Οι δύο γραμμούλες
Γράφει ο Νικόλαος Λυγερός
[Δύο γέροι, στο σπίτι τους, στην Αγία Τριάδα... Ο άντρας κρατά ένα γαλάζιο τετράδιο και η γυναίκα καθαρίζει αμύγδαλα...]
Δήμητρα: Τον σημείωσες κι αυτόν;
Δημήτρης: Ναι πέρασε κι αυτός... [Χρόνος]
Δήμητρα: Τον ήξερες;
Δημήτρης: Όχι, τώρα τον έμαθα...
Δήμητρα: Δάκρυσαν τα μάτια σου...
Δημήτρης: Πάντα δακρύζουν...
Δήμητρα: όταν σβήνει ένας δικός μας.
Δημήτρης: Τώρα έγινε δικός μας! [Χρόνος] Πριν ήταν ένας άγνωστος...
Δήμητρα: Πριν ήταν ένα όνομα, τώρα είναι μια γραμμή... [Χρόνος]
Δημήτρης: Μια γαλάζια γραμμή!
Δήμητρα: Σημασία δεν έχει το χρώμα μα η γραμμή...
Δημήτρης: Κι όμως το χρώμα...
Δήμητρα: Ποιο χρώμα;
Δημήτρης: Το χρώμα του αόρατου είναι η ουσία... [Σιωπή] Γιατί καθαρίζεις αμύγδαλα εφόσον δεν μπορούμε να τα φάμε;
Δημήτρης: Για τους δικούς μας που θα επισκεφθούν...
Δημήτρης: Δε θα έρθουν πια...
Δήμητρα: [Ανήσυχα] Μα γιατί; [Χρόνος] Τι κάναμε;
Δημήτρης: Γίναμε ζωντανά νεκροταφεία...
Δήμητρα: Και τα παιδιά μας; Τα ξέχασες;
Δημήτρης: Εκείνα μας ξέχασαν!
[Η Δήμητρα σιγοκλαίει... Σταμάτησε να καθαρίζει τα αμύγδαλα...]
Δήμητρα: [Κοιτάζοντας μια παλιά φωτογραφία ενός νέου] Μόνον εκείνος δε μας ξέχασε.
Δημήτρης: Η αγνοούμενή μας μνήμη...
[Κάποιος κτυπά την πόρτα του σπιτιού τους... Η Δήμητρα κρύβει τα αμύγδαλα και ο Δημήτρης το γαλάζιο τετράδιο.]
Δήμητρα: Ήρθαν...
Δημήτρης: Ποιοι;
Δήμητρα: Οι δικοί μας... [Χρόνος] Είδες δε μας ξέχασαν...
[Ο Δημήτρης πάει ν’ ανοίξει την πόρτα... Κοιτάζει αριστερά και δεξιά, δε βλέπει κανένα... Ξανακλείνει την πόρτα...]
Δημήτρης: Δεν ήρθε κανείς!
Δήμητρα: [Απογοητευμένη] Μα κάποιος...
Δημήτρης: Ένας θεός ξέρει!
Δήμητρα: Αν ήξερε ο θεός ότι είμαστε τόσο μόνοι δε θα ερχόταν να χτυπούσε την πόρτα μας;
Δημήτρης: Ακόμα κι ο θεός θέλει βοήθεια... [Σιωπή]
Δήμητρα: Εγώ ήθελα μόνο να προσφέρω τα αμύγδαλα μου... Τίποτα άλλο.
Δημήτρης: Αν θες να δούμε μια ψυχή εδώ, καλύτερα να τα φυτέψεις...
[Η Δήμητρα σηκώνεται, παίρνει τα αμύγδαλα που είχε κρύψει και βγαίνει έξω. [Γυρίζει μετά από λίγο]
Δήμητρα: Τα φύτεψα... [Σιωπή] Θα περιμένω την άνοιξη...
Δημήτρης: Εκείνη μας περιμένει ήδη...
Δήμητρα: Κι αν δεν την προφθάσουμε;
Δημήτρης: Θα μας ευχαριστήσει η γη μας...
Δήμητρα: Και ποιος θα ‘ρχεται να βλέπει τη γη μας αν πεθάνουμε κι εμείς;
Δημήτρης: Μην ανησυχείς, δε θα πεθάνουμε γλυκιά μου.
Δήμητρα: Μα γιατί;
Δημήτρης: Έχουμε ήδη πεθάνει... για τους άλλους.
Δήμητρα: Τότε βάλε μια γαλάζια γραμμή πάνω στ΄ όνομά μου και θα βάλω κι εγώ μια στο δικό σου...
[Ανοίγουν το γαλάζιο τετράδιο και βάζουν ο καθένας μια γραμμή στο όνομα του άλλου και κλαίνε αγκαλιασμένοι.]