­μιο και τις προ­σπά­θειες πα­ρα­γω­γής γνώ­σης, πα­ρά το γε­γο­νός της διε­θνούς κα­τα­ξί­ω­σης του α­κα­δη­μα­ϊ­κού χώ­ρου ως μο­χλού κα­θο­ρι­στι­κής ση­μα­σί­ας για την α­νά­πτυ­ξη μιας χώ­ρας και την ευ­η­με­ρί­α του λα­ού της. Αυ­τά που σας α­νέ­φε­ρα συ­νι­στούν και τις βα­σι­κές δια­φο­ρές α­πό τα ευ­ρω­πα­ϊ­κά πα­νεπι­στή­μια. Έ­να στοι­χεί­ο που μου προ­ξε­νού­σε πά­ντα ε­ντύ­πω­ση ό­ταν έ­κα­να τις συ­γκρί­σεις μου με τις ε­μπει­ρί­ες α­πό τις «θη­τεί­ες» μου στις σκαν­δι­να­βι­κές χώ­ρες (Δα­νί­α, Νορ­βη­γί­α) εί­ναι η πο­λύ με­γά­λη α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα που ε­πι­φέρει η κα­λή ορ­γά­νω­ση και η έλ­λει­ψη α­ντίρ­ρο­πων κα­τα­στά­σε­ων σαν αυ­τών που τα­λα­νί­ζουν το ελ­λη­νι­κό πα­νε­πι­στή­μιο.

 

Κα­τά τη γνώ­μη σας υ­φί­στα­ται ο δη­μό­σιος χα­ρα­κτή­ρας της παι­δεί­ας στην Ελ­λάδα;

Ο δη­μό­σιος χα­ρα­κτή­ρας υ­φί­στα­ται και ε­νώ θα έ­πρε­πε να ε­ξα­σφα­λί­ζει έ­ναν δημο­κρα­τι­κό α­κα­δη­μα­ϊ­κό χώ­ρο δο­μη­μέ­νο πά­νω σε α­ξί­ες ό­πως η ποιό­τη­τα, η α­ξιοκρα­τί­α και η α­ρι­στεί­α, εί­ναι εν μέ­ρει υ­πεύ­θυ­νος για τις πα­θο­γέ­νειες και τις α­γκυ­λώ­σεις που διέ­πουν το ελ­λη­νι­κό πα­νε­πι­στή­μιο. Η γνώ­μη μου εί­ναι ότι ο ν.1268/82 (ο πρώ­τος πε­ρι­βό­η­τος «Νό­μος Πλαί­σιο») ή­ταν υ­πεύ­θυ­νος για το «ά­νοιγμα της Κερ­κό­πορ­τας» και την ά­λω­ση του ελ­λη­νι­κού πα­νε­πι­στη­μί­ου α­πό με­τριό­τη­τες και ο­πα­δούς της ήσ­σο­νος προ­σπά­θειας. Στον α­ντί­πο­δα, μέ­σα στη συ­γκυ­ρί­α των πρό­σφα­των τα­ρα­χών (βλ. μα­κρο­χρό­νιες κα­τα­λή­ψεις ή/και «κλει­δώ­ματα» των Α­ΕΙ ε­πί υ­πουρ­γί­ας Γιαν­νά­κου, κα­θώς και οι πρό­σφα­τες τα­ρα­χές ε­πί υπουρ­γί­ας Δια­μα­ντο­πού­λου), με α­θό­ρυ­βο αλ­λά συ­στη­μα­τι­κό τρό­πο ει­σχω­ρούν στον χώ­ρο της με­τα­λυ­κεια­κής εκ­παί­δευ­σης και κα­τάρ­τι­σης ι­διω­τι­κές ε­πι­χειρή­σεις («κολ­λέ­για») με διά­φο­ρες μορ­φές.

 

Έ­χε­τε κά­ποιες σκέ­ψεις πως θα μπο­ρού­σε να βελ­τιω­θεί η α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τητα και η λει­τουρ­γί­α στα πα­νε­πι­στη­μια­κά ι­δρύ­μα­τα;

Η «α­νά­πτυ­ξη» (με και χω­ρίς ει­σα­γω­γι­κά) του με­τα­πο­λι­τευ­τι­κού ελ­λη­νι­κού πανε­πι­στή­μιου α­κο­λού­θη­σε δυ­στυ­χώς το μο­ντέ­λο «α­νά­πτυ­ξης» της με­τα­πο­λι­τευ­τι­κής Δη­μο­κρα­τί­ας. Έ­τσι, το ελ­λη­νι­κό πα­νε­πι­στή­μιο δο­μή­θη­κε πά­νω σε δύ­ο πυ­λώ­νες, αυ­τόν του λα­ϊ­κι­σμού και ε­κεί­νον της πα­ρο­χο­λο­γί­ας. Α­κο­λου­θώ­ντας το «κά­θε πό­λη και στά­διο, κά­θε χω­ριό και γυ­μνα­στή­ριο» ο­δή­γη­σε στην ί­δρυση πα­νε­πι­στη­μια­κών σχο­λών-ε­κτρω­μά­των α­πα­ντα­χού μέ­σα στη χώ­ρα, ό­που χι­λιάδες φοι­τη­τές στε­γά­ζουν τα μά­ταια ό­νει­ρά τους για κά­ποιο ι­σχυ­ρό πτυ­χί­ο και κα­θη­γη­τές-ε­πι­σκέ­πτες α­μαυ­ρώ­νουν το κύ­ρος και την α­ξιο­πι­στί­α των πα­νεπι­στη­μια­κών δα­σκά­λων. Θα πρέ­πει να μειω­θεί δρα­στι­κά ο α­ριθ­μός των ει­σα­γομέ­νων φοι­τη­τών. Δεν μπο­ρεί η Ελ­λά­δα να «πα­ρά­γει» 340 χη­μι­κούς μη­χα­νι­κούς κάθε χρό­νο, ό­ταν, π.χ. η Δα­νί­α πα­ρά­γει 35. Η πο­λι­τι­κή αυ­τή ε­ρή­μω­σε την ελ­λη­νι­κή ύπαι­θρο και έ­πλη­ξε καί­ρια την α­γρο­τι­κή και κτη­νο­τρο­φι­κή α­νά­πτυ­ξη, τον το­πικό του­ρι­σμό και α­φά­νι­σε το τε­χνι­κό ερ­γα­τι­κό δυ­να­μι­κό της χώ­ρας. Πα­νε­πι­στη­μια­κές σχο­λές και τμή­μα­τα πρέ­πει να α­ξιο­λο­γη­θούν. Κά­ποια πρέ­πει να κλείσουν, άλ­λα μπο­ρούν να συγ­χω­νευ­θούν.

 

Η αρ­με­νι­κή κα­τα­γω­γή έ­παι­ξε κά­ποιο ρό­λο στη μέ­χρι τώ­ρα πο­ρεί­α σας ως ε­πιστή­μο­να και ως άν­θρω­πο;

Η αρ­με­νι­κή κα­τα­γω­γή μου ό­χι μό­νο έ­παι­ξε κά­ποιο ρό­λο, αλ­λά ση­μά­δε­ψε την πορεί­α μου τό­σο ως άν­θρω­πο ό­σο και ως ε­πι­στή­μο­να. Σε κά­θε στά­διο, σε κά­θε βήμα, εκ­προ­σω­πού­σα θέ­λο­ντας και μη το έ­θνος μας.

Σε δια­δρο­μές με συν­θή­κες α­ντί­ξο­ες α­να­κά­λυ­πτα μέ­σα μου τα γο­νί­δια της ε­πι­βί­ω­σης που μου κλη­ρο­δό­τη­σαν οι πρό­γο­νοί μου. Οι θύ­μη­σες των παι­δι­κών χρό­νων, γύ­ρω α­πό την α­ναμ­μέ­νη σόμπα του χει­μώ­να, φέρ­νουν α­να­πό­φευ­κτα στις ο­θό­νες της μνή­μης μου τον πα­τέρα και την μη­τέ­ρα να δι­η­γού­νται ι­στο­ρί­ες για τους παπ­πού­δες και τους α­πίστευ­τους τρό­πους που γλύ­τω­σαν α­πό τις χα­τζά­ρες των Τούρ­κων. Η μια πλευ­ρά της κα­τα­γω­γής μου (του πα­τέ­ρα) εί­ναι α­πό τη Νί­γδη, πε­ριο­χή με έ­ντο­νο, κά­πο­τε, ελ­λη­νι­κό στοι­χεί­ο. Η άλ­λη πλευ­ρά (της μη­τέ­ρας) α­πό την Κιου­τά­χεια, την πα­τρί­δα του Κο­μι­τάς (κα­τά κό­σμον Σο­γο­μών Σο­γο­μω­νιάν). Το μι­κρό μου μυ­στι­κό λοιπόν εί­ναι ό­τι το ό­νο­μα μου (ί­διο με αυ­τό του παπ­πού μου) «α­κού­ει» στο μι­κρό κο­σμι­κό ό­νο­μα του Κο­μι­τάς, χά­ριν του ο­ποί­ου εί­χε πά­ρει το ό­νο­μά του ο παπ­πούς. Στον ε­πι­στη­μο­νι­κό χώ­ρο, τα­ξι­δεύ­ο­ντας και γνω­ρί­ζο­ντας ξέ­νους συ­να­δέλφους σε συ­νέ­δρια δια­πι­στώ­νω το πο­λύ κα­λό ό­νο­μα που έ­χουν α­φή­σει πα­ντού οι συ­μπα­τριώ­τες μας.

Πά­ντα κά­ποιος έ­χει κά­τι πο­λύ κα­λό να μου πει για κά­ποιον γνω­στό του που ή­ταν Αρ­μέ­νιος!

 

Γνω­ρί­ζε­τε στην Αρ­με­νί­α ο α­ντί­στοι­χος το­μέ­ας στην έ­ρευ­να και την εκ­παί­δευ­ση σε ποιο ε­πί­πε­δο βρί­σκε­ται;

Α­ντί άλ­λης α­πά­ντη­σης, θα σας πω ό­τι την τε­λευ­ταί­α τε­τρα­ε­τί­α στο τμή­μα Χημι­κών Μη­χα­νι­κών της Πά­τρας ει­σή­χθη­σαν δύ­ο υ­πο­ψή­φιοι δι­δά­κτο­ρες που έ­χουν α­πο­φοι­τή­σει α­πό το State Engineering University of Armenia at Yerevan. Πρό­κει­ται για τις κυ­ρί­ες Χρι­ψι­μέ Κασπα­ριάν και Σι­ρα­νούς Α­καρ­μα­ζιάν. Πρέ­πει να σας πω, ό­τι ως πρό­ε­δρος του τμήμα­τος Χη­μι­κών Μη­χα­νι­κών βλέ­πω με ι­διαί­τε­ρη α­να­κού­φι­ση, υ­πε­ρη­φά­νεια και τι­μή ό­τι και οι δύ­ο εκ­προ­σω­πούν ε­πά­ξια την πα­τρί­δα κα­τα­γω­γής μας. Μά­λι­στα, στις 22 Δε­κεμ­βρί­ου η κυ­ρί­α Κα­σπα­ριάν υ­πο­στή­ρι­ξε με ε­πι­τυ­χί­α τη δι­δα­κτο­ρική της δια­τρι­βή. Έ­τσι, για την εκ­παί­δευ­ση στους α­ντί­στοι­χους το­μείς της Αρμε­νί­ας έ­χω την κα­λύ­τε­ρη ε­ντύ­πω­ση. Ε­πι­πλέ­ον, εί­ναι γνω­στή η πα­ρα­δο­σια­κή δύ­να­μη των πα­νε­πι­στη­μί­ων της Αρ­με­νί­ας σε μια σει­ρά α­πό το­μείς έ­ρευ­νας, όπως π.χ. στην Ια­τρι­κή, την Α­στρο­φυ­σι­κή κα­θώς και τη Χη­μεί­α.

 

Θα μπο­ρού­σε να υ­πάρ­ξει συ­νερ­γα­σί­α του πα­νε­πι­στη­μί­ου σας και ε­νός α­ντί­στοι­χου στην Αρ­με­νί­α;

Δυ­στυ­χώς, η ση­με­ρι­νή συ­γκυ­ρί­α που βιώ­νουν οι δύ­ο χώ­ρες δεν ευ­νο­εί τη δη­μιουρ­γί­α δι­με­ρών συ­νερ­γα­σιών, κα­θώς αυ­τές θα α­παι­τού­σαν την ύ­παρ­ξη σχε­τικών χρη­μα­το­δο­τή­σε­ων.

Ω­στό­σο, εί­μαι σί­γου­ρος για την ε­πι­τυ­χί­α που θα εί­χε μια τέ­τοια συ­νερ­γα­σί­α τό­σο στο α­κα­δη­μα­ϊ­κό ό­σο και στο ε­ρευ­νη­τι­κό ε­πί­πε­δο.


Τι άλ­λα εν­δια­φέ­ρο­ντα έ­χε­τε ε­κτός α­πό το πά­θος σας με την ε­πι­στή­μη και την έ­ρευ­να;

Το πά­θος για την ε­πι­στή­μη και την έ­ρευ­να γί­νε­ται μο­νο­διά­στα­το ε­άν δεν συνο­δεύ­ε­ται α­πό άλ­λα εν­δια­φέ­ρο­ντα. Στην πρώ­τη γραμ­μή έ­χω την οι­κο­γέ­νειά μου που για μέ­να α­πο­τε­λεί πη­γή έ­μπνευ­σης για τη ζω­ή μου. Συ­μπλη­ρω­μα­τι­κά, α­σχο­λού­μαι με τον α­θλη­τι­σμό, ε­νώ μου α­ρέ­σει και η ελ­λη­νι­κή λο­γο­τε­χνί­α.

Τα τελευ­ταί­α χρό­νια α­σχο­λού­μαι με το πο­δό­σφαι­ρο (πα­ρό­λο που εί­χα κά­νει έ­να πέρα­σμα α­πό την ο­μά­δα μπά­σκετ στο Χο­με­νε­ντμέν, ε­νώ α­ξέ­χα­στη μέ­νει η 15ε­τί­α που α­φιέ­ρω­σα ως βαθ­μο­φό­ρος στους προ­σκό­πους). Τα «μνη­μειώ­δη» δι­τέρ­μα­τα που παί­ζα­με στην αυ­λή του σχο­λεί­ου «Σο­φί­α Α­γκο­πιάν» τις δε­κα­ε­τί­ες του ’70 και του ’80 δεν σβή­νουν α­πό τη μνή­μη μου.

Ε­πι­πλέ­ον, θα ή­θε­λα να σας πω ό­τι η μακρά α­που­σί­α μου α­πό την Α­θή­να και η προ­σή­λω­σή μου στον α­κα­δη­μα­ϊ­κό χώ­ρο μου στέ­ρη­σε τη δυ­να­τό­τη­τα να πα­ρα­κο­λου­θώ α­πό κο­ντά τις εκ­δη­λώ­σεις των δια­φόρων ορ­γα­νώ­σε­ων της πα­ροι­κί­ας μας και να νιώ­θω το κε­λά­ρυ­σμα της ό­μορ­φης και πλού­σιας γλώσ­σας μας στα αυ­τιά μου.

Έ­τσι, προ­σπα­θώ μέ­σω της ε­φη­με­ρί­δας Α­ζάτ Ορ και του πε­ριο­δι­κού σας να μέ­νω ε­νή­με­ρος και αυ­τό α­πο­τε­λεί έ­να α­πό τα ση­μα­ντι­κά μου εν­δια­φέ­ρο­ντα.

 

 

Πηγή: armenika.gr

 

Διαβάστε περισσότερα...

Αρχιεπίσκοπος Νισσάν Καρακεχεγιάν

Επι­κε­φα­λής της Αρ­με­νο­κα­θο­λι­κής εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δας

«Η Αρ­μενο­κα­θο­λι­κή κοι­νό­τη­τα πή­ρε σάρ­κα και ο­στά την πε­ρί­ο­δο του βα­σι­λεί­ου της Κι­λι­κί­ας αλ­λά και αρ­γό­τε­ρα το 14ο-15ο αιώ­να με την έ­λευ­ση των ευ­ρω­παί­ων ιε­ρα­πο­στό­λων»

 

Θα θέ­λα­με να μας πα­ρου­σιά­σε­τε έ­να σύ­ντο­μο ι­στο­ρι­κό της Αρ­μενι­κής Κα­θο­λι­κής εκ­κλη­σί­ας.

Α­πό την αρ­χή της ί­δρυ­σης της αρ­με­νι­κής εκ­κλη­σί­ας, η Αρ­μενο­κα­θο­λι­κή κοι­νό­τη­τα δρού­σε στους κόλ­πους της. Πή­ρε σάρ­κα και ο­στά και ενδυ­να­μώ­θη­κε την πε­ρί­ο­δο του βα­σι­λεί­ου της Κι­λι­κί­ας αλ­λά και αρ­γό­τε­ρα το 14ο-15ο αιώ­να με την έ­λευ­ση των ευ­ρω­παί­ων ιε­ρα­πο­στό­λων. Με την κα­τά­λη­ψη της χώ­ρας α­πό τους Τούρ­κους, η κοι­νό­τητα δρα­στη­ριο­ποι­ή­θη­κε έ­χο­ντας ως κέ­ντρο την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη.

Ζω­τι­κό­τητα στους Αρ­με­νο­κα­θο­λι­κούς έ­δω­σαν οι Μι­χι­τα­ρι­στές μο­να­χοί, με ι­δρυ­τή τον Μχι­τάρ Σε­μπα­στα­τσί και τον ε­πί­σκο­πο Α­πρα­χάμ Αρ­τζι­βιάν, ο ο­ποί­ος το 1742 παίρνο­ντας την ευ­λο­γί­α του Πά­πα ί­δρυ­σε στη Βη­ρυ­τό το Αρ­με­νι­κό Κα­θο­λι­κό Πα­τριαρ­χεί­ο. Πριν α­πό την ί­δρυ­σή του υ­πήρ­χαν Αρ­με­νο­κα­θο­λι­κές κοι­νό­τη­τες στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη αλ­λά και στις: Χα­λέ­πι, Ντιαρ­μπε­κίρ, Μαρ-ντου­νί, Ι­σπα­χάν, Να­χι­τσε­βάν, Κρι­μαί­α, Πο­λω­νί­α και Αί­γυ­πτο, οι ο­ποί­ες ω­στό­σο με την ί­δρυ­σή του συ­νε­νώ­θη­καν. Σή­με­ρα, κοι­νό­τη­τες υ­πάρ­χουν σε ό­λη την αρ­με­νι­κή δια­σπο­ρά.

 

 

 

Ποιες εί­ναι οι δο­ξα­σί­ες της Αρ­με­νο­κα­θο­λι­κής εκ­κλη­σί­ας;

Η Αρ­με­νι­κή Α­πο­στο­λι­κή και η Αρ­με­νι­κή Κα­θο­λι­κή εκ­κλη­σί­α έ­χουν τις ί­διες δο­ξα­σί­ες. Η λει­τουρ­γί­α γί­νε­ται με τον ί­διο τρό­πο, έ­χου­με τα ί­δια μυ­στή­ρια και τις ί­διες τε­λε­τές, τους ί­διους ύ­μνους και ψαλ­μω­δί­ες. Άλ­λω­στε, αυ­τά εί­χαν προ­η­γη­θεί α­πό τον 5ο αιώ­να και εί­χαν υ­ιο­θε­τη­θεί α­πό όλους τους Αρ­με­νί­ους. Συ­νε­πώς, δεν υ­πήρ­χε λό­γος να αλ­λά­ξουν.

 

 

Ποια εί­ναι η σχέ­ση της Αρ­με­νι­κής Κα­θο­λι­κής εκ­κλη­σί­ας με το Βατι­κα­νό;

Με την ι­διό­τη­τα μας ως μέ­λη του Πα­γκο­σμί­ου Κα­θο­λι­κού εκ­κλη­σια­στι­κού συμβου­λί­ου α­να­γνω­ρί­ζου­με ως α­νώ­τα­το άρ­χο­ντα τον Πά­πα της Ρώ­μης. Λαμ­βά­νου­με μέ­ρος στις α­πο­φά­σεις και α­πο­δε­χό­μα­στε τα πι­στεύ­ω, τον πει­θαρ­χι­κό κώ­δι­κα και τα η­θι­κά δι­δάγ­μα­τα της Κα­θο­λι­κής εκ­κλη­σί­ας.

 

 

Θα μας πεί­τε λί­γα λό­για για τον αρ­με­νι­κό ρα­διο­σταθ­μό που λειτουρ­γεί στο Βα­τι­κα­νό;

Ο ρα­διο­σταθ­μός του Βα­τι­κα­νού εί­ναι προ­σβά­σι­μος α­πό ό­λες τις κα­θο­λι­κές κοι­νό­τη­τες, αρ­κεί αυ­τές να μπο­ρούν να πα­ρέ­χουν προ­σω­πι­κό που θα πα­ρου­σιάζει έ­να α­ξιό­λο­γο και ποιο­τι­κό πρό­γραμ­μα. Το πρό­γραμ­μά μας πε­ρι­λαμ­βά­νει ειδή­σεις α­πό ό­λες μας τις κοι­νό­τη­τες, κά­ποιες φο­ρές μά­λι­στα και α­πό τις ορ­θό­δο­ξες αρ­με­νι­κές ε­νώ με­τα­δί­δε­ται για μι­σή ώ­ρα κά­θε μέ­ρα.

 

Ποιος εί­ναι σή­με­ρα ο α­ριθ­μός των Αρ­με­νο­κα­θο­λι­κών σε ό­λο τον κό­σμο και πό­σοι εί­ναι στην Αρ­με­νί­α;

Οι Αρ­με­νο­κα­θο­λι­κοί α­πο­τε­λούν το 10% του αρ­με­νι­κού πλη­θυ­σμού στη δια­σπο­ρά. Στην Αρ­με­νί­α έ­χου­με 80.000 πι­στούς και συ­νο­λι­κά πε­ρί­που 400.000 σε ό­λη την πρώ­ην Σοβιε­τι­κή Έ­νω­ση.

 

 

Ποια εί­ναι η διάρ­θρω­ση της εκ­κλη­σί­ας σας;

Η διάρ­θρω­σή μας εί­ναι η ε­ξής: κε­φα­λή εί­ναι ο Αρ­μέ­νιος Κα­θο­λι­κός Πα­τριάρ­χης που εί­ναι πρό­ε­δρος της Ιε­ράς Συ­νό­δου. Η Σύ­νο­δος α­πο­τε­λεί­ται α­πό ε­πι­σκό­πους και μη­τρο­πο­λί­τες. Ε­πί­σης, με συμ­βου­λευ­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα συμ­με­τέ­χουν οι άβ­βες και οι πα­τριαρ­χι­κοί α­ντι­κα­τα­στά­τες. Κα­τό­πιν, έ­χου­με τις πα­ροι­κια­κές Μη­τρο­πό­λεις, οι ο­ποί­ες με τη σει­ρά τους χω­ρί­ζο­νται σε ποί­μνια. Ε­πι­κεφα­λής εί­ναι οι Μη­τρο­πο­λί­τες ή Αρ­χιε­πί­σκο­ποι, ε­νώ ε­πι­κε­φα­λείς των ποι­μνίων εί­ναι οι ποι­με­νάρ­χες ιε­ρείς. Ο κλή­ρος α­πο­τε­λεί­ται α­πό τους ά­γα­μους και τους πα­ντρε­μέ­νους ιε­ρείς. Μό­νο οι ά­γα­μοι μπο­ρούν να φτά­σουν στο βαθ­μό του ε­πι­σκό­που ή του πα­τριάρ­χη. Οι λα­ϊ­κοί της κοι­νό­τη­τας έ­χουν μό­νο συμ­βου­λευ­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα στην ε­κλογή των ε­πι­σκό­πων. Αυ­τοί α­να­λαμ­βά­νουν μη εκ­κλη­σια­στι­κές ερ­γα­σί­ες και πρωτο­βου­λί­ες και πα­ράλ­λη­λα α­σχο­λού­νται με πο­λι­τι­στι­κές, φι­λαν­θρω­πι­κές και κοι­νω­νι­κές εκ­δη­λώ­σεις.

 

Οβαννές Γαζαριάν

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Αποκριάτικο Μασκέ πάρτυ

Το Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012 από τις 10:00 μμ και μετά, σας περιμένουμε στο αποκριάτικο πάρτυ, στην αρμενική λέσχη του Καρέα, 28ης Οκτωβρίου 19 Βύρωνας.
Οι dj Cris και dj Hagop, θα αναλάβουν να μας "ανεβάσουν" το κέφι και την διάθεση για χορό!!!!!
Είσοδος: 3.407,5 Δραχμές :-) (η τιμή συμπεριλαμβάνει ποτό και "παρελκόμενα")


ΣΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΟΛΟΥΣ!!!!!!!!!

 

Διαβάστε περισσότερα...

Τα βλέμματα στη «Γη των βιβλίων»

«Μπή­κα­με στη γη των βι­βλί­ων» εί­χαν α­να­φω­νή­σει οι Ά­ρα­βες με έκ­πλη­ξη, κα­τά την πρώ­τη ει­σβο­λή τους στην Αρ­μενί­α. Αυ­τή την ί­δια γη υ­πέ­δει­ξε η UNESCO ως Πα­γκόσμια Πρω­τεύ­ου­σα Βι­βλί­ου για το 2012, έ­πει­τα α­πό συ­νε­δρί­α­ση της ε­πι­τρο­πής επι­λο­γής του Ορ­γα­νι­σμού που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε στις 2 Ιου­λί­ου του πε­ρα­σμέ­νου έ­τους.

Σύμ­φω­να με τα μέ­λη της ε­πι­τροπής, η πό­λη του Ε­ρε­βάν ε­πι­λέ­χθη­κε ως Πα­γκό­σμια Πρω­τεύ­ου­σα Βι­βλί­ου για το 2012 για την ποιό­τη­τα αλ­λά και την ποι­κι­λί­α του προ­γράμ­μα­τος που προ­ε­τοί­μα­σε, η ο­ποί­α χα­ρα­κτη­ρί­στη­κε ως «πο­λύ λε­πτο­με­ρής, ρε­α­λι­στι­κή, με ρί­ζες στον κοι­νω­νι­κό ι­στό της πό­λης, με πα­γκό­σμιο ε­πί­κε­ντρο και συμ­με­το­χή ό­λων των εν­δια­φε­ρό­με­νων που ε­μπλέκο­νται στη βιο­μη­χα­νί­α του βι­βλί­ου».
Η Ι­ρί­να Μπο­κό­βα, Γε­νι­κή Διευ­θύ­ντρια της UNESCO, ό­ταν α­να­κοί­νω­σε τη ση­μα­ντι­κή αυ­τή νί­κη του Ε­ρε­βάν, δή­λω­σε χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: «Συγ­χαί­ρω την πό­λη του Ε­ρε­βάν η ο­ποί­α πα­ρου­σί­α­σε έ­να ι­διαί­τε­ρα εν­δια­φέ­ρον πρό­γραμ­μα με πολ­λά δια­φο­ρε­τι­κά θέ­μα­τα, συ­μπερι­λαμ­βα­νο­μέ­νης της ε­λευ­θε­ρί­ας της έκ­φρα­σης, κα­θώς και πολ­λές δρα­στη­ριότη­τες για τα παι­διά, τα ο­ποί­α θα εί­ναι οι α­να­γνώ­στες και οι συγ­γρα­φείς του αύ­ριο».
Α­νέ­κα­θεν, η τυ­πο­γρα­φί­α κα­τεί­χε ση­μα­ντι­κό ρό­λο στη ζω­ή των Αρ­με­νί­ων, ε­νώ μά­λι­στα α­πο­τέ­λε­σε και ση­μεί­ο κα­μπής στην ι­στο­ρί­α του λα­ού. Α­να­τρέ­χο­ντας πί­σω στο χρό­νο, ή­ταν το 1512, ό­ταν μα­κριά α­πό τη «Γη τη βι­βλί­ων», στη Βε­νε­τί­α ο Αγκόπ Με­γα­πάρ­τ λά­τρης των χει­ρο­γρά­φων τύ­πω­νε το πρώ­το αρ­με­νι­κό βι­βλί­ο, σχε­δόν έ­ναν αιώ­να με­τά την ε­φεύ­ρε­ση της τυ­πο­γρα­φί­ας α­πό τον Γου­τεμ­βέρ­γιο.
Η τυ­πο­γρα­φί­α α­να­νέ­ω­σε και έ­δω­σε νέ­ες προ­ο­πτι­κές α­νά­πτυ­ξης, τό­σο στην λογο­τε­χνί­α ό­σο και στις με­τα­φρά­σεις- δυ­ο δια­φο­ρε­τι­κά α­ντι­κεί­με­να, τα ο­ποί­α ω­στό­σο εί­χαν α­να­πτυ­χθεί πα­ράλ­λη­λα για έ­ναν αιώ­να και πλέ­ον. Η Βί­βλος με τα γράμ­μα­τα της αρ­με­νι­κής αλ­φα­βή­του μά­λι­στα, α­πο­τέ­λε­σε λα­μπρό πα­ρά­δειγ­μα για την α­να­γέν­νη­ση της χώ­ρας, ε­νώ τα πρώ­τα έ­ντυ­πα βι­βλί­α ή­ταν δια­κο­σμη­μέ­να ό­πως α­κρι­βώς τα αρ­με­νι­κά χει­ρό­γρα­φα, συ­νε­χί­ζο­ντας με τον τρό­πο αυ­τό την παρά­δο­ση. Η τυ­πο­γρα­φί­α ξε­κί­νη­σε στη Βε­νε­τί­α και συ­νέ­χι­σε την α­διά­κο­πτη πο­ρεί­α της προς το Μα­ντράς, στη συ­νέ­χεια το Λβίβ (ή Λβόφ) το 1616, τη Ρώ­μη το 1623, το Μι­λά­νο το 1624, το Πα­ρί­σι το 1633, τη Νορ Τζούλ­φα (Νέ­α Τζούλ­φα) το 1640, το Άμ­στερ­νταμ το 1655, την Αγί­α Πε­τρού­πο­λη, την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, την Τι­φλί­δα, το Σου­σί (στο Να­γκόρ­νο Κα­ρα­πάχ) και το Ε­ρε­βάν. Πρό­κει­ται για έ­να «τα­ξί­δι» που δι­ήρ­κη­σε πά­νω α­πό τρεις δε­κα­ε­τί­ες, φτά­νο­ντας τε­λι­κά σε ό­λες τις πό­λεις του κό­σμου.
Έ­τσι λοι­πόν, α­πό το 1512 έ­ως το 1920, 11.000 γνω­στά αρ­με­νι­κά βι­βλί­α τυ­πώ­θη­καν ε­κτός Αρμε­νί­ας (2.243 βι­βλί­α στη Βε­νε­τί­α, 5.492 στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη και 3.637 στην Τι­φλί­δα), ε­νώ κα­τά τις δε­κα­ε­τί­ες του ’20, ’30 και ’40, πε­ρί­που τα 18.000 βι­βλί­α εκ­δό­θη­καν στην Αρ­με­νί­α.

Ξε­χω­ρι­στές εκ­δη­λώ­σεις

Φέ­τος, η ι­στο­ρί­α του αρ­με­νι­κού βι­βλί­ου θα γί­νει προ­σβά­σι­μη και ο­ρα­τή ό­σο πο­τέ, α­φού έ­χει προ­γραμ­μα­τι­στεί πλη­θώ­ρα εκ­δη­λώ­σε­ων.
Μο­να­δι­κές πα­ρου­σιά­σεις θα δώ­σουν την ευ­και­ρί­α να θαυ­μά­σου­με αρ­μενι­κά βι­βλί­α -αρχέτυπα και παλαίτυπα-, τα ο­ποί­α δια­τη­ρού­νται σε βι­βλιο­θή­κες και μου­σεί­α ξέ­νων χω­ρών. Έ­τσι λοι­πόν, με την έκ­θε­ση 1.106 πα­λαιών βι­βλί­ων, η αρ­με­νι­κή τυ­πο­γρα­φί­α, η γε­ω­γρα­φία της κα­θώς και οι θε­με­λιώ­δεις ι­δέ­ες της θα κα­τα­στούν πλέ­ον εμ­φα­νείς στο ευ­ρύ κοι­νό. Το τρέ­χον έ­τος πρό­κει­ται να πα­ρου­σια­στούν σε πα­γκό­σμιες εκ­θέ­σεις, αρ­μενι­κά βι­βλί­α α­πό τις βι­βλιο­θή­κες του Κο­γκρέ­σου των Η­ΠΑ, τη βι­βλιο­θή­κη του Αγί­ου Μάρ­κου της Ι­τα­λί­ας, α­πό τη Γαλ­λί­α, τη Ρου­μα­νί­α, τη Βουλ­γα­ρί­α, την Κίνα, την Ολ­λαν­δί­α, τη Γερ­μα­νί­α και τη Ρω­σί­α.
Μό­νο στη με­γα­λύ­τε­ρη βι­βλιο­θή­κη της Α­γί­ας Πε­τρού­πο­λης υ­πάρ­χουν 75.000 αρ­με­νι­κά βι­βλί­α σε έ­ντυ­πη μορ­φή, εκ των ο­ποί­ων τα 93 εί­ναι α­ντί­κες α­πό το 17ο-18ο αιώ­να, ό­πως η «Ι­στο­ρί­α της Αρ­με­νί­ας» του Μοβ­σές Χο­ρε­να­τσί (Άμ­στερ­νταμ, 1669) και το «Αλ­φα­βη­τά­ριο» (1623). Πλέ­ον, η αρ­με­νι­κή τυ­πο­γρα­φί­α με­τρά 500 χρό­νια ύ­παρ­ξης και για το Ε­ρε­βάν οι εορ­τα­σμοί δεν α­πο­τε­λούν μό­νο φό­ρο τι­μής σε ό­σους προ­σέ­φε­ραν στην α­νά­πτυξή της. Α­ντί­θε­τα, μέ­σω αυ­τών ε­πι­χει­ρεί­ται η ε­ξα­σφά­λι­ση της σπου­δαί­ας σύνδε­σης και άρ­ρη­κτης σχέ­σης των γε­νε­ών, κα­θώς και η α­νά­δει­ξη της ι­στο­ρι­κής πο­ρεί­ας του βι­βλί­ου, α­πό την ε­φεύ­ρε­ση του Γου­τεμ­βέρ­γου μέ­χρι την εμ­φά­νιση του δια­δι­κτύ­ου.
Για την ι­στο­ρί­α, η UNESCO α­πο­νέ­μει τον τί­τλο της Πα­γκό­σμιας Πρω­τεύ­ου­σας Βι­βλί­ου α­πό το 2001 και κά­θε χρό­νο, σε πό­λεις που είναι α­φο­σιω­μέ­νες στην προ­ώ­θη­ση του βι­βλί­ου και του δια­βά­σμα­τος.
Το Ε­ρε­βάν εί­ναι η δω­δέ­κα­τη πό­λη που ε­πι­λέ­χθη­κε ως Πα­γκό­σμια Πρω­τεύ­ου­σα Βι­βλί­ου με­τά τις: Μα­δρί­τη (2001), Α­λε­ξάν­δρεια (2002), Νέ­ο Δελ­χί (2003), Αμ­βέρ­σα (2004), Μό­ντρε­αλ (2005), Τορί­νο (2006), Μπο­γκο­τά (2007), Άμ­στερ­νταμ ( 2008), στη Βη­ρυ­τό (2009), Λιου­μπλιά­να (2010) και Μπουέ­νος Ά­ι­ρες (2011).

Τα πρώτα τυπωμένα αρμενικά βιβλια

Το 16ο αιώ­να υ­πήρ­χε με­γά­λη έλ­λει­ψη βι­βλί­ου στην Αρ­με­νί­α, α­φού τα χει­ρό­γρα­φα δεν ε­παρ­κού­σαν. Μο­να­δι­κή λύ­ση ή­ταν να δη­μιουρ­γη­θεί αρ­με­νι­κή τυ­πο­γρα­φί­α στην Ευ­ρώ­πη. Πρω­το­πό­ρος αυ­τής της κί­νη­σης υ­πήρ­ξε ο Α­γκόπ ο ε­πι­λε­γό­με­νος «Με­γα­μπάρ­τ» (=α­μαρ­τω­λός). Ο Α­γκόπ Με­γα­μπάρ­τ γνω­ρί­ζου­με πως ερ­γά­στη­κε στη Βε­νε­τί­α ό­που υ­πήρ­χε αρ­με­νι­κή κοι­νό­τη­τα, α­πό τα τέ­λη του 15ου ως τις αρ­χές του 16ου αιώ­να. Κατ’ αρ­χήν πα­ράγ­γει­λε στους βε­νε­τούς τε­χνί­τες χυ­τά αρ­με­νι­κά στοι­χεί­α πε­ζά «πο­λορ­κίρ» (με­σαιω­νι­κό εί­δος γρα­φής, που κα­θιε­ρώ­θη­κε έ­κτο­τε σαν τυ­πο­γρα­φι­κό στοι­χεί­ο) και κε­φα­λαί­α, κα­θώς και πλά­κες με δια­κο­σμη­τι­κά, φι­γού­ρες, βι­νιέτ­τες και 24 ε­πι­τί­τλους κύ­κλους. Εί­ναι αρ­κε­τά εν­δια­φέ­ρου­σα η λε­πτο­μέ­ρεια πως ο­ρι­σμέ­να γράμ­μα­τα τα ε­τοί­μα­σε σε πα­ραλ­λα­γές για να δί­νει το βι­βλί­ο την ε­ντύ­πω­ση του χει­ρο­γρά­φου. Ε­πι­πλέ­ον χρη­σι­μο­ποί­η­σε δια­κο­σμη­μέ­να αρ­χι­κά, αν­θό­μορ­φα γράμ­μα­τα και 4 δια­κο­σμη­τι­κά που τα τύ­πω­σε ε­ναλ­λάξ πό­τε σε μαύ­ρο και πό­τε σε κόκ­κι­νο.
Α­πό τα βι­βλί­α του, ό­λα σχή­μα­τος 8ου, (11Χ17 εκ.), εί­ναι γνω­στά τα ε­ξής πέ­ντε τυ­πω­μέ­να με­τα­ξύ 1512-1513: «Ουρ­πα­τα­κίρ­κ» («Βι­βλί­ο της Πα­ρα­σκευ­ής») - ια­τρι­κό, «Μπα­ντα­ρα­κα­ντέ­ντρ» («Λει­τουρ­γι­κό») - θρη­σκευ­τι­κό, «Αγ­τάρ­κ» - α­στρο­λο­γι­κό, «Μπαρ­ζα­ντου­μάρ» («Η­με­ρο­λό­γιον» του 1512) - θρη­σκευ­τι­κό - λα­ϊ­κό, «Ντα­γα­ράν» («Τρα­γου­δι­στά­ρι») - καλ­λι­τε­χνι­κό, συλ­λο­γή κο­σμι­κών και θρη­σκευ­τι­κών α­σμά­των.

 

Πη­γή: Η Αρ­με­νι­κή τυ­πο­γρα­φιά, η πρώ­ι­μη πε­ρί­ο­δος (1486-1800) του Α­γκόπ Τζε­λα­λιάν.  armenika.gr

 

Διαβάστε περισσότερα...

Προέχουν τα σχολεία μας

Η πρω­το­φα­νής οι­κο­νο­μι­κή κρί­ση στην ο­ποί­α έ­χει βυ­θι­σθεί η χώ­ρα ε­δώ και δύ­ο χρό­νια, έ­πλη­ξε - ό­πως ή­ταν φυ­σι­κό - και την αρ­με­νι­κή κοι­νό­τη­τα της Ελ­λά­δος.

Οι Eλ­λη­νο­αρ­μέ­νιοι α­πο­τε­λούν α­να­πό­σπα­στο κομ­μά­τι της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας. Μι­κρο­με­σαί­οι στη συ­ντρι­πτι­κή τους πλειο­νό­τη­τα, α­σχο­λού­νται με ό­λους τους ε­παγ­γελ­μα­τι­κούς κλά­δους που συ­να­ντά κα­νείς στις α­στι­κές κυρί­ως πε­ριο­χές· τε­χνί­τες, υ­πάλ­λη­λοι, εκ­παι­δευ­τι­κοί, ε­πι­στή­μο­νες κλπ. Σε κά­ποιους κλά­δους, ό­πως η χρυ­σο­χο­ΐ­α, η σφρα­γι­δο­ποι­ί­α, η αλ­λα­ντο­ποι­ί­α, η βυρ­σο­δε­ψί­α κλπ, η πα­ρου­σί­α τους εί­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο έ­ντο­νη. Με την παν­θο­μο­λο­γού­με­νη ερ­γα­τι­κό­τη­τα και την ε­ντι­μό­τη­τά τους, έ­χουν συμ­βάλ­λει ση­μα­ντι­κά στην εν γέ­νει οι­κο­νο­μι­κή α­νά­πτυ­ξη του τό­που, συμ­με­τέ­χο­ντας στο πο­σο­στό που τους α­να­λο­γεί, στα δη­μο­σιο­νο­μι­κά βά­ρη.

Σαν ι­σό­τι­μοι Έλ­λη­νες πο­λί­τες, αλ­λά και σαν α­πό­γο­νοι των Αρ­με­νί­ων που ι­στο­ρι­κά ή­ταν στο πλευ­ρό του ελ­λη­νι­κού λα­ού, α­πό την αρ­χαιό­τη­τα μέ­χρι το Βυ­ζά­ντιο και α­πό τα χρό­νια της ο­θω­μα­νι­κής κυ­ριαρ­χί­ας μέ­χρι τα χρό­νια της κα­το­χής και του εμ­φυ­λί­ου, δεν έ­πα­ψαν ού­τε στιγ­μή να α­γω­νί­ζο­νται για την πο­λι­τι­κή, πο­λι­τι­στι­κή και οι­κο­νο­μι­κή α­νά­πτυ­ξη της χώ­ρας. Μα­ζί έ­ζη­σαν τα δρα­μα­τι­κά γε­γο­νό­τα που τα­λά­νι­σαν τον ελ­λη­νι­κό λα­ό, ό­πως και την οι­κονο­μι­κή α­νά­πτυ­ξη μέ­χρι την εμ­φά­νι­ση της κρί­σης. Σε μια δύ­σκο­λη προ­σπά­θεια να δια­φυ­λά­ξουν τη γλώσ­σα, την ι­στο­ρί­α και την πα­ρά­δο­σή τους, δη­μιούρ­γη­σαν σχο­λεί­α, εκ­κλη­σί­ες, φι­λαν­θρω­πι­κούς, α­θλη­τι­κούς και πο­λι­τι­στι­κούς συλ­λό­γους που συ­νε­χί­ζουν το έρ­γο τους πα­ρά τις α­ντί­ξο­ες συν­θή­κες.

Α­πό το 1991, οι ελ­λη­νο­αρ­μέ­νιοι λει­τούρ­γη­σαν και σαν συ­νε­κτι­κός κρί­κος με­τα­ξύ Ελ­λά­δος και Αρ­με­νί­ας με­τά την α­νε­ξαρ­τη­το­ποί­η­ση της δεύ­τε­ρης, συμβάλ­λο­ντας στη δη­μιουρ­γί­α μιας ε­νιαί­ας κα­τεύ­θυν­σης σε ό­λους τους ευ­ρωπα­ϊ­κούς και διε­θνείς ορ­γα­νι­σμούς, ό­ταν και ό­πο­τε χρειά­σθη­κε.

Α­πό τη πλευ­ρά της, η ελ­λη­νι­κή πο­λι­τεί­α α­γκά­λια­σε με στορ­γή την αρ­μενι­κή κοι­νό­τη­τα της Ελ­λά­δος, ε­νώ στή­ρι­ξε με συ­νέ­πεια τους α­γώ­νες των Αρ­μενί­ων για την α­να­γνώ­ρι­ση της γε­νο­κτο­νί­ας. Στα πλαί­σια αυ­τά, ι­διαί­τε­ρη σημα­σί­α για ε­μάς έ­χει η στή­ρι­ξη που πα­ρέ­χε­ται στα εκ­παι­δευ­τι­κά μας ι­δρύ­μα­τα. Έ­τσι, ε­νώ η πα­ροι­κί­α φρο­ντί­ζει για τις κτη­ρια­κές ε­γκα­τα­στά­σεις, τα σχο­λικά αυ­το­κί­νη­τα κα­θώς και τους μι­σθούς ο­λό­κλη­ρου του βο­η­θη­τι­κού προ­σω­πικού, η πο­λι­τεί­α έ­χει α­να­λά­βει ε­δώ και πολ­λά χρό­νια το διο­ρι­σμό του ελ­λη­νικού δι­δα­κτι­κού προ­σω­πι­κού, κα­θώς και τη μι­σθο­δο­σί­α των συ­νο­λι­κά δέ­κα περί­που δι­δα­σκά­λων της αρ­με­νι­κής γλώσ­σας, ι­στο­ρί­ας, κλπ.

Δυ­στυ­χώς τα δύ­ο τε­λευ­ταί­α χρό­νια, οι ο­λι­γά­ριθ­μοι αυ­τοί εκ­παι­δευτι­κοί βρέ­θη­καν α­ντι­μέ­τω­ποι μιας πρω­το­φα­νούς ο­λι­γω­ρί­ας των αρ­μο­δί­ων αρ­χών. Η κα­τα­βο­λή των μι­σθών για μεν το σχο­λι­κό έ­τος 2009-2010 πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε με κα­θυ­στέ­ρη­ση τον Ια­νουά­ριο του 2011, για δε τα σχο­λι­κά έ­τη 2010-2011 και 2011-2012 έ­ως τώ­ρα εκ­κρε­μεί α­κό­μη.

Οι αλ­λε­πάλ­λη­λες προ­σπά­θειες των υ­πευ­θύ­νων της πα­ροι­κί­ας και οι εκκλή­σεις τους προς τις αρ­μό­διες αρ­χές, για ε­πί­λυ­ση του προ­βλή­μα­τος που θέ­τει σε κίν­δυ­νο την ί­δια την ύ­παρ­ξη των σχο­λεί­ων μας, έ­χουν μεί­νει χω­ρίς πρα­κτι­κό α­πο­τέ­λε­σμα έ­ως τώ­ρα.

Υ­πουρ­γεί­α που βε­βαιώ­νουν πως τα κον­δύ­λια έ­χουν ε­γκρι­θεί και α­πο­ρούν για­τί α­κό­μη δεν έ­χουν πλη­ρω­θεί οι δά­σκα­λοι· υ­πη­ρε­σί­ες που υ­πο­στη­ρί­ζουν πως ο σχε­τι­κός φά­κε­λος δεν έ­φθασε πο­τέ σ’ αυ­τές κλπ, δη­μιουρ­γούν εύ­λο­γα ε­ρω­τη­μα­τι­κά.

Φυ­σι­κά δεν γνω­ρί­ζου­με που βρί­σκε­ται η α­λή­θεια.

Δεν θέ­λου­με ό­μως να πι­στέ­ψου­με πως α­νά­με­σα στις χι­λιά­δες εκ­παι­δευ­τι­κών που συ­νε­χί­ζουν να μι­σθο­δο­τού­νται κα­νο­νι­κά α­πό το δη­μό­σιο, η μη πλη­ρω­μή των δέ­κα διδα­σκά­λων των σχο­λεί­ων της πα­ροι­κί­ας, εί­ναι ε­κεί­νη που θα λύ­σει το οι­κο­νο­μι­κό πρό­βλη­μα της χώ­ρας.

Το πρό­βλη­μα ό­μως πα­ρα­μέ­νει και πε­ρι­μέ­νου­με πλέ­ον α­πό τις πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις του τό­που να συμ­βάλ­λουν α­πο­τε­λε­σμα­τι­κά στην επί­λυ­σή του.

 

Tου Α­ρά Μα­γκο­γιάν

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Στη διάθεση των ερευνητών το αρχείο του Ντόλτσι

Η πλου­σιό­τε­ρη συλ­λο­γή αρ­χεί­ων στον κό­σμο βρί­σκεται στο Βα­τι­κα­νό, ό­που ι­σχύ­ει ο νό­μος της ε­κα­το­ντα­ε­τί­ας, δη­λα­δή η πλήρης α­πα­γό­ρευ­ση πρό­σβα­σης του κοι­νού σε αυ­τά πριν την πα­ρέ­λευ­ση ε­κα­τό ε­τών. Σύ­ντο­μα ό­μως συ­μπλη­ρώ­νε­ται η ε­κα­το­ντα­ε­τί­α και θα τε­θούν στη διά­θε­ση των με­λε­τη­τών κά­ποια πο­λύ ση­μα­ντι­κά αρ­χεί­α. Α­νά­μεσά τους βρί­σκο­νται χι­λιά­δες έγ­γρα­φα, το­πο­θετη­μέ­να σε έ­ξι με­γά­λα κου­τιά, τα ο­ποί­α φέ­ρουν την ο­νο­μα­σί­α «Η Συλ­λο­γή του Ντόλ­τσι».

Ο Ά­ντζε­λο Μα­ρία Ντόλ­τσι υ­πήρξε ο Πα­πι­κός ε­πι­τε­τραμ­μέ­νος στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη α­πό το 1914 έ­ως το 1923, ο ο­ποί­ος ε­πι­πλέ­ον ή­ταν επι­κε­φα­λής ε­νός με­γά­λου δι­κτύ­ου Πα­πι­κών α­πο­στο­λών σε ό­λη την Οθω­μα­νι­κή ε­πι­κρά­τεια, α­πό την Κων­στα­ντι­νού­πολη έ­ως τις διά­φο­ρες ε­παρ­χί­ες, τη Συ­ρί­α, το Λί­βα­νο, την Πα­λαι­στί­νη κ.α. Κα­θη­με­ρι­νά, ο Ντόλ­τσι λάμ­βα­νε α­πό δια­κό­σιους και πλέ­ον α­πε­σταλ­μέ­νους του λε­πτο­με­ρείς κα­τα­γρα­φές των σφα­γών και των ε­κτο­πι­σμών που συ­ντε­λού­νταν σε ο­λό­κλη­ρη τη Δυ­τι­κή Αρ­με­νί­α.

Οι εν λό­γω κα­τα­γρα­φές μετα­φέ­ρο­νταν στο Βα­τι­κα­νό, ό­που κα­τη­γο­ριο­ποιού­νταν και φυ­λάσ­σο­νταν σε ει­δικό αρ­χεί­ο. Στο τέ­ταρ­το α­πό τα έ­ξι αυ­τά προ­α­να­φερ­θέ­ντα κου­τιά βρί­σκο­νται έγ­γρα­φα ε­ξαι­ρε­τι­κής ση­μα­σί­ας, τα ο­ποί­α ξε­περ­νούν τα πε­ντα­κό­σια στον α­ριθ­μό. Α­νά­με­σα σε αυ­τά, υ­πάρ­χουν δι­πλω­μα­τι­κές α­να­φο­ρές σταλ­μένες α­πό το Βα­τι­κα­νό προς πρέ­σβεις, στρα­τιω­τι­κούς α­κο­λού­θους και δη­μο­σί­ους υ­παλ­λή­λους δια­φό­ρων χω­ρών της Ο­θω­μα­νι­κής αυ­το­κρατο­ρί­ας. Ε­πί­σης, βρί­σκο­νται δι­πλω­μα­τι­κά πρα­κτι­κά συ­ζη­τήσε­ων με τους Τα­λα­άτ, Εν­βέρ και Α­τα­τούρ­κ, τα ο­ποί­α πε­ριέ­χουν θέ­μα­τα που α­φο­ρούν το Αρ­με­νι­κό Ζή­τη­μα. Στα έγ­γρα­φα αυτά ε­πι­κρα­τούν- για ευ­νό­η­τους λό­γους- οι πλη­ρο­φο­ρί­ες σχετι­κές με Κα­θο­λι­κούς Αρ­με­νί­ους. Πα­ρα­δείγ­μα­τος χάριν, κα­τα­γρά­φε­ται ό­τι το 1914 ο α­ριθ­μός των Κα­θο­λι­κών Αρ­με­νί­ων στις 15 Αρ­με­νι­κές Μη­τρο­πό­λεις ή­ταν πε­ρί­που ε­κα­τό χι­λιά­δες ά­το­μα, ε­νώ το 1916 οι 11 α­πό τις 15 Μη­τρο­πό­λεις πλέ­ον δεν υ­πήρχαν, κα­θώς και ό­τι ο πλη­θυ­σμός των πό­λε­ων Μα­ράς και Χα­λε­πί­ου εί­χει μειω­θεί κα­τά πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό το μι­σό.

Ο Ντόλ­τσι μά­λι­στα στις 15 Ιου­λί­ου 1915, έ­στει­λε μί­α ε­πι­στο­λή προς τον Υ­πουρ­γό Ε­ξω­τε­ρι­κών του Βα­τι­κα­νού, Πιέ­τρο Κα­σπα­ρί­νι α­να­φέ­ρο­ντας πως ο­λό­κλη­ρη η επαρ­χί­α Κι­λι­κί­ας υ­πό­κει­ται σε συ­στη­μα­τι­κούς διωγ­μούς, ε­νώ ε­πι­διώ­κε­ται πλή­ρης ε­κτο­πι­σμός του Χρι­στια­νι­κού πλη­θυ­σμού. Πά­νω σε αυ­τές τις α­να­φο­ρές στη­ρί­χτη­κε ο Πά­πας Βε­νέ­δι­κτος ΙΕ’ και το 1918 α­πέ­στει­λε δύ­ο ι­διό­χει­ρες ε­πιστο­λές δια­μαρ­τυ­ρί­ας προς το σουλ­τά­νο, ζη­τώ­ντας του να στα­μα­τή­σει τις σφαγές των Αρ­με­νί­ων.

Πέ­ρα απ’ ό­λα τα πα­ρα­πά­νω ό­μως, το αρ­χεί­ο του Ντόλ­τσι πε­ρι­λαμ­βά­νει α­νε­κτί­μη­της α­ξί­ας ντο­κου­μέ­ντα για τους βί­αιους ε­κτο­πι­σμούς και την οι­κειο­ποί­η­ση ό­λων των υ­παρ­χό­ντων των Αρ­με­νί­ων. Ο ί­διος μά­λι­στα κα­τά­φε­ρε να στείλει στη Ρώ­μη ό­λα τα πρω­τό­τυ­πα των νό­μων και των δια­ταγ­μά­των που σχε­τί­ζο­νταν με τους ε­κτο­πι­σμούς και τις σφα­γές των Αρ­με­νί­ων σε ό­λη την Ο­θω­μα­νι­κή επι­κρά­τεια. Στο ί­διο αρ­χεί­ο βρί­σκε­ται ε­πί­σης το πρω­τό­τυ­πο του δια­τάγ­μα­τος που α­φο­ρά στην οι­κειο­ποί­η­ση της κι­νη­τής και α­κί­νη­της πε­ριου­σί­ας των εκτο­πι­σθέ­ντων, το ο­ποί­ο φέ­ρει τις υ­πο­γρα­φές των Τα­λα­άτ, Εν­βέρ και Να­ζίμ. Μέ­χρι στιγ­μής, δύ­ο ι­στο­ρι­κοί, η Ε­λί­ζα­μπεθ Τε­τζι­ριάν και ο διευ­θυ­ντής της Αρ­με­νι­κής ψη­φια­κής βι­βλιο­θή­κης Με­ρου­ζάν Κα­ρα­μπε­τιάν, έ­χουν κα­τα­φέ­ρει να ει­σέλ­θουν στο χώ­ρο των αρ­χεί­ων του Βα­τι­κα­νού και να ε­ρευ­νή­σουν τα δεδο­μέ­να. Ο Κα­ρα­μπε­τιάν βε­βαιώ­νει ό­τι στο αρ­χεί­ο του Ντόλ­τσι βρί­σκο­νται α­νεκτί­μη­της α­ξί­ας πλη­ρο­φο­ρί­ες και για τη συ­στη­μα­τι­κή προ­σπά­θεια ε­κτουρ­κισμού των ορ­φα­νών που εί­χαν ε­πι­ζή­σει της γε­νο­κτο­νί­ας. Πρό­κει­ται για προ­σπά­θεια που υ­λο­ποι­ή­θη­κε α­πό το κόμ­μα Ιτ­τι­χά­ντ.

 

Λούση Οννικιάν-Σαχινιάν

 

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Η στάση του Αρμενικού Πατριαρχείου στο ζήτημα των εξισλαμισμένων Αρμενίων

Το Αρ­με­νι­κό Πα­τριαρ­χεί­ο της Κων­στα­ντι­νού­πολης ι­δρύ­θη­κε τον 15ο αιώ­να ως α­πο­τέ­λε­σμα των ι­στο­ρι­κών ε­ξε­λί­ξε­ων ε­κεί­νης της πε­ριό­δου. Ε­κτός α­πό τα θρη­σκευ­τι­κά κα­θήκο­ντα εί­χε και κο­σμι­κές αλ­λά και πο­λι­τι­κές ε­ξου­σί­ες στους Αρμε­νί­ους που ζού­σαν στην Ο­θω­μα­νι­κή ε­πι­κρά­τεια. Ένα α­πό τα ση­μα­ντι­κά ζη­τήμα­τα με τα ο­ποί­α α­σχο­λή­θη­κε το Πα­τριαρ­χεί­ο ή­ταν οι Αρ­μέ­νιοι που ε­ξι­σλα­μί­στη­καν βίαια κα­τά τη διάρ­κεια της γε­νο­κτο­νί­ας των Αρμενίων το 1915.

Με­τά τον Πρώ­το Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο, η Α­ντά­ντ έ­θε­σε το ζή­τη­μα των ε­ξι­σλα­μι­σθέ­ντων Αρ­με­νί­ων στην ητ­τη­μέ­νη Ο­θω­μα­νι­κή αυτο­κρα­το­ρί­α. Συ­γκε­κρι­μέ­να, θα έ­πρε­πε τα αρ­με­νικής κα­τα­γω­γής γυ­ναι­κό­παι­δα που κρα­τού­νταν α­πό μου­σουλ­μά­νους να ε­πι­στρέ­ψουν στις οι­κο­γένειές τους και σε πε­ρί­πτω­ση που δεν υ­πήρ­χαν πλέ­ον, στις αρ­με­νι­κές ή χρι­στια­νι­κές ορ­γα­νώ­σεις. Ο ρό­λος του Πα­τριαρ­χεί­ου σ’ αυ­τήν την α­πο­στο­λή ή­ταν ου­σια­στι­κός. Δη­μιουρ­γή­θη­καν ε­πι­τρο­πές που άρ­χι­σαν να συλ­λέ­γουν πληρο­φο­ρί­ες για τον α­ριθ­μό των θυ­μά­των και τις το­πο­θε­σί­ες ό­που δια­βιού­σαν. Η δρα­στη­ριό­τη­τά τους ξε­κί­νη­σε στα μέ­σα του 1919 κα­τά τη διάρ­κεια της δεύ­τε­ρης θητεί­ας του Πα­τριάρ­χη Ζα­βέν Ντερ-Ε­γκα­γιάν (1913-16, 1918-22). Το υ­πουρ­γεί­ο Ε­σω­τε­ρι­κών που εκ­προ­σω­πούσε την Ο­θω­μα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση ε­κεί­νη την επο­χή, εξέδω­σε στις 5 Φε­βρουα­ρί­ου του 1919 διά­ταγ­μα με το ο­ποί­ο ζη­τού­σε ό­λα τα γυ­ναι­κό­παι­δα που βρί­σκο­νταν στα χέρια μου­σουλ­μα­νι­κών οι­κο­γε­νειών να πε­ρά­σουν υ­πό την ε­πο­πτεί­α των ε­πι­τρο­πών. Το διά­ταγ­μα αυ­τό βρί­σκε­ται σή­με­ρα στα οθω­μα­νι­κά αρ­χεί­α του πρω­θυ­πουρ­γού της Τουρ­κί­ας και ή­ταν κα­τά κύ­ριο λό­γω α­πο­τέ­λε­σμα της με­γά­λης συμ­μα­χι­κής πί­ε­σης και ό­χι προ­ϊ­όν κί­νη­σης κα­λής θέλη­σης. Έ­χει εν­δια­φέ­ρον ό­τι οι τούρ­κοι με­λε­τη­τές θε­ω­ρούν ό­τι η έκ­δο­ση του δια­τάγματος ή­ταν δείγ­μα της α­δυ­να­μί­ας της Τουρ­κί­ας.

Οι ε­πι­τρο­πές α­ντι­με­τώ­πι­σαν πολ­λές δυ­σκο­λί­ες. Πολ­λές Αρ­μέ­νισ­σες εί­χαν α­πο­κτή­σει παι­διά και δεν μπο­ρούσαν να τα α­ποχω­ρι­στούν, ε­νώ άλ­λες που α­πή­χθη­καν σε μι­κρή η­λι­κί­α προτι­μού­σαν να μεί­νουν με τους α­πα­γω­γείς τους. Για το φαι­νό­με­νο αυ­τό, οι τουρ­κι­κές πη­γές δη­λώ­νουν ό­τι, ε­νώ οι γυ­ναί­κες αυ­τές ε­πέ­λε­ξαν ε­λεύ­θε­ρα μου­σουλ­μά­νους, οι αρ­με­νι­κές ε­πι­τρο­πές ή­θε­λαν να τις α­πο­σπά­σουν δια της βί­ας α­πό τις και­νούρ­γιες τους οι­κο­γέ­νειες. Ε­πί­σης, η τουρ­κι­κή πλευ­ρά άρχι­σε να υ­πο­στη­ρί­ζει, ό­τι το Αρ­με­νι­κό Πατριαρ­χεί­ο συ­γκέ­ντρω­νε Κούρ­δους και Τούρ­κους α­νη­λίκους πα­ρου­σιά­ζο­ντάς τους ως Αρ­μέ­νιους, με σκο­πό να αυ­ξή­σει τον αρ­μενι­κό πλη­θυ­σμό. Βέ­βαια δεν μπο­ρεί κα­νείς να αρ­νη­θεί ό­τι συ­νέβη­σαν κά­ποιες πα­ρε­κτρο­πές. Αλλά στις πε­ρισ­σό­τε­ρες πε­ρι­πτώ­σεις υ­πήρ­χαν Αρ­με­νό­που­λα που εί­χαν α­πα­χθεί σε μι­κρή η­λι­κί­α και εί­χαν κο­πεί α­πό τις ρί­ζες τους.

Οι ε­πι­τρο­πές κα­τά­φε­ραν στα τέσ­σε­ρα χρό­νια της δρα­στη­ριό­τητάς τους (1919-22), να α­πε­λευ­θε­ρώ­σουν χι­λιά­δες Αρ­με­νί­ους. Ω­στό­σο, σε μια ε­πί­ση­μη έκ­θε­ση του Πα­τριαρ­χεί­ου προς την Α­με­ρι­κα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση, α­να­φέ­ρε­ται ό­τι υ­πήρ­χαν α­κό­μα 63.000 ορ­φανά Αρ­με­νό­που­λα σε μου­σουλ­μα­νι­κές οι­κο­γέ­νειες. Με­γά­λο πο­σο­στό τους βρί­σκο­νταν στις πό­λεις Ντι­γιάρ­μπα­κιρ, Μαρ­ντίν, Σε­βά­στεια και Κων­στα­ντι­νού­πο­λη.

Την ί­δια πε­ρί­ο­δο, η Κοι­νω­νί­α των Ε­θνών α­πο­φά­σι­σε να α­σχο­λη­θεί με το ζή­τη­μα των Αρ­με­νί­ων που αιχ­μα­λω­τί­στη­καν κα­τά τη διάρ­κεια της γε­νο­κτο­νί­ας του 1915. Για άλ­λη μια φο­ρά οι δυ­σκο­λί­ες ή­ταν με­γά­λες. Η ε­ξή­γη­ση που δό­θη­κε ή­ταν ό­τι, «με­γά­λο μέ­ρος του πλη­θυ­σμού συ­νέρ­γησε στο έ­γκλημα αυ­τό». Μια α­να­φο­ρά δή­λω­νε ό­τι ε­λευ­θε­ρώ­θη­καν 90.819 γυ­ναι­κό­παι­δα και ό­τι έ­νας ι­σο­δύ­να­μος α­ριθ­μός τους πα­ρέμε­νε α­κό­μα υ­πό αιχ­μα­λω­σί­α. Οι παρα­πά­νω υ­πο­λο­γι­σμοί εί­ναι α­ντί­στοι­χοι με αυ­τούς του Πα­τριαρ­χεί­ου (63.000) κά­νο­ντας έ­τσι την έκ­θε­σή του πει­στι­κή.

Η προ­σπά­θεια α­νεύ­ρε­σης των ε­ξισλα­μι­σμέ­νων Αρ­με­νί­ων συ­νε­χί­στη­κε τους με­τα­γε­νέστε­ρους χρό­νους. Στη διάρ­κεια της θη­τεί­ας του Πα­τριάρ­χη Κα­ρε­κίν Χα­τσα­του­ριάν (1951-61), κουρ­δόγλωσ­σα Αρ­με­νό­που­λα α­πό την ε­παρ­χί­α φοί­τη­σαν σε αρ­μενι­κά εκ­παι­δευ­τι­κά ι­δρύ­μα­τα στην Κων­σταντι­νού­πο­λη. Ο Πα­τριάρ­χης Σνορ­κ Κα­λου­στιάν, που δια­δέ­χθηκε τον Χα­τσα­του­ριάν, συ­νέ­χι­σε τις προ­σπά­θειες. Προ­σέγ­γι­σε το ζήτη­μα αυ­τό ε­πι­στη­μο­νι­κά και κα­τη­γο­ριοποί­η­σε τους Αρ­με­νί­ους στις πα­ρα­κά­τω ο­μά­δες:

α) Στους Αρ­με­νί­ους που έ­χουν προ­σχωρή­σει στο Ι­σλάμ με τη θέ­λη­σή τους και ζουν μα­ζί με τους Τούρ­κους, οι ο­ποί­οι υπο­λο­γί­ζο­νται γύ­ρω στο έ­να ε­κα­τομ­μύ­ριο.

β) Στους Αρ­με­νί­ους που εί­χαν ε­ξι­σλαμι­στεί πριν α­πό τρεις γε­νε­ές και ζουν ό­πως οι κουρ­δικές φυ­λές χω­ρι­στά και ό­χι α­νακα­τε­μέ­νοι. Υ­πο­λο­γί­ζο­νται σε ε­κα­το­ντά­δες οι­κο­γένειες που γνω­ρί­ζουν ό­τι εί­ναι αρ­με­νικής κα­τα­γω­γής. Μι­κτοί γά­μοι δεν γί­νο­νται, οι κοι­νω­νί­ες τους εί­ναι κλει­στές και τα μέ­λη της εύ­χο­νται να ε­πι­στρέ­ψουν κά­πο­τε στις ρί­ζες τους.

γ) Σ’ ε­κεί­νους που α­νε­ξαρ­τή­τως αν ε­ξι­σλα­μί­στη­καν οι­κιο­θε­λώς ή ό­χι, γνώ­ρι­ζαν ό­τι ήταν Αρ­μέ­νιοι. Μά­λι­στα στα δια­βα­τή­ριά τους εί­χαν αλ­λά­ξει την λέ­ξη Ι­σλάμ με την λέ­ξη Αρ­μένιος, Ermeni.

δ) Σ’ ε­κεί­νους που δια­τή­ρη­σαν τις ρί­ζες τους α­νε­ξαρ­τή­τως δυ­σκο­λιών. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι α­πό αυ­τούς κα­τοι­κούν στην Πό­λη.

Ο ση­με­ρι­νός πα­τριάρ­χης Μεσ­ρώπ Μου­τα­φιάν α­να­φέρ­θη­κε στο ζή­τη­μα αυ­τό σε μια συ­νά­ντη­ση στις 30 Μα­ΐ­ου 2007. Εί­πε ό­τι θε­ωρεί και αυ­τούς τους Αρ­μενίους μέ­λη της κοι­νό­τη­τας.

Πρό­σφα­τα, ο α­ντι­πρό­σω­πος του Πα­τριάρχη, αρ­χιε­πί­σκο­πος Α­ράμ Α­τε­σιάν δή­λω­σε σε μια συ­νέ­ντευ­ξή του στην τουρ­κι­κή ε­φημε­ρί­δα Χου­ριέτ, ό­τι υ­πήρ­ξαν πε­ρι­πτώ­σεις ε­ξι­σλα­μι­σμού και στην πε­ρί­ο­δο της δη­μο­κρα­τί­ας (με­τά το 1923). Ως πα­ρά­δειγ­μα, α­νέφε­ρε ό­τι κά­ποια μέ­λη της οι­κο­γέ­νειάς του προ­σχώ­ρη­σαν στο Ι­σλάμ το 1950 και ό­τι σή­με­ρα κα­τοι­κούν στο Ντι­γιάρ­μπα­κιρ. Α­πα­ντώ­ντας σε σχε­τι­κή ε­ρώ­τη­ση για τους Αρ­μενίους που ή­θε­λαν να ε­πι­στρέ­ψουν στις ρί­ζες τους και στο χρι­στια­νι­σμό, εί­πε ό­τι ο­ποιοσ­δή­πο­τε πο­λί­της της Τουρ­κί­ας μπο­ρεί να αλ­λά­ξει στο δια­βα­τή­ριο τη θρη­σκεί­α του. Για να θε­ω­ρη­θεί ό­μως μέ­λος της κοι­νό­τη­τας χρειά­ζε­ται αρ­κε­τός χρό­νος. Πρέ­πει να πε­ρά­σει α­πό ε­ξά­μη­νη δια­δι­κα­σί­α στην ο­ποί­α θα α­πο­δει­χτεί πό­σο πι­στός εί­ναι προς τις αρ­με­νι­κές ρί­ζες του. Τό­τε μό­νο το Πα­τριαρ­χεί­ο θα του δώ­σει τα απα­ραί­τη­τα έγ­γρα­φα για να αλ­λά­ξει στο δια­βα­τή­ριο τη θρη­σκεί­α του.

 

Τoυ Ρουπέν Μελκονιάν

Μετάφραση: Γκάρο Αγαμπατιάν  

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Ցվետանա Պասկալևա. Ղարաբաղցու հոգու ուժի դրսևորումն անհնար է կոտրել

Հարցազրույց` Ցվետանա Պասկալևայի հետ

 «Հայաստան» լրատու ցանց. Աթենք, 23.02.2012:

- Թեկուզ Ձեր մասին գիտեն` ինչպես Հայաստանում, նույնպես և Սփյուռքում, սակայն կուզենայինք Ձեզ ներկայացնեիք մեր նոր սերնդին:

- Նոր սերունդը ծնվել է Արցախյան ողբերգական իրադարձություններից հետո. նրանք երևի չեն էլ հիշում կատարվածը, բայց կան այդ փաստագրական կադրերը` 7 ֆիլմեր, որոնք ես նկարել եմ Ղարաբաղի ողբերգության մասին, «Ղարաբաղյան պատերազմի քրոնիկներ», դա հիշեցումն է եկող սերունդներին, որոնք պետք է իմանան այդ տարածքի պատմությունը, հայոց պատմությունը, այդ հերոսների պատմությունը, որոնք իրականացրեցին անհնարինը, այս դեպքում իրենց անկախությունը պահելու և իրենց հողի վրա ապրելու ցանկությունն ու իրավունքը: Նրանք` այն հերոսներն են, որոնք կմնան ձեր հուշերում և կոգեշնչեն: Այդ` մի ամբողջ ժողովրդի հերոսական սխրանքն է: Երեխաները և կանայք ապրեցին և դիմացան մինչև վերջնական հաղթանակ: Վերջապես սա իրական վավերագրություն է, որը ոչ միայն հայկական պատմություն է այլ մի պատերազմի պատմություն, որ մտավ համաշխարհային վավերագրության մեջ:

Իմ կարծիքով բոլոր հայերը իրենց տներում պետք է ունենան այս ֆիլմերը որ փոխանցեն իրենց սերունդներին, ինչպես հիմա կարդում են 1915թ. ցեղասպանության մասին և դիտում նրան վերաբերող լուսանկարները: Ես կարծում եմ որ նման հոգատար վերաբերմունք պետք է ցուցաբերել նաև այս ֆիլմերի նկատմամբ, որովհետև դա այն չուղղված պատմությունն է` այն ողբերգությունն է որին հայ ժողովուրդը դիմացավ, դա այն անմարդկային պայմաններն էին որոնց միջով անցան, որ վերջապես մնան իրենց հողի վրա, ներկա այս կյանքի համար որ ունեք հիմա:

Հայկական հաղթանակը իրավունք է տալիս ձեզ հպարտանալու: Չնայած աննկարագրելի անհավասարությանը, հակառակորդի թե՛ թվային, թե՛ տեխնիկական առավելությանը դուք ձեր ուժով և հավատքով հաղթեցիք և ապացուցեցիք այս հողի վրա ապրելու իրավունքը:

Եւ դա է այն, որ եկող սերունդը պետք է իմանա:

 

- Ի՞նչը ձեզ` մի երիտասարդ կնոջ, մղեց դիմել նման հանդուգն քայլի և մեկնել Արցախ:

- Այն ժամանակ ես արդեն ստացել էի իմ առաջին բարձրագույն կրթությունը և ուսանում էի Կինեմատոգրաֆիայի համամիութենական ինստիտուտի ասպիրանտուրայում: 1990 թվին ես տեսա Վրաստանի և Հարավային Օսեթիայի առաջին պատերազմը և հասցրեցի մի քանի ռեպորտաժներ ու նաև մի վավերագրական ֆիլմ նկարել, բայց այդ պատերազմը շուտ ավարտվեց: Եվ հետո, երբ Մոսկվայում լսեցի Ղարաբաղյան հակամարտության, Գետաշենի և Մարտունաշենի բնակչության տեղահանման մասին, որոնց մասին այդ ժամանակ Մոսկվայում ոչինչ չէին ասում և հաղորդում, բացարձակապես ոչ մի տեղեկատվություն չկար Գորբաչովյան ժամանակաշրջանի «գլաստնոստի և պերեստրոյկայի» ժամանակ, իմ համար շատ տարօրինակ թվաց դա, որ մարդիկ իրար ականջի փսփսում էին՝ «ինչ որ սարսափելի բան է կատարվել»: Որպես վավերագրող ցանկացա գնալ և իմանալ թե ի՞նչ է այդ իրականությունը:

Հասցրեցի լինել Գետաշենում, որ շատ դժվար էր, քանի որ ժողովրդի տեղահանումից հետո տարածաշրջանի վերահսկողությունը ադրբեջանական «օմոն»-ի և Սովետական զորքերի ձեռքում էր: Եւ այդ կադրերը որոնք նկարեցի հայկական Գետաշենի վերջին էջերն էին, որովհետև արդեն ադրբեջանական 600 ընտանիք էին վերաբնակեցնում այնտեղ: Եվ նրանք անընդհատ ինձ «ուղղում» էին, որ այդ գյուղի անունը Չայքենդ է, ոչ թե Գետաշեն: Եվ փաստորեն իմ այդ առաջին ֆիլմում տեսնում եք թե ինչպես են այդ թալանված և քանդված տներում վերաբնակեցվում նոր տերերը: Ինձ հաջողվեց մեկ ամիս հետո ներկա լինել Շահումյանում իրականացված «Կոլցո» օպերացիային, որտեղ ես նկարեցի անժխտելի փաստեր, որոնք ես եթեր ուղարկեցի ռուսական «Վեստի» հեռուստակայանով և միջազգային այլ լրատվամիջոցներով, թե ինչպես է Սովետական բանակը դրամի համար իրականացնում Էրքեջ գյուղի տեղահանումը: Ես մնացի հուսահատ 23 պաշտպանվողների և տեղահանվող ժողովրդի մեջ: Իմ համար չլսված հերոսություն էր այդ 23 մարտիկների դիմադրությունը՝ Ջիվանի հրամանատարությամբ և երևի Աստված էլ մեզ հետ էր, որ կարողացանք անվնաս դուրս գալ այս շրջափակումից: Այդ ռեպորտաժը դարձավ ևս մեկ պայթյուն Սովետական լրատվական դաշտում, որ ինչ է անում Սովետական բանակը: Ինձ համար պարզ դարձավ, որ այդ կայսրությունը ուժգին ճոճվում է և արդեն, դեկտեմբեր ամսին Սովետական Միությունը դադարեց գոյություն ունենալուց:

Ես տեսա, որ Շահումյանում ոչ մեկը չի նկարահանում և աշխարհը անտեղյակ է տեղի ունեցածից: Դա ինձ համար դարձավ մասնագիտական մարտահրավեր: Ես թողեցի ուսումս Մոսկվայի ասպիրանտուրայում, որպեսզի վավերագրեմ կատարվող դեպքերը: Ես չէի կարծում այդ պատերազմը այդքան երկար կտևի, ինձ թվում էր թե Հարավային Օսեթիայի նման արագ կկոնսերվացնեն: Ինձ թվում էր թե վերևներում ինչ-որ որոշում կընդունվի Ղարաբաղի հարցով, բայց ես մնում էի և մնում էի և այնպես ստացվեց, որ 1991-ից մինչև 1994 թվականի հաղթական մայիսը մնացի Արցախում: Երբ, զինադատարի պայմանագրից հետո, Ղարաբաղը որևէ իրավական կարգավիճակ չստացավ, ես որոշեցի մնալ Հայաստանում, որպեսի հետևեմ թե ինչ է տեղի ունենալու հետագայում, որովհետև ես մեծ ջանք էի ներդրել իրականությունը ցույց տալու համար, ես աշխատում էի և տանջվում էի այն սպանված երեխաների, կանանց և ծերերի համար, ես միշտ լաց էի լինում, երբ վիրակապում էի վիրավորներին, տալիս էի իմ արյունը որովհետև հազվագյուտ արյան խումբ ունեմ 4-րդ կարգ բացասական, ղարաբաղցիներից շատերը իրենց արյան խումբը չգիտեին: Պատերազմի դաշտում ադրբեջանցիներին էլ էի փրկում, մարտից հետո գերի ընկածների հետ չէի թողնում հաշվեհարդար տեսնեն, որ կրքերը շատ չբորբոքվեն, մարդասիրություն ցուցաբերեն, որովհետև ղարաբաղցիների համար էլ շատ կարևոր էր կենդանի գերի ունենալը: Ադրբեջանցիները շատ ժամանակ մեկ հայ գերու դիմաց 15 ադրբեջանցի էին պահանջում, այս հարցում մեր զինվորները կատակում էին, որ «Ցվետանա ադրբեջանցիները քեզ մահվան դատավճռի փոխարեն պետք է հուշարձան կանգնեցնեն, եթե իմանան թե քանի ադրբեջանցու կյանք ես փրկել»: Ես միակ անզեն մարդն էի մարտի դաշտում, զենքս իմ կամերան էր, որ միշտ ինձ հետ էր:

- Պատերազմի ժամանակ դուք միշտ թեժ կետերում եք եղել: Պատմեք Ձեր դժվար և ուրախ պահերի մասին: Ի՞նչ ապրումներ եք ունեցել:

- Ողբերգական և ցավալի վիճակներ շատ են եղել, հիմա էլ հազարավոր անգամներ իմ դիտած կադրերը նայելիս զգում եմ այդ ողբերգության հոտը: Առանձնապես հիշում եմ 11 տարեկան մի աղջկա, որը որովայնից վիրավորված էր և 3 անգամ վիրահատվելուց հետո արյունահոսությունը դեռ շարունակվում էր և նրա փրկության համար բժիշկները ինձանից արյուն խնդրեցին, ես իհարկե չմերժեցի: Հաջորդ օրը, առավոտյան, ինձ ասացին, որ աղջնակը ուզում է ինձ տեսնել, ես գնացի նրա մոտ, նա բացեց խոշոր մեծ աչքերը և դժվարությամբ շնորհակալություն հայտնեց, ասելով գիտի որ ես ուժեղ կին եմ և իմ արյունը կօգնի իրեն ոտքի կանգնելու և ինքը երբեք չի մահանա, նրա կողքին երիտասարդ ծնողներն էին, որոնք նույնպես հավատով և հույսով ինձ էին նայում: Հաջորդ առավոտյան գնացի փոքրիկ աղջկան տեսնելու բայց նրա անկողինը դատարկ գտա, բուժքույրն ասաց, որ մահացել է: Չնայած դժբախտությանը երիտասարդ ծնողները մի քանի ժամ սպասել էին ինձ շնորհակալություն հայտնելու:

Հասկացեք, որ սա Ղարաբաղցու հոգու ուժի դրսևորումն է, որ նրանց կոտրել անհնարին է:

Իսկ ուրախը` որ մարտերի միջև ընկած ընդմիջմանը ես օգտվում էի միշտ օծանելիքներից, որ ամիսներով խրամատներում չլողացած զինորները հիշեն, որ իրենք մարդ են, երբ որ ես անցնում էի անշուտահոտություն տարածելով զինորները կատակելով ասում էին, որ ես իրենց արքայադուստրն եմ:

Ես ուզում էի որ իրենց մի պայծառ բան թողնել ու նրանք չընկճվեն:

Իմ անունով 1991թ.-ին Շահումյանում մի աղջկա մկրտեցին: 1993թ երբ Ղարաբաղի հիվանդանոցում էի ապրում ինձ մոտեցան մի տատիկ և մի երիտասարդ կին փոքրիկ աղջկա հետ ասելով, որ աղջկան անվանել են Ցվետանա:

Ներկայիս այդ աղջիկը` Ցվետանա Հայրապետյանը ապրում է Ստեփանակերտում և ուսանում համալսարանի քաղաքագիտության բաժնում: լավ իմանալով, որ իր մասնագիտությունը հետագայում ինչին է ծառայեցնելու:

 

- Արդյո՞ք դիմել եք Ադրբեջանական կողմի և ժողովրդի կարծիքը և մոտեցումը իմանլու:

- Պատերազմի սկզբում չորս անգամ անցել եմ Ադրբեջանական կողմը. փնտրելու հայկական հեռուստատեսության լրագրող Վահագն Հովհաննիսյանին, որին գտա Գանձակի բանտում: Շատ եմ խոսել ադրբեջանցի գերիների և վարձկանների հետ, բայց քանի որ Ադրբեջանում ինձ մահվան էին դատապարտել պարզ էր, որ ես չէի կարող անցնել Ադրբեջան:

- Ադրբեջանական կողմը փորձում է «Խոջալուի» դեպքերը, հայերի դեմ պրոպականդայի վերածել: Վերջերս Արցախում և Հայաստանում հրապարակված եռալեզու` հայերեն, ռուսերևն և անգլերեն գրքույկը ապացուցում է, որ ադրբեջանական կայքերում ներկայացված «Խոջալուի զոհերի» նկարները մեծավմասամբ պատկանում են Թուքիայի և Հարավսլավյաի բնական աղետների և ազգամիջյան բախումներին, որոնց տարիներ ազերիները ներկայացնում էին, որպես խոջալուի զոհեր. Ի՞նչ գիտեք այս մասին:

- Խոջալուի դեպքերի ժամանակ Ղարաբաղում չէի, բայց գիտեի որ Խոջալուն օղակի նման սեղմել էր Ստեփանակերտը և մշտապես հարձակումներ և կրակոցներ էր լինում այդ կողմից և հարակվոր էր այդ օղակը բացել: Հետագայում ինչքան տեղեկացել եմ, զոհվածները ադրբեջանցի զինվորների կողմից գնդակահարված մարդիկ են եղել: Գիտեմ որ հայերը միջանցք էին թողել խաղաղ բնակչությանը հեռանալու համար: Բայց ադրբեջանցիները ամեն ինչ անում էին փաստերը խեղաթյուրելու համար: Նույն սպանվածը տարբեր վիճակներում նկարված էր, մի անգամ շորերով, մի անգամ առանց շորերի և բազմաթիվ այդպիսի փաստեր:

 

- Ի՞նչ պատգամ կուղղեք Հայությանը:

- Ցանկանում եմ միասնություն, քանի որ տեսել եմ երբ հայ ժողովուրդը միասնական է ինչի կարող է հասնել: Միասնական եք` ուժեղ եք և հաղթող: Նորից եմ ասում Ձեր ուժը միասնության մեջ է... Սփյուռքը մեծ ներուժ է:

 

Հարցազրույցը վարեց`

«Հայաստան» շաբաթաթերթի խմբագիր` Այվազյան Դավիթը

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι