Menu

Σχεδόν ένας αιώνας Αρμενική!

H Ιστορία της Ένωσης Αρμενίων Αθλητών ( Αρμενικής - Χομενετμέν) αρχίζει στην Κωνσταντινούπολη το 1918 και σιγά σιγά εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο, από τους διωγμένους Αρμενίους που αναζήτησαν νέες πατρίδες. Mέσα στο χρόνο η Αρμενική θα γίνει συνώνυμο του τρόπου ζωής ανθρώπων που ταλαιπωρήθηκαν από την προσφυγιά.

Το Χομενετμέν είχε ως σκοπό την ηθική και φυσική εκπαίδευση των νέων Αρμενίων της διασποράς. Οι “οικογένεια” της Αρμενικής προσπάθησε να συγκεντρώσει όλους τους κατατρεγμένους Αρμενίους και παράλληλα να τους δώσει μία διέξοδο στα προβλήματά τους.

«Σκοπός του συλλόγου είναι η περισυλλογή και συγκέντρωση των Αρμενίων αθλητών, καθώς και η διάδοση του φίλαθλου αισθήματος στη νεολαία για την διάπλαση όλκιμων σωμάτων, θαρραλέων ψυχών, ευγενικών χαρακτήρων, ικανών για την εκπλήρωση κάθε υποχρέωσης προς την κοινωνία και την οικογένεια», αναφέρει μεταξύ άλλων το καταστατικό.

Στην Ελλάδα η ομάδα ιδρύθηκε το 1924 με ποδοσφαιρική και προσκοπική δραστηριότητα και παραρτήματά της ιδρύθηκαν σε όλη τη χώρα, όπως στην Αθήνα, στην Κέρκυρα, στη Μυτιλήνη, στην Κοκκινιά, στο Ηράκλειο Κρήτης, στον Καρέα, στη Νέα Σμύρνη, στη Θεσσαλονίκη. Με το πέρασμα των χρόνων τα παραρτήματα ενώθηκαν στα τρία που υπάρχουν ως σήμερα, σε αυτά της Αθήνας- Νέας Σμύρνης , της Κοκκινιάς και της Θεσσαλονίκης.

Η ομάδα αποτελεί μία από τις πιο ιστορικές της Αθήνας, καθώς συμμετέχει στα πρώτα πρωταθλήματα της ΕΠΣΑ μαζί με συλλόγους που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη Σουπερ Λίγκα, όπως ο Ατρόμητος Αθηνών, ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ. Η Αρμενική αγωνίζεται για πρώτη φορά στην Α’ κατηγορία του πρωταθλήματος της ΕΠΣΑ το 1924. Το πρωτάθλημα είχε δυο ομίλους και η Αρμενική αγωνίστηκε στον πρώτο, μαζί με τον Ατρόμητο Αθηνών, τον Αθηναϊκό, τη Λένορμαν τωρινό Αττικό Κολωνού και τον Αίαντα Αθηνών. Η ομάδα κατάφερε να τερματίσει δεύτερη στον όμιλο και να περάσει στα ημιτελικά. Εκεί στις 1/3/1925 θα αντιμετωπίσει την ΑΕΚ, από την οποία όμως θα χάσει με 1-0 και έτσι θα χαθούν οι ελπίδες για τον τίτλο, τον οποίο πήρε τελικά ο Παναθηναϊκός. Την επομένη χρονιά 1925-1926, το πρωτάθλημα θα διεξαχθεί σε ενιαίο όμιλο επτά ομάδων. Παναθηναϊκός, Απόλλων Αθηνών, ΑΕΚ, Ατρόμητος Αθηνών, Αθηναϊκός Α.Σ., Αρμενική Ένωση, Α.Π.Ο. Αττικός θα πάρουν μέρος. Νικητής ήταν ο Παναθηναϊκός για δεύτερη συνεχόμενη σεζόν με 14 β. Οι ομάδες αγωνίστηκαν σε τουρνουά ενός γύρου (6 αγώνες) και η τελευταία υποβιβάστηκε στη Β΄ κατηγορία, από την οποία ανέβηκε το Γουδί. Η διοργάνωση ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 1925 και τελείωσε στα τέλη Μαΐου 1926. Η Αρμενική τερματίζει προτελευταία και σώνεται.

Το Πρωτάθλημα της ΕΠΣ Αθηνών την περίοδο 1926-27 διεξήχθη σε δύο φάσεις, προκριματική και τελική. Μετείχαν επτά (7) ομάδες. Νικητής ήταν ο Παναθηναϊκός για τρίτη συνεχόμενη σεζόν. Η διοργάνωση ξεκίνησε το Νοέμβριο του 1926 και τελείωσε στις 20 Ιουνίου 1927. Η Αρμενική Ένωση υποβιβάστηκε, αλλά τελικά αγωνίστηκε και την επόμενη σεζόν στην Α΄ κατηγορία λόγω αποχώρησης των ομάδων του ΠΟΚ. Η περίοδος 1927-28 ήταν επεισοδιακή, αφού δεν έλαβαν μέρος οι τρεις καλύτερες ομάδες των προηγουμένων σεζόν: Παναθηναϊκός, Απόλλων Αθηνών και ΑΕΚ. Έτσι νικητής αναδείχθηκε απροσδόκητα ο Ατρόμητος Αθηνών για πρώτη και μοναδική φορά στην ιστορία του, ενώ οδηγήθηκαν σε αγώνα κατάταξης για την αποφυγή
της τελευταίας θέσης και του υποβιβασμού η Αρμενική και ο Αίας. Τελικά, υποβιβάστηκαν και οι δύο, λόγω της επανόδου των τριών (ΠΑΟ, ΑΕΚ, Απόλλωνα) στο επόμενο πρωτάθλημα.

Παρά τις δύσκολες συνθήκες που είχε και έχει να αντιμετωπίσει, η Αρμενική κατάφερε να επιβιώσει συμπληρώνοντας έτσι φέτος 93 χρόνια ζωής, παραμένοντας σύμβολο όλων των Αρμενίων. Το σωματείο συνέχισε να έχει αξιοπρεπή παρουσία σε όλες τις διοργανώσεις στις οποίες πήρε μέρος. Την δεκαετία του 2000 πανηγύρισε δύο ανόδους από την Γ’ κατηγορία της ΕΠΣΑ στη Β΄. Φέτος τερμάτισε στη 10η θέση του τρίτου ομίλου της Γ’ Κατηγορίας και του χρόνου παρά τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει θα προσπαθήσει να βάλει τις βάσεις για να έρθει στο εγγύς μέλλον η άνοδος.

Το σωματείο πέρα όλων των άλλων, δίνει επίσης ιδιαίτερη έμφαση στην καλλιέργεια του αθλητισμού, διατηρώντας ακαδημίες ποδοσφαίρου με περίπου 50 παιδάκια. Επίσης διατηρεί τμήματα Κολύμβησης, Μπάσκετ, Σκάκι, έχει προσκόπους και απασχολεί περίπου 400 παιδιά.

Υ.Γ. Προσφυγιά. Πρωταθλήματα. Διχόνοια. Άποψη. Ρομαντισμός. Κόκκινο- μπλε. Ιστορία. Πάθος. Οικογένεια. Καρδιά. Ψυχή. Αντίδραση. Όραμα. Παρελθόν. Παρόν. Μέλλον. Όνειρο. Εφιάλτης. Ιδέα που δεν αποθνήσκει. Εκδρομές. Κυριακές, με χιόνια και βροχές, σε δύσκολες στιγμές. Όλοι μαζί. Ο καθένας μόνος του. Αγκαλιά. Φίλοι. Εχθροί. Αναγέννηση. Ζωή. Τελικά Αρμενική!
Πηγή: balleto.gr
Διαβάστε περισσότερα...

Οι Αρμένιοι του Ιράκ

Μια παροικία που αντιστέκεται και επιμένει

Από τον 17ο αιώνα μέχρι τον 21ο η παρουσία των Αρμενίων στο Ιράκ μπολιάστηκε με την ιστορία των παλαιότερων και νεότερων χρόνων, επιτυγχάνοντας να διατηρήσει ανέπαφη την εθνική της ταυτότητα, χάρη στο σθένος και τη γενναιότητα που τη διακρίνει.Ένα επίπονο «ταξίδι» που συνεχίζεται και στην μετά-Σαντάμ εποχή.

 

Ήταν περίπου τέσσερις αιώνες πριν όταν Αρμένιοι που κατοικούσαν στην Περσία άρχισαν να μετακινούνται σε μια περιοχή δυτικότερα της Μεσοποταμίας -διεκδικούμενη τότε από την Τουρκία και το Ιράν- το σημερινό Ιράκ.

Η εγκατάστασή τους εκεί, γέννησε μια καινούργια παροικία που με την πάροδο των χρόνων έκανε αισθητή την παρουσία της τόσο στη Βαγδάτη όσο και στη Βασόρα.

Συνολικά τέσσερις αρμενικές εκκλησίες ιδρύθηκαν σε αυτές τις δυο πόλεις -μια στην πρώτη και τρεις στη δεύτερη- σφραγίζοντας ανεξίτηλα την πολιτισμική και οικονομική άνθιση των Αρμενίων. Όμως όπως καλά γνωρίζουμε τα πράγματα δεν κυλούν πάντοτε με ευφορία και ευημερία, με συνέπεια τα γεωπολιτικά σχέδια και οι αναμετρήσεις ορατών και… αόρατων ισχυρών να αλλάζουν κατά καιρούς τις εύθραυστες ισορροπίες, επηρεάζοντας και βάλλοντας με διάφορους τρόπους την παροικία. Είναι ενδεικτικό ότι το μεγαλύτερο κύμα μετακινήσεων προς το Ιράκ κορυφώθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, εξ αιτίας της Γενοκτονίας 1,5 εκατομμυρίων Αρμενίων στα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου 20.000 περίπου Αρμένιοι οδηγήθηκαν από τους Βρετανούς σε στρατόπεδα προσφύγων.

Ωστόσο από το 1918 έως το 1958 οι Αρμένιοι στο Ιράκ ανακτούν τη δυναμική τους σε διάφορες πόλεις, όπως η Βαγδάτη, η Βασόρα, η Μοσούλη, το Κιρκούκ και η Χαμπανίγκα. Την περίοδο του ριζοσπαστικού ρεπουμπλικανικού καθεστώτος αναγκάζονται σε συρρίκνωση εξ αιτίας πολιτικών και θρησκευτικών περιορισμών με συνέπεια αρκετοί να μεταναστεύσουν σε γειτονικά κράτη.

Σήμερα η εθνική κοινότητα των Αρμενίων είναι μια από τις μικρότερες στο Ιράκ.

Από τις 35.000 που ήταν κάποτε αριθμούν περί τις 20.000 εκ των οποίων οι 10.000 με 12.000 είναι συγκεντρωμένοι στη Βαγδάτη και κατάγονται από το Βαν. Αποτελούν μια χριστιανική μειονότητα που επιφανειακά δείχνει επαρκώς τακτοποιημένη αφού αποτελείται από εμπόρους, γιατρούς, μηχανικούς, χρυσοχόους, φωτογράφους. Όμως υπάρχει και η δυσάρεστη όψη.

Η πρόσφατη δίνη του πολέμου στην οποία έχει περιέλθει ο ιρακινός λαός, για μια ακόμα φορά έπληξε τόσο τους εύπορους όσο και τους οικονομικά ασθενέστερους Αρμενίους του Ιράκ, οι οποίοι έχοντας ήδη βιώσει στο πετσί τους την Καταιγίδα της Ερήμου το 1991 και τα δώδεκα πέτρινα χρόνια του αποκλεισμού, βρέθηκαν εκ νέου αντιμέτωποι με τις μοιραίες συνέπειες μιας πολεμικής σύρραξης.

Η Γκλάντυς Μπογοσιάν είναι η πρόεδρος της «Αρμενικής Γυναικείας Ένωσης για την Ανακούφιση από τη Φτώχεια στο Ιράκ» που ιδρύθηκε το 1927 και συνεργάζεται στενά με την Αρμενική Αποστολική Εκκλησία.

Επισημαίνει, ότι στις μέρες μας η επισιτιστική και φαρμακευτική βοήθεια είναι ακόμα πιο αναγκαία και σημαντική εξ αιτίας του πολέμου. «Η οργάνωση φροντίζει 300 αρμενικές οικογένειες, δηλαδή σχεδόν 1000 ανθρώπους, που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας». Και το ερώτημα είναι πότε το μέλλον για την αρμενική παροικία στο Ιράκ θα πάψει να είναι αβέβαιο.

 

Στη σκιά του Σαντάμ Χουσεΐν

Αν και η αρμενική παροικία του Ιράκ δεν αναμειγνύεται στην πολιτική ζωή της χώρας, στους σκοτεινούς καιρούς του Σαντάμ Χουσεΐν αντιστάθηκε σθεναρά προκειμένου να συνεχίσει να υπάρχει. Προφανώς, από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα που είχε δεχτεί στο πέρασμα των χρόνων είχε μάθει καλά την τέχνη της επιβίωσης και έτσι φρόντισε να διατηρεί διακριτική την παρουσία της, ώστε να μην πυροδοτεί αντιπαλότητες με τις συνυπάρχουσες εθνικές και θρησκευτικές ομάδες.

Η Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία στην περιοχή Αλ-Τζατίρια της Βαγδάτης, με τον πάστορα Ναρέκ Ισχανιάν επέτυχε να διατηρήσει ενωμένο το ποίμνιό της ακόμα και στους δύσκολους μεταπολεμικούς χρόνους.

Όπως ο ίδιος αναφέρει, Αρμένιοι υπάρχουν ξεκινώντας από το Zάκο -μια πόλη στα σύνορα μεταξύ Τουρκίας και Ιράκ- στη Μοσούλη, τη Βαγδάτη, στο Κιρκούκ έως το Αλ- Μπασράχ. Καθένα από αυτά τα μέρη έχει και έναν ιερέα.

«Είμαστε μια μικρή κοινότητα και φροντίζουμε να μην έχουμε αντιπαλότητες και λέμε σε όλους «Salam Alaikum»-(Ειρήνη σε εσάς). Ποτέ δεν υπήρχε πρόβλημα με τους Μουσουλμάνους αλλά υπό το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν υποφέραμε και εμείς όπως και οι Ιρακινοί. Θα σας πω μια ενδεικτική ιστορία. Δυο δεκαετίες πριν ο Γκαραμπέτ Αγκούπ Τζιντικιάν -που σήμερα διανύει τα 80 του- ήταν ο πλουσιότερος έμπορος στη Βαγδάτη. Η εταιρία του έκανε εισαγωγές ξύλου, πλαστικού και ένδυσης. Στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου το 1992, όταν ο καθεστώς ξέμεινε από χρήματα, ο Τζιντικιάν πιέστηκε να δώσει στην κυβέρνηση του Χουσεΐν όλα τα λεφτά που είχε σε λογαριασμούς του εξωτερικού. Όταν αρνήθηκε μας είπε ότι τον συνέλαβαν και τον βασάνισαν ενώ το μεγαλύτερο μέρος της εταιρείας του δημεύτηκε.

Πλέον θεωρεί ότι είναι προχωρημένης ηλικίας και κυρίως είναι ακόμα φοβισμένος για να ξεκινήσει πάλι από την αρχή. Το να κάνει κανείς έναν πλούσιο φτωχό αποτελεί μείζον θέμα σε μια τόσο μικρή κοινότητα όπως τη δική μας», λέει ο πάστορας. Ωστόσο παρόλο το χαμηλό προφίλ που διατηρούν οι Αρμένιοι της Βαγδάτης η αρμενική γλώσσα ποτέ δεν έπαψε να διδάσκεται από την παιδική ηλικία.

Αυτός είναι και ο σημαντικότερος ίσως λόγος που η εθνική μας ταυτότητα εδώ, παραμένει ζωντανή και μας κρατά ενωμένους ότι και αν συμβεί».

Σύμφωνα με τον πάστορα Ισχανιάν είναι κρίμα που η αρμενική παροικία στο Ιράκ δεν απολαμβάνει περισσότερη στήριξη από το Γερεβάν.

«Ουσιαστικά η βοήθεια προέρχεται από τους Αρμενίους που ζουν και εργάζονται στη Δύση -κυρίως από Η.Π.Α, Βρετανία και Γερμανία», καταλήγει με πικρία.

 

Οι πόρτες που δε σφάλισαν ποτέ

Από τις πέντε αρμενικές οργανώσεις που υπάρχουν στη Βαγδάτη η πιο παλαιά και ενεργή είναι η Μεικτή Αρμενική Νεολαία που ιδρύθηκε το 1926.

Ωστόσο υπήρξε κάποια περίοδος που για λόγους ασφαλείας είχε σταματήσει τη δράση της, αφού η λέσχη της βρισκόταν σε επικίνδυνη περιοχή.

Όμως επαναδραστηριοποιήθηκε και μάλιστα πρόσφατα διοργάνωσε και μια εκδήλωση αφιερωμένη στα 100 χρόνια από το θάνατο του Χριμιάν Χαϊρίκ.

Επιπλέον, σημαντική παρουσία έχει ο Αθλητικός Σύλλογος Χομενετμέν (ιδρύθηκε το 1948), ο Σύλλογος Αγαθοεργίας του Ιράκ στον οποίο ανήκει ο αθλητικός σύλλογος «Ναχαντάκ Οχάν» και ο σύλλογος των Κυριών της Αρμενικής Εκκλησίας.

Στην πρωτεύουσα υπάρχει και γηροκομείο όπου φιλοξενούνται περίπου 20 γερόντοι και έχει ιδρυθεί με τη δωρεά της Ρεζινέ Αλεξαντριάν ενώ λειτουργεί υπό από την εποπτεία της Αρμενικής Αρχιεπισκοπής.

«Το μέλλον θα είναι θετικό για την τοπική αρμενική παροικία», δηλώνει ο αρχιεπίσκοπος Αβάκ Ασαντουριάν. Είναι ένας άνθρωπος που κόντρα στις όποιες δυσκολίες υγείας που αντιμετωπίζει, επιμένει να αισιοδοξεί και να παλεύει κάτω από αντίξοες συνθήκες για να μην πάψουν οι Αρμένιοι του Ιράκ να έχουν μνήμη και εθνική ταυτότητα. Αναφερόμενος στο αρμενικό σχολείο στη Βαγδάτη θυμάται πως μια από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές στη ζωή του ήταν στις 15 Οκτωβρίου του 2004.

Τότε που μετά την επαναλειτουργία του, στις 12:20 μ.μ. χτύπησε το κουδούνι της λήξης της πρώτης σχολικής ημέρας.

«Η εικόνα μου έχει μείνει αλησμόνητη», δηλώνει. Στην αρχή το σχολείο ανήκε στην κυβέρνηση του Ιράκ και λειτουργούσε μόνον ως δημοτικό. Όμως στα επόμενα χρόνια προστέθηκαν και τάξεις του γυμνασίου ενώ τώρα πλέον ανήκει αποκλειστικά στην αρμενική παροικία. Τα έξοδα τα έχει αναλάβει η Αρμενική Αρχιεπισκοπή δυστυχώς με οριακά έσοδα, που προέρχονται από ενοίκια κτιρίων και οικοπέδων που της ανήκουν. Αλλά υπάρχουν και πολλοί δωρητές, κυρίως ανάμεσα σε εκείνους που έχουν μεταναστεύσει στην Αμερική».

Ο αρχιεπίσκοπος περήφανος αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου οι πόρτες της αρχιεπισκοπής δεν έκλεισαν ποτέ. Μόνον η μητροπολιτική εκκλησία έπαυσε για ενάμιση χρόνο, όμως τώρα επαναλειτουργεί.

Βέβαια «οι αριθμοί πρέπει να μας ανησυχούν» επιμένει. Διότι όταν ήταν ακόμη μαθητής αυτού του σχολείου γύρω στα 1000 Αρμενόπουλα φοιτούσαν σε αυτό, ενώ σήμερα είναι μόνο 151. Από την άλλη, στο Ντιοκ και στο Χοβρέζ οι αρμενικές παροικίες είναι καινούργιες -με 200 και 60 οικογένειες αντίστοιχα .

Ο ίδιος επισκέπτεται μακρινές περιοχές όπου κατοικούν Αρμένιοι, φτάνοντας μέχρι το Τσαχό (1700 Αρμένιοι), το Μπάσρα (900 Αρμένιοι), το Κιρκούκ (450 αρμενικές οικογένειες) και το Ερμπίλ (300-400 Αρμένιοι).

Μια νέα αρμενική παροικία δημιουργήθηκε και στην πόλη Αβζερούγκ, όπου έχουν ήδη εγκατασταθεί 60 αρμενικές οικογένειες ενώ έχει ανεγερθεί και μια εκκλησία.

«Οι Αρμένιοι εδώ είναι μοναδικοί. Δημιουργούν πολυπληθείς οικογένειες με τουλάχιστον 14 παιδιά η κάθε μια», υπογραμμίζει ο αρχιεπίσκοπος.

Όμως το κλίμα είναι βαρύ. Λόγω της ανασφάλειας που επικρατεί στο Ιράκ, η μετανάστευση συνεχίζεται -έστω και με μειωμένους ρυθμούς αφού έχουν δυσκολέψει οι συνθήκες εγκατάλειψης της χώρας. Βέβαια υπάρχει ελπίδα οικονομικής αναβάθμισης, αφού και όσοι κατέφυγαν σε κοντινές περιοχές επιστρέφουν πίσω.

Από τους Αρμενο-ιρακινούς οι οποίοι μετοίκισαν στην Αρμενία τα νέα άλλοτε είναι καλά και άλλοτε όχι. Ένα μέρος απ’ αυτούς έχει βρει κατοικία και δουλειά και άλλοι είναι σε άσχημη οικονομική κατάσταση, προσπαθώντας να μετακινηθούν στο εξωτερικό. Επιπλέον, εκτός από την εξωτερική μετανάστευση προς την Ιορδανία, τη Συρία, την Αρμενία και τις χώρες της Δύσης, υπάρχει και η εσωτερική προς τις περιοχές εκείνες οι οποίες είναι ασφαλέστερες και κατοικούνται κυρίως από Κούρδους.

 

Τα καλύτερα έπονται

Κάποτε η Αρμενική Αποστολική Εκκλησία στην Μπάσρα, στο νότιο Ιράκ ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη, με περισσότερες από 300 οικογένειες Αρμενίων. Στη διάρκεια του πολέμου με το Ιράν σχεδόν οι μισοί εγκατέλειψαν την περιοχή -κυρίως από το 1980 έως το 1988- και παρόλο που συνέχισε δυναμικά το έργο της και κατά τη διάρκεια του πόλεμου του Κόλπου, με την αμερικανική εισβολή το 2003 σχεδόν όλα τα μέλη της παροικίας-και πολλοί άλλοι χριστιανοί- έφυγαν οριστικά αναζητώντας ασφάλεια. Αλλά και οι συνθήκες στη Βαγδάτη ήταν εξαιρετικά επικίνδυνες, με ενδεικτικό παράδειγμα την Αρμενική Καθολική Εκκλησία η οποία ήταν η πρώτη που δέχτηκε επίθεση.

Ακόμα και στο Κιρκούκ που τα πράγματα ήταν σχετικά λιγότερο επικίνδυνα, οι Αρμένιοι προτίμησαν να εγκαταλείψουν την πόλη ακούγοντας για λεηλασίες σε εκκλησίες της Μοσούλης και Νινεβέχ. Ευτυχώς μετά το 2005 στο Zάκο, Aβζερούγκ και Χαβρέζ οι Αρμένιοι ζουν σε -σχετική πάντα- ασφάλεια και επαναδραστηριοποιούνται ιδρύοντας νέα σχολεία και λαμβάνοντας μέρος σε οργανώσεις της παροικίας.

Οι ιερείς σε συνεργασία με αρμενικές φιλανθρωπικές οργανώσεις και συλλόγους εργάζονται σκληρά προσπαθώντας να διασώσουν πολιτισμικά και θρησκευτικά τις κοινότητες των Αρμενίων με βασικό άξονα τη διδασκαλία και διάδοση της αρμενικής γλώσσας.

Έτσι προωθούν βιβλία ιστορίας και νουβέλες ώστε οι αρμενικές κοινότητες να έχουν πρόσβαση και εκπαίδευση σε ότι αφορά τις ρίζες τους.

Στο Αβζερούγκ κατοικούν κουρδόφωνοι Αρμένιοι αλλά όποιος τους επισκέπτεται αναγνωρίζει ότι όλα τα ονόματά τους είναι αρμενικά.

Εκεί γίνεται μια μεγάλη προσπάθεια ώστε κάποτε να μάθουν και να μιλήσουν τη μητρική τους γλώσσα. Μια επιχείρηση …διάσωσης που φαίνεται πως απέδωσε στο Χαβρέζ. Ένα χωριό που όταν εγκαταλείφθηκε το 2006, τα αρμενικά σχολεία μετατράπηκαν σε κτηνοτροφικές μονάδες από τους Κούρδους και που σήμερα αρκετοί Αρμένιοι από τη Βαγδάτη και τη Μοσούλη αποφάσισαν να μετοικίσουν εκεί.

Έτσι ήδη έχει αρχίσει μια αναδόμηση από το πουθενά με σκοπό να πάψουν να κοιτάζουν πίσω στο αφιλόξενο παρελθόν και να δημιουργήσουν ένα καλύτερο παρόν και μέλλον για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.

Και όπως δηλώνουν οι περισσότεροι, δεν είναι καιροί για άλλα δάκρυα εκτός από αυτά της συγκίνησης που φέρνει η ειρήνη και η ευημερία.

 

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Γρηγόρης Αγανιάν

Με την παλιά δόξα του Ελληνικού ποδοσφαίρου

Εδώ και πολλά χρόνια ήθελα να συναντήσω ένα από τα ποδοσφαιρικά ινδάλματα της παιδικής μου ηλικίας. Τον Κρικόρ Αγιανιάν ή Γρηγόρη Αγανιάν όπως έγινε γνωστός στο πανελλήνιο, βασικό στέλεχος του Ολυμπιακού στη δεκαετία του ’60, έναν από τους τρεις Αρμένιους ποδοσφαιριστές που φόρεσαν τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδος, μετά τους «βορειοελλαδίτες» Βαχάκν Απραχαμιάν και Τανιέλ Τανιελιάν (προπολεμικά), κι έναν από τους πρώτους ποδοσφαιριστές που έπαιξαν σε ομάδα του εξωτερικού. Με αφορμή ένα μικρό σημείωμα για το ποδόσφαιρο στο προηγούμενο τεύχος των Αρμενικών, συναντηθήκαμε στο πρακτορείο Προ-Πο που διατηρεί στον Κορυδαλλό. Μέσα σε λίγα λεπτά ξετύλιξε το κουβάρι της αθλητικής του σταδιοδρομίας:

Έδινα και την ψυχή μου σε κάθε αγώνα με τις ομάδες που αγωνίστηκα

Γεννήθηκα στην Παλαιά Κοκκινιά το 1943. Οι γονείς μου πρόσφυγες ήλθαν το 1922 από τη Μικρά Ασία, ο πατέρας μου από το Ανταμπαζάρ, η μητέρα μου από το Αφιόν Καραχισάρ. Τελείωσα το δημοτικό σχολείο Ζαβαριάν και κατόπιν παρακολούθησα μαθήματα σε μια τεχνική σχολή δουλεύοντας παράλληλα σ’ ένα μηχανουργείο ως τορναδόρος.

Πρωτόπαιξα μπάλα στην Αρμενική Πειραιώς και στη συνέχεια σε ηλικία 15 χρονών μεταπήδησα στον Εθνικό Πειραιώς, έχοντας μάλιστα παίξει στην πρώτη ομάδα σ’ ένα αγώνα στο γήπεδο της Ν. Φιλαδέλφειας. Ήλθα σε ρήξη με τον προπονητή της ομάδας Ευάγγελο Χέλμη που με χαστούκισε επειδή είχα καθυστερήσει μια μέρα στην προπόνηση. Το αφεντικό μου με είχε κρατήσει λίγη ώρα παραπάνω στη δουλειά. Θεώρησα απαράδεκτο τον τρόπο αυτό διαπαιδαγώγησης και αποχώρησα από την ομάδα. Με παραχώρησαν με υποσχετική στην Α.Ε. Νίκαιας ως ανταλλαγή με κάποιον άλλο παίκτη.

Σ’ ένα φιλικό παιχνίδι Βύζαντα - Παναιγιαλείου στα Μέγαρα, έπαιξα με τη μεσολάβηση ενός φίλου μου με την ομάδα του Αιγίου και σημείωσα τρία γκολ στο πρώτο ημίχρονο. Στην ανάπαυλα ο Μπέλας που είχε το γενικό πρόσταγμα της ομάδας με απέσυρε από τον αγώνα. Πήρα χαρτζιλίκι ένα χιλιάρικο. Μεγάλο ποσό εκείνη την εποχή. Ο Μπέλας που ήταν φίλος με τον Καρέλα, μεγαλοπαράγοντα του Εθνικού, με ζήτησε και έτσι κατέληξα στον Παναιγιάλειο.

Από το 1960 και για τέσσερα χρόνια αγωνίστηκα με τη φανέλα της ομάδας του Αιγίου. Τον πρώτο χρόνο βγήκαμε πρωταθλητές στην περιφέρειά μας (Αχαΐα, Αιτωλοακαρνανία, Ηλεία). Μετά δημιουργήθηκε ο δεύτερος όμιλος της Β΄ Εθνικής. Αναδειχθήκαμε επίσης πρωταθλητές. Κατόπιν παίξαμε με τους Παγκορινθιακό, Ρόδο, Βύζαντα και Ο.Φ.Η. για την άνοδο μιας ομάδας στην Α΄ Εθνική. Ήρθαμε πρώτοι. Έτσι έγινα γνωστός παίζοντας ποδόσφαιρο στη μεγάλη κατηγορία.

Το 1964 μεταγράφηκα στον Ολυμπιακό. Ο πρώτος χρόνος ήταν πολύ δύσκολος. Δεν μπορούσα να προσαρμοστώ. Ήθελα να επιστρέψω στο Αίγιο. Μέχρι που ήλθε ο Μάρτον Μπούκοβι. Έδωσε εντολή να μην παραχωρηθεί κανείς παίκτης. Πρώτα θα τους έβλεπε όλους ν’ αγωνίζονται και μετά θα αποφάσιζε. Έπαιξα σ’ ένα φιλικό παιχνίδι με τον Απόλλωνα στη Ριζούπολη κι απ’ εκεί με ξεχώρισε. Με βοήθησε αφάνταστα, κυρίως στον ψυχολογικό τομέα. Μεταμορφώθηκα, έγινα άλλος άνθρωπος. Πάντα μου έδινε άδεια μετά τον αγώνα για να πάω στο Αίγιο. Ήξερε τους δεσμούς που είχα και μου συμπεριφερόταν ανάλογα.

Θυμάμαι τα δυο πρωταθλήματα και τα τρία κύπελλα που κερδίσαμε με τον Ολυμπιακό, αλλά ένα παιχνίδι εναντίον του Ηρακλή στο Καυτατζόγλειο θα μου μείνει αξέχαστο. Θα πρέπει να ήταν το 1967. Το στάδιο γεμάτο, 45.000 κόσμος, στην πλειοψηφία τους φίλαθλοι του Π.Α.Ο.Κ., που είχαν έλθει να γιουχάρουν τον Ολυμπιακό, λόγω της κόντρας με τον Κούδα που είχε κατέβει για μεταγραφή στον Πειραιά. Υπήρχε μεγάλος φανατισμός. Μετά από μια επίθεση κι ένα φοβερό σουτ που έκανα στο δοκάρι, ο Λιάρος του Ηρακλή μου πάτησε με όλη του τη δύναμη το δεξί μου πόδι. Έπεσα κάτω σφαδάζοντας από τον πόνο. Ο γυμναστής της ομάδας προσπάθησε να με συνεφέρει, δοκίμασα να πατήσω, ήταν αδύνατον, σαν να με τσιμπούσαν χιλιάδες βελόνες. Ο προπονητής μου είπε να μη συνεχίσω. Τότε δεν υπήρχαν αλλαγές. Παρέμεινα στον αγωνιστικό χώρο χωρίς να συμμετέχω ουσιαστικά. Δεν ήθελα με κανένα τρόπο να εγκαταλείψω τον αγωνιστικό χώρο. Η μπάλα ερχόταν στα πόδια μου και αμέσως την έδιωχνα. Έτσι φθάσαμε στο 89ο λεπτό. Δεν ξέρω που βρήκα τη δύναμη. Πήρα την μπάλα, σιγά σιγά και με υπεράνθρωπη προσπάθεια βρέθηκα στη μεγάλη περιοχή. Με ντρίπλες προσπέρασα τέσσερις παίκτες, έφθασα στη μικρή περιοχή απέναντι από τον τερματοφύλακα Γαβριγιώργο. Παρακαλούσα το Θεό και την Παναγία να μου δώσει τη δύναμη να σουτάρω. Πιάνω ένα σουτ με το αριστερό μου πόδι, δεν ήταν το καλό, το άλλο ήταν σακατεμένο. Η μπάλα αντί να καταλήξει στην εστία, πήγε παράλληλα, μισό μέτρο από το έδαφος. Εκείνη τη στιγμή, όπως ερχόταν με φόρα ο Σιδέρης, πιάνει μια κεφαλιά ψαράκι και καρφώνει την μπάλα στα δίχτυα. Κερδίσαμε 1 - 0.

Στον Ολυμπιακό αγωνίστηκα μέχρι το 1971. Πήρα μεταγραφή για την ελβετική Σω ντε Φων, διότι δεν μου άρεσε πια το κλίμα στην ομάδα. Προπονητής ήταν ένας πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού, ο Λάκης Πετρόπουλος. Παίζονταν διάφορα παιχνίδια πίσω απ’ την πλάτη μου. Είχα κοντραριστεί μαζί του από τότε που ήταν εκλέκτορας της Εθνικής Ομάδας. Πιστεύω για λόγους αρχής ότι σε μια ομάδα δεν πρέπει να υπάρχουν φίρμες και να γίνονται διακρίσεις. Ενώ κάποιοι ήμασταν συνεπείς, πηγαίναμε την καθορισμένη ώρα στις προπονήσεις, σε άλλους αυτός ο κανόνας δεν ίσχυε. Είχαμε διαφωνήσει σε θέματα αρχών με τον Πετρόπουλο. Παίξαμε με την Εθνική ομάδα φιλικό παιχνίδι στη Μάλτα, έδωσα τόπο στην οργή και δεν δημιούργησα ζήτημα. Όταν λοιπόν ο Πετρόπουλος ήλθε στον Ολυμπιακό με τον οποίο είχα προηγούμενα, ζήτησα να φύγω. Τότε μεσολάβησε ο Νταν Γεωργιάδης και μου έγινε πρόταση να πάω στην Ελβετία και ν’ αγωνιστώ στη Σω ντε Φων. Έπαιξα ένα χρόνο.

Μέχρι να γίνω γνωστός στο πανελλήνιο και να καταξιωθώ ως ποδοσφαιριστής, με αντιμετώπιζαν με άλλο μάτι λόγω της αρμενικής καταγωγής μου. Πολλές φορές μου έθιγαν τον αρμενισμό με τα γνωστά κοσμητικά επίθετα όταν τσακωνόμασταν. Αλλά έτσι ήταν εκείνα τα χρόνια. Ήμουν μοναχικός, δεν πίστευα στις φιλίες και στα παχιά λόγια, δύσπιστος, ήθελα μόνος μου ν’ ανταπεξέρχομαι τις δυσκολίες της ζωής. Δεν ζητούσα βοήθεια, δεν την είχα εξ άλλου από το σπίτι. Αντίθετα βοηθούσα οικονομικά τους δικούς μου.

Προέρχομαι από ένα κυνηγημένο και αδικημένο λαό. Μέσα μου πάντα είχα μια οργή. Γιατί να συμβεί αυτό σε μας, γιατί οι Τούρκοι να συμπεριφερθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Δεν ξεκολλάει από το μυαλό μου, αυτά που έζησαν και τράβηξαν η οικογένεια του πατέρα μου. Έχασαν σπίτια και περιουσίες, βρέθηκαν πρόσφυγες στη Χίο και μετά από μερικά χρόνια εγκαταστάθηκαν στον Πειραιά, στην Παλαιά Κοκκινιά.

Δεν μετάνιωσα που ασχολήθηκα με το ποδόσφαιρο. Έδινα και την ψυχή μου σε κάθε αγώνα με τις ομάδες που αγωνίστηκα. Ξεπερνούσα όλες τις δυσκολίες. Τότε δεν παίρναμε χρήματα, παίζαμε για τη φανέλα. Είχα εισπράξει πριμ 140.000 δραχμές για τη μεταγραφή μου στον Ολυμπιακό. Επίσης οι καλοί παίκτες διορίζονταν σε δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς. Μου έγινε μια τέτοια πρόταση, αλλά επειδή είχα τη δουλειά στο κρεοπωλείο του πατέρα μου, ζήτησα να διοριστεί ένας συγγενής μου. Όταν έγινε η μεταγραφή μου στην Ελβετία πήρα δώρο ένα ακριβό αυτοκίνητο.

Θα ήθελα πριν κλείσω τα μάτια μου, να μου δώσει ο Θεός τη δύναμη να επισκεφθώ την Αρμενία, την πατρίδα της καταγωγής μου. Είμαι πολύ υπερήφανος που είμαι Αρμένης και ζω σε μια φιλόξενη χώρα σαν την Ελλάδα.

 

 Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Αρμενική λεγεώνα της Ανατολής

Η δράση των Αρμενίων λεγεωνάριων του Γαλλικού στρατού στην Ανατολή και στην Κιλικία (1915-1922)

Ο σχηματισμός της λεγεώνας της Ανατολής

Τον Οκτώβριο του 1915, οι Αρμένιοι χωρικοί του Τζέμπελ Μούσα (βόρεια ακτή της Συρίας), υπό την απειλή των σφαγών και των εκτοπίσεων που είχαν ήδη δρομολογήσει οι τουρκικές αρχές, πήραν τα όπλα για να υπερασπιστούν τις ζωές τους. Μετά από αντίσταση πενήντα ημερών εναντίον των κατά πολύ υπέρτερων αριθμητικά δυνάμεων, περισυλλέγησαν με τις οικογένειές τους (4.000 περίπου ψυχές) από το γαλλικό στόλο. Μεταφέρθηκαν σ' ένα καταυλισμό προσφύγων στο Πορτ Σάιντ στην Αίγυπτο. Οι ικανοί νέοι άνδρες που βρίσκονταν ανάμεσά τους, αποφάσισαν ν' αναλάβουν δράση και να πολεμήσουν εναντίον των Τούρκων, εκδικούμενοι για την καταστροφή των εστιών τους. Έγραψαν μια επιστολή στον Ντενίς Κοσέν, υπουργό άνευ χαρτοφυλακίου, για να ζητήσουν από τη Γαλλία να τους εξοπλίσει και να επιστρέψουν στο πεδίο της μάχης. Η γαλλική κυβέρνηση, σε απάντηση αυτού του αιτήματος, έστειλε στην Αίγυπτο μια στρατιωτική αποστολή, που ανέλαβε να εξετάσει το ζήτημα και, ει δυνατόν, να υλοποιήσει την κανονική στρατικοποίηση των «Τζεμπελιωτών» και γενικότερα των Αρμενίων.

Η αποστολή ήλθε σ' επαφή με τις αρμενικές πολιτικές οργανώσεις της Αιγύπτου, των οποίων οι αντιπρόσωποι είχαν σχηματίσει την Αρμενική Εθνική Ένωση, η οποία θα έπρεπε να διασφαλίσει τη στρατολόγηση, δηλαδή το πολιτικό και εθνικό σκέλος του εγχειρήματος. Έτσι δημιουργήθηκε η Λεγεώνα της Ανατολής, που πήρε αυτό το όνομα και όχι «αρμενική», αφ' ενός για να μην προκαλέσει αντίποινα από την πλευρά των Τούρκων και αφ' ετέρου να επιτρέψει τη συμμετοχή των Σύρων. Είναι πάντως αξιοσημείωτο ότι μέχρι την ανακωχή, οι Σύροι δεν αποτελούσαν παρά ένα ασήμαντο τμήμα της Λεγεώνας (ούτε το ένα δέκατο). Ένα ειδικό καταστατικό με ημερομηνία 26 Νοεμβρίου 1916 καθόριζε τις αρχές της.

 

Ο σχηματισμός των τεσσάρων αρμενικών ταγμάτων

(Νοέμβριος 1916 -Οκτώβριος 1918)

Το πρώτο τάγμα. Ο κύριος πυρήνας των πρώτων στρατολογήσεων σχηματίστηκε από τους «Τζεμπελιώτες» του στρατοπέδου προσφύγων του Πορτ Σαΐντ, που έδωσαν πάνω από εξακόσιους εθελοντές. Σ' αυτούς προστέθηκαν τριακόσιοι ακόμη άνδρες της αρμενικής παροικίας της Αιγύπτου, μια ομάδα 236 αρμενίων αιχμαλώτων πολέμου (που ήταν στο στρατόπεδο Σουμερπούρ, στην Ινδία και ανήκαν στον τουρκικό στρατό της Μεσοποταμίας) και τέλος μερικές μικρές ομά-δες αιχμαλώτων του Σινά. Όλοι αυτοί συγκρότησαν το πρώτο τάγμα.

Το δεύτερο τάγμα. Στο μεταξύ, η Αρμενική Εθνική Ένωση σε συμφωνία με τη γαλλική διοίκηση και έχοντας αποφασίσει να δώσει τη μεγαλύτερη δυνατή έκταση στη στρατολόγηση, έστειλε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής τρεις αντιπροσώπους με σκοπό να κάνουν την απαραίτητη προπαγάνδα. Οι αντιπρόσωποι συνάντησαν στην αρμενική παροικία της Αμερικής ένα ένθερμο πατριωτικό περιβάλλον που ανταποκρίθηκε αμέσως στο κάλεσμά τους: περισσότεροι από τέσσερις χιλιάδες εθελοντές παρουσιάστηκαν ενώπιον των επιτροπών στρατολόγησης. Το καλοκαίρι του 1917, άρχισαν να καταφθάνουν οι πρώτες ομάδες εθελοντών από τη νέα ήπειρο.

Δυστυχώς, οι υπέρμετρες δυσκολίες των μεταφορών δεν επέτρεψαν να χρησιμοποιηθεί η όλη καλή θέληση των Αρμενίων της Αμερικής και η γαλλική κυβέρνηση, παρά τις επαναλαμβανόμενες αιτήσεις της Αρμενικής Εθνικής Αντιπροσωπείας, δεν μπόρεσε να βοηθήσει. Στις αρχές του 1918, μόνο 1600 ως 1700 εθελοντές κατάφεραν να καταταχθούν στη Λεγεώνα. Η είσοδος στον πόλεμο των Η.Π.Α. εμπόδιζε σαφώς πλέον την κίνηση, καθώς η κυβέρνηση αυτής της χώρας ενέτασσε τους Αρμενίους στο δικό της στρατό που ήταν υπό τη δικαιοδοσία της.

Το τρίτο τάγμα. Σχηματίστηκε από ένα ορισμένο αριθμό Αρμενίων της Αμερικής στο οποίο ενώθηκαν μερικές εκατοντάδες αιχμαλώτων πολέμου από το στρατόπεδο της Ηλιούπολης και του Μεάντι στην Αίγυπτο που είχαν παραδοθεί στους Άγγλους κατά την προέλασή τους στην Παλαιστίνη στα τέλη του 1917. Δημιουργήθηκαν επίσης δυο λόχοι ανεφοδιασμού.

Το τέταρτο τάγμα. Δημιουργήθηκε στη Βηρυτό τον Οκτώβριο του 1918, με την άφιξη της Λεγεώνας της Ανατολής στην πόλη αυτή, χάρις στην κατάταξη πολυάριθμων ντόπιων Αρμενίων στους οποίους ενώθηκαν άλλοι 800 εθελοντές από τη Δαμασκό (από τους οποίους γύρω στους σαράντα αξιωματικοί). Η στελέχωση όλων αυτών των ανδρών διασφαλίστηκε από το δυναμικό των τριών ταγμάτων. Το Δεκέμβριο του 1918, η «αρμενική» Λεγεώνα περιλάμβανε μια δύναμη άνω των 4.000 ανδρών.

Η στρατιωτική εκπαίδευση της Λεγεώνας της Ανατολής

Στο διάστημα της δημιουργίας της Λεγεώνας της Ανατολής, οι γαλλικές και αγγλικές αρχές συμφώνησαν να εγκατασταθεί το στρατόπεδο εκπαίδευσης στην Κύπρο. Με βάση αυτή τη συμφωνία, η Λεγεώνα στρατοπέδευσε το 1916 στην ανατολική ακτή του νησιού, 25 χιλιόμετρα βόρεια της Αμμοχώστου, σε αρκετή απόσταση από κατοικημένες περιοχές.

Οι νεοσύλλεκτοι Αρμένιοι ήταν αυτοί που παράλληλα με τη στρατιωτική τους εκπαίδευση έκτισαν το στρατόπεδό τους. Η εργασία ήταν επίπονη, κάτω από τον καυτό ήλιο, καθώς έπρεπε να εξορυχτεί η πέτρα από τους γύρω λόφους και κατόπιν να πελεκηθεί για να μπορέσουν να κατασκευαστούν τα κτίρια. Οι Αρμένιοι στρατιώτες ανταπεξήλθαν άριστα σ' αυτήν την εργασία, παρά τα στοιχειώδη μέσα που διέθεταν και απέδειξαν ότι ο Αρμένιος ήταν όχι μόνο μαχητής με την ακριβή έννοια του όρου, αλλά κι ένας ολοκληρωμένος στρατιώτης.

Την άνοιξη του 1918, το 1ο τάγμα είχε κοντά στον ενάμισι χρόνο εκπαίδευσης, το 2ο τάγμα οκτώ μήνες, ενώ το 3ο τάγμα μόλις σχηματιζόταν. Οι στρατιώτες είχαν ήδη αρχίσει να κουράζονται από την απραξία ενώ τα πεδία της μάχης δεν έλλειπαν για ν' αποδείξουν την αξία τους: η συμβολή τους στην κατοχή των νησιών Καστελόριζου και Ρουάντ (κοντά στη συριακή ακτή) δεν αρκούσε για να κατευνάσει την ανυπομονησία τους για δράση.

 

Οι Αρμένιοι λεγεωνάριοι εν δράσει στην Παλαιστίνη

Τελικά αποφασίστηκε η «αρμενική» λεγεώνα να ενσωματωθεί στη Λεγεώνα της Ανατολής στο γαλλικό απόσπασμα της Παλαιστίνης το οποίο όντας ενισχυμένο θα μπορούσε να έχει μια ενεργή συμμετοχή στις επιχειρήσεις αυτής της περιοχής.

Στο διάστημα Απριλίου - Μαΐου 1918 τα δυο πρώτα τάγματα μεταφέρθηκαν κατά μικρές ομάδες στην Αίγυπτο. Η προσθήκη τους στο γαλλικό απόσπασμα διπλασίασε το δυναμικό του ανεβάζοντάς το στους 5.000 άνδρες, υπό τις διαταγές του συνταγματάρχη Πιπάπ (το τρίτο τάγμα και οι λόχοι ανεφοδιασμού παρέμεναν σ' αυτό το διάστημα στην Κύπρο υπό τη διοίκηση του ταγματάρχη Σενόστ).

Το γαλλικό απόσπασμα που συγκεντρώθηκε κατ' αρχάς στο στρατόπεδο της Ισμαϊλίας (Ιούνιος μέχρι μέσα Ιουλίου) και μετά στο στρατόπεδο Μετζέλ (μέσα Ιουλίου μέχρι τέλη Αυγούστου) εκτέλεσε γενικά γυμνάσια και επιθεωρήθηκε από τον στρατηγό Άλενμπυ. Στο μεταξύ, η Αρμενική Εθνική Ένωση της Αιγύπτου είχε οργανώσει στο Κάιρο ένα αναρρωτήριο για τους άρρωστους ή τραυματίες Αρμένιους λεγεωνάριους που έβγαιναν από το νοσοκομείο.

Στις 30 Αυγούστου 1918 οι μονάδες του γαλλικού αποσπάσματος Παλαιστίνης ανέλαβαν δράση: ο τομέας που επελέγη για τη Λεγεώνα της Ανατολής ήταν αυτός της Ραφάτ, απέναντι σε μια τουρκική θέση πολύ ισχυρή, την Αράρα, που ήταν ταυτόχρονα παρατηρητήριο πυροβολικού πρώτης γραμμής. Την Αράρα είχαν καταλάβει επίσης τα 701ο και 702ο γερμανικά τάγματα. Παρά τις δυσκολίες ανεφοδιασμού, κυρίως σε νερό, παρά τον άκρως ανθυγιεινό χαρακτήρα του τομέα (ο 2ος λόχος που κρατούσε το χωριό της Ραφάτ, είδε σε μερικές το γαλλικό στελεχιακό δυναμικό να το εγκαταλείπει), οι Αρμένιοι στρατιώτες έπραξαν με θαυμαστό τρόπο το καθήκον τους, πολλαπλασιάζοντας τις περιπολίες και μεταφέροντας πολλές και πολύτιμες πληροφορίες.

Δεν είναι της παρούσης να περιγράψουμε σ' αυτό το κείμενο τις λεπτομέρειες της μάχης της Αράρα. Θα αρκεστούμε ν' αναφέρουμε ότι οι Αρμένιοι λεγεωνάριοι έπραξαν το καθήκον τους μ' ένα ηρωισμό που προκάλεσε το θαυμασμό και την εκτίμηση όλων.

Μετά από μερικές ημέρες ανάπαυσης στο Μέτζελ-Γιάμπα, το γαλλικό απόσπασμα Παλαιστίνης, που έγινε γαλλικό απόσπασμα Παλαιστίνης - Συρίας, συνέχισε σταδιακά την πορεία του βόρεια. Ωστόσο για να φθάσει στη Βηρυτό χρειάστηκαν δεκαοκτώ ημέρες, καθώς οι στρατιώτες του δοκιμάστηκαν από την κούραση, τις στερήσεις και μια επιδημία γρίπης. Για τους Αρμενίους οι συνθήκες ήταν ακόμη πιο δύσκολες διότι η ημερήσια τροφή τους ήταν ανεπαρκής, κατώτερη της κανονικής μερίδας.

Στο μεταξύ η Βηρυτός είχε καταληφθεί από το στρατό του Σερίφ και ο συνταγματάρχης Πιπάπ που είχε φθάσει με αυτοκίνητο δεν διέθετε καμιά μονάδα για να επιβάλει την εξουσία του. Οι Άραβες αρνούνταν να τον αποδεχθούν, θεωρώντας την πόλη τμήμα της μελλοντικής αραβικής αυτοκρατορίας. Τα βρετανικά στρατεύματα που κλήθηκαν είχαν επιβάλει την τάξη, αλλά δεν υπήρχε γαλλικός στρατός και το γαλλικό απόσπασμα θα έφθανε πολλές ημέρες αργότερα, καταπονημένο από την κούραση. Τότε είναι που προσέφυγαν στο 3ο αρμενικό τάγμα που είχε μείνει στην Κύπρο όπου είχε τελειοποιήσει τη στρατιωτική του εκπαίδευση. Κλήθηκε επειγόντως και αποβιβάστηκε στη Βηρυτό όπου δημιούργησε εξαιρετική εντύπωση με τις καινούργιες στολές των στρατιωτών.

 

Η συμμετοχή των Αρμενίων λεγεωνάριων στην κατοχή της Κιλικίας

Με την υπογραφή της ανακωχής, ένα τηλεγράφημα του Υπουργείου Πολέμου πρόσταζε να γίνουν οι απαραίτητες διευθετήσεις για τη δημιουργία ενός αρμενικού εθνικού στρατού, συμπεριλαμβανομένου ενός λόχου μηχανικού. Επί πλέον, το ίδιο τηλεγράφημα έδινε εντολή να συγκεντρωθεί ο αρμενικός στρατός - που περιλάμβανε 4.000 άνδρες - στην Κιλικία και να καταλάβει αυτήν την περιοχή (το σύμφωνο Σάικς - Πικό του 1916 είχε θέσει υπό γαλλική διοίκηση μια τεράστια έκταση που συμπεριλάμβανε τα παράλια της Συρίας, την Κιλικία, την Αρμενία κι ένα μέρος του Κουρδιστάν μέχρι τον Τίγρη).

Το 1ο τάγμα στάλθηκε στην Αλεξανδρέττα, για να ενωθεί μ' ένα λόχο ακροβολιστών. Το 2ο και το 3ο τάγμα εγκατέλειψαν τη Βηρυτό στις 16 Δεκεμβρίου 1918 και επιβιβάστηκαν στο αγγλικό πλοίο Casaberra με κατεύθυνση τη Μερσίνα. Όσον αφορά το 4ο τάγμα έφυγε μετά από μερικές ημέρες από τη Βηρυτό για να ενωθεί με το 1ο στην Αλεξανδρέττα.

Στην αρχή η κατοχή της Κιλικίας διασφαλίστηκε μόνο από τα αρμενικά τάγματα της Λεγεώνας της Ανατολής. Δυο μήνες μετά την άφιξή τους προστέθηκαν καινούργιες συμμαχικές δυνάμεις, ενώ η γαλλική διοίκηση δεν έστειλε κανένα στρατιώτη πριν από τις 28 Μαΐου 1919, αν και είχαν περάσει πεντέμισι μήνες (εκείνη την ημερομηνία αποβιβάστηκαν στη Μερσίνα 250 ακροβολιστές από την Αφρική).

Σημειωτέον ότι την 1η Ιανουαρίου 1919, η Λεγεώνα της Ανατολής είχε χωριστεί στα δυο εις τρόπον ώστε τα αρμενικά τάγματα να συγκροτήσουν μια Αρμενική Λεγεώνα (υπό τις διαταγές του συνταγματάρχη Ρομιέ) και τα συριακά στοιχεία μια Συριακή Λεγεώνα, που θα παρέμενε στη Συρία.

Η σημαντική αυτή απόφαση του Γαλλικού Υπουργείου Πολέμου που έδινε εντολή για συγκρότηση ενός αρμενικού εθνικού στρατού όπως προαναφέραμε θα έπρεπε κανονικά να επιτρέψει την αναγέννηση μιας αρμενικής εθνικής εστίας στην Κιλικία. Η έλλειψη χώρου δεν μας επιτρέπει ν' αναπτύξουμε τους λόγους για τους οποίους δεν κατέστη δυνατόν να πραγματοποιηθεί αυτό το αρμενικό όνειρο, παρά τις πολυάριθμες πράξεις ανδρείας και τις ανήκουστες θυσίες που σημάδεψαν την ιστορία αυτής της περιόδου.

Πολλοί απ' αυτούς τους λόγους παρέμειναν μυστηριώδεις, ακόμη και ακατανόητοι, αφού διαταγές που αλληλοαναιρούνταν δεν έπαψαν εκείνη την εποχή, να εκμηδενίζουν τις γαλλο-αρμενικές επιτυχίες μέχρι να καταλήξουν στην πλήρη εγκατάλειψη της Κιλικίας, μετά από σαράντα μήνες κατοχής και ειρήνευσης αυτής της χώρας.

Άραγε θα μάθουμε ποτέ γιατί η αρμενική στρατιωτική προσπάθεια διακόπηκε ξαφνικά, χωρίς καμιά εξήγηση; Γιατί, παρά τις αρχικές υποσχέσεις, όλες οι καινούργιες αρμενικές εμπλοκές εμποδίστηκαν όπως η περίπτωση των δυο χιλιάδων Αρμενίων προσφύγων στο Χαλέπι ή αυτή των εξακοσίων νεαρών Αρμενίων εθελοντών από την Κωνσταντινούπολη που ζητούσαν να καταταγούν στην Λεγεώνα; Θα μάθουμε γιατί διέλυσαν και αποστράτευσαν το 4ο αρμενικό τάγμα;

Ο ιστορικός θα είναι σε θέση να γνωρίσει την πραγματικότητα των μυστικών διασυμμαχικών ανταγωνισμών, των παρασκηνιακών διπλωματικών διαβουλεύσεων, των ύπουλων τουρκικών σκευωριών ή απλώς των χοντροκομμένων αδεξιοτήτων αφελών πολιτικών που ήταν η αιτία της οπισθοχώρησης της πολιτισμένης δύσης από την προγονική αυτή αρμενική περιοχή;

Οι Αρμένιοι λεγεωνάριοι και οι Γάλλοι σύντροφοί τους που έπεσαν ως ήρωες στη χριστιανική γη της Κιλικίας άξιζαν ώστε η πειθαρχία τους, η στρατιωτική τους ανδρεία, ο φλογερός πατριωτισμός τους, η ανθρωπιά τους απέναντι στους θύτες τους - για ένα διάστημα στο έλεός τους -, οι απερίγραπτες θυσίες τους, να βαρύνουν λιγότερο στη ζυγαριά της ιστορίας από το βάρος των απαίσιων σκευωριών και της απληστίας των μεγάλων δυνάμεων;

 

Βιβλιογραφία :

L' Eternelle Victime de la Diplomatie Europeenne, Αράμ Τουραμπιάν, Μασσαλία, 1929

La Passion de la Cilicie, Paul Du Veou, Παρίσι, 1954.

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

H Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία

Όταν στις 31 Οκτωβρίου 1517 ο Μαρτίνος Λούθηρος θυροκολλούσε έξω από το μητροπολιτικό ναό της Βιρτεμβέργης τις 95 θέσεις του, φυσικά και δεν μπορούσε να φανταστεί την τεράστια εξάπλωση του κινήματός του για μεταρρυθμίσεις στη ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Πολύ περισσότερο, δεν πίστευε ότι θα γινόταν ο ιδρυτής ενός νέου δόγματος, του προτεσταντισμού, ένα δόγμα που θα έφερνε νέες ιδέες, φιλελεύθερες και προοδευτικές στη συντηρητική και διεφθαρμένη παπική εκκλησία. 329 χρόνια αργότερα, το 1846, ο αέρας αυτός θα έφτανε μέχρι την Κωνσταντινούπολη, όπου μια ομάδα νεαρών πιστών, συνεπικουρούμενη από τρεις ιερείς, κι έχοντας ως αιχμή του δόρατος τη μετάφραση του Ευαγγελίου στη δημοτική, απαίτησαν σειρά μεταρρυθμίσεων στην Αρμενική Ορθόδοξη Αποστολική Εκκλησία. Η άρνηση του πατριάρχη να ενδώσει στις απαιτήσεις αυτές και η κήρυξή τους ως αιρετικών, σήμανε το ξεκίνημα της Αρμενικής Ευαγγελικής Εκκλησίας.

Ένα παγωμένο απόγευμα του περασμένου Φεβρουαρίου, καθώς περνούσαμε την πόρτα των γραφείων της Ευαγγελικής Εκκλησίας στην Κοκκινιά για να πάρουμε μια συνέντευξη από τον αιδεσιμότατο Βικέν Τσολακιάν, βρεθήκαμε μπροστά σε έναν άνθρωπο που με την ευγένεια, την αμεσότητα και τη φιλικότητά του ζέστανε αμέσως την ατμόσφαιρα. Η ευχέρεια που έχει στο να δημιουργεί ευχάριστο κλίμα στο συνομιλητή του, δείχνει έναν ιερέα ο οποίος είναι απόλυτα συνεπής με το λειτούργημά του και το βασικότερο, δείχνει να πιστεύει και να θεωρεί αυτονόητο να τηρεί στο ακέραιο και την τελευταία λέξη που θα ξεστομίσει, είτε σε μια συνέντευξη, είτε στο εκκλησιαστικό του κήρυγμα.

«Πιστεύουμε στη κοινωνική προσφορά, όχι μόνο ως φιλανθρωπία, αλλά ως συνειδητη καθημερινή δραστηριότητα»

 

Κύριε Τσολακιάν καταρχάς θέλω να κάνω μια γενική ερώτηση. Είστε Διαμαρτυρόμενοι (πογοκαγκάν) ή Ευαγγελικοί (αβενταραναγκάν);

Διαμαρτυρόμενους (πογοκαγκάν) μας ονόμασαν οι Καθολικοί το 17ο αιώνα -ίσως και λίγο υποτιμητικά- λόγω των θέσεων διαμαρτυρίας του Λούθηρου απέναντι στην παρακμή και τη σήψη που επικρατούσε στην εκκλησία την εποχή εκείνη. Εμείς είμαστε Ευαγγελικοί (αβενταραναγκάν) δηλαδή μελετητές και κήρυκες του Ευαγγελίου.

 

Θα μπορούσατε να μας κάνετε μια σύντομη ιστορική αναδρομή για το πώς ξεκίνησε η Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία;

Το 1846 στην Κωνσταντινούπολη, μια ομάδα από 40 πιστούς με 2 ιερείς, προσπάθησαν να φέρουν κάτι καινούργιο στην Αρμενική Ορθόδοξη Εκκλησία, την Αποστολική Εκκλησία όπως την αποκαλούμε μέχρι και σήμερα, δείχνοντας το σεβασμό και την εκτίμηση που τρέφουμε σ’αυτήν. Πρέπει να σας πω, παρεπιπτόντως, ότι αυτό το οποίο μας διαφοροποιεί από όλους τους άλλους Ευαγγελικούς είναι, ότι είμαστε οι μόνοι που προήλθαμε από τα σπλάχνα μιας ορθόδοξης εκκλησίας και όχι από την καθολική, όπως οι υπόλοιποι ομόδοξοί μας σε όλο τον κόσμο.

Για να ξαναγυρίσουμε όμως στην αναδρομή μας, η κίνηση αυτή αρχικά δεν είχε ως σκοπό τη διάσπαση αλλά ήθελε να φέρει μια ανανέωση στις συντηρητικές πρακτικές του ιερατείου, να δώσει μια ελευθερία συνείδησης και σκέψης. Κύριο αίτημα ήταν η μετάφραση του Ευαγγελίου στη δημοτική, ώστε αυτό να γίνει κατανοητό από τους πιστούς. Να σημειώσουμε, ότι είχε αρχίσει να γίνεται εκτεταμένη μελέτη του Ευαγγελίου σε όλες τις εκκλησίες, παντού όπου βρίσκονταν χριστιανοί και περισσότερο από οπουδήποτε στη Ρωσία, κάτι το οποίο επηρέασε άμεσα τους Αρμενίους.

Το πατριαρχείο είχε ιδρύσει αναγνωστήρια στα οποία ιερείς και πιστοί μελετούσαν την Αγία Γραφή, κάτι το οποίο στάθηκε βασικός παράγοντας της κίνησης των νεαρών αυτών. Είναι δε αξιοσημείωτο να αναφέρω ότι μεταξύ αυτών ήταν και τρείς γυναίκες. Ο πατριάρχης όχι μόνο δε δέχτηκε καμία από τις προτάσεις τους, αλλά τους αποκήρυξε ως αιρετικούς και τους αφόρισε. Επειδή εκείνη την εποχή η οθωμανική αυτοκρατορία αναγνώριζε μόνο τις θρησκευτικές μειονότητες, αυτοί οι άνθρωποι βρέθηκαν ξαφνικά εκτεθειμένοι, καθώς είχαν βρεθεί εκτός της εκκλησίας και δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν ούτε κηδείες, ούτε γάμους και το βασικότερο δεν μπορούσαν να εγγραφούν σε μητρώα και καταλόγους. Για να δώσει λύση στο πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί, η κυβέρνηση έπρεπε να τους εντάξει κάπου, οπότε δημιούργησε την προτεσταντική κοινότητα των Αρμενίων και έτσι την 1η Ιουνίου του 1846 ιδρύθηκε η Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία.

 

Ποια είναι η σχέση σας με την παγκόσμια προτεσταντική εκκλησία; Διοικητικά ανήκετε σ’ αυτήν;

Πρέπει να διευκρινίσω, ότι ουδέποτε στα 165 χρόνια της ιστορίας μας είχαμε κάποια σχέση διοικητικής ή οποιασδήποτε άλλης εξάρτησης από άλλα θρησκευτικά κέντρα, κάτι που εσφαλμένα πιστεύουν πολλοί. Είμαστε αυτοκέφαλη Αρμενική Εκκλησία και η σχέση μας με το εξωτερικό είναι η ίδια ακριβώς με αυτήν που έχει η Αρμενική Ορθόδοξη Αποστολική Εκκλησία με τις άλλες ορθόδοξες εκκλησίες. Έχουμε φιλικές και αδερφικές, θα μπορούσαμε να πούμε, σχέσεις. Έχουμε κάποιες επιρροές: στα σχολεία μας γίνεται αναφορά σε αμερικανικά ή γερμανικά προτεσταντικά κέντρα, αλλά μόνο μέχρι εκεί, τίποτα παραπάνω.

Και για να μη χρειαστεί να επανέλθουμε στο θέμα σχέσης - βοήθειας - εξάρτησης από ξένες ομόδοξες εκκλησίες, να σας τονίσω ότι η βοήθεια που μας έδιναν, υλική ή ηθική, κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας αλλά και αργότερα με την εγκατάστασή μας στην Ελλάδα, ήταν η ίδια ακριβώς που δινόταν σε όλους τους Αρμενίους ανεξάρτήτως δόγματος, έστω και αν οι παρέχοντες τη βοήθεια στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν Ευαγγελικοί (οι Ελβετοί στο Καστρί, η Μις Μαίρη, κ.ά.) και πολλές φορές μάλιστα αισθανόμασταν αδικημένοι καθώς παίρναμε το μικρότερο «κομμάτι της πίτας».

 

Λέγεται, ότι κατά τη γενοκτονία η συμπεριφορά των Τούρκων απέναντι στους Ευαγγελικούς ήταν πιο ήπια. Συμφωνείτε;

Πιθανόν να ήταν καλή έως πολύ καλή η συμπεριφορά τους απέναντι στους αμερικανούς ή γερμανούς Ευαγγελικούς, αλλά απέναντι στους Αρμένιους δεν είχαν την παραμικρή διαφοροποίηση σε σχέση με τους άλλους ομοεθνείς μας.

Το 1914 σε όλο τον κόσμο υπήρχαν 70.000 αρμένιοι Ευαγγελικοί, εκ των οποίων οι 51.000  διαβιούσαν στην Τουρκία. Επίσης, στην Τουρκία είχαμε 137 οργανωμένες εκκλησίες, 82 αιδεσιμότατους  κήρυκες πάστορες και 97 πάστορες. Μετά τη Γενοκτονία απέμειναν μόνο 14.000 μέλη, 31 εκκλησίες, καθώς επίσης 25 αιδεσιμότατοι κήρυκες και 13 πάστορες.

 

Θα θέλαμε να μας πείτε τις βασικές αρχές της Ευαγγελικής Εκκλησίας και ποιες είναι οι διαφορές της με την ορθοδοξία και το ρωμαιοκαθολικισμό;

Ξεκινάμε με την αρχή ότι ο χριστιανός πρέπει να είναι γνώστης του λόγου του Κυρίου και να είναι συνεπής σ’ αυτόν. Από εκεί και πέρα έχουμε τέσσερα βασικά σημεία:

Θέλουμε τις διδαχές της Αγίας Γραφής να τις τηρούμε κατά γράμμα. Σκοπός μας είναι, ο λόγος του Ευαγγελίου να γίνει καθημερινότητα και κάτι τέτοιο το έχουμε καταφέρει σε μεγάλο βαθμό από την αρχή της ιστορίας μας.

Η διάδοση του Ευαγγελίου. Όπως οι απόστολοι γύρισαν όλο τον κόσμο για να διαδώσουν το λόγο του Χριστού, το ίδιο ακριβώς οφείλουμε να κάνουμε κι εμείς, ως άνθρωποι που σκεπτόμαστε και αγαπάμε το διπλανό μας.

Η κοινωνική προσφορά, όχι μόνο ως φιλανθρωπία, αλλά ως συνειδητή καθημερινή δραστηριότητα.

Η παιδεία νομίζω ότι είναι το βασικότερο εφόδιο που μπορεί να πάρει ένας νέος. Αν θέλουμε να πραγματοποιηθούν όλα όσα αναφέραμε προηγουμένως, πρέπει να έχουμε ανθρώπους μορφωμένους, όχι με στείρα εξειδικευμένη γνώση που θα χρησιμοποιείται μόνο για απόκτηση προσωπικού κέρδους, αλλά με βαθιά ψυχική, πνευματική και εγκυκλοπαιδική μόρφωση η οποία θα ανοίγει το μυαλό του νέου και θα τον φέρνει πιο κοντά στις πραγματικές αξίες και τα πιστεύω. Το βάρος που δίνει η εκκλησία μας στην εκπαίδευση αποδεικνύεται από το ότι, το μοναδικό αρμενικό πανεπιστήμιο της διασποράς είναι το «Χαϊγκαζιάν» το οποίο ανήκει στην ευαγγελική κοινότητα. Ένα ίδρυμα, το οποίο παρέχει υψηλής ποιότητας σπουδές στους φοιτητές του και κατέχει αξιοζήλευτη θέση ανάμεσα σε αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια.

Τώρα,όσον αφορά τις διαφορές μας με τις άλλες δύο εκκλησίες, είναι ότι εμείς πιστεύουμε και πρεσβεύουμε όλα όσα λέει το Ευαγγέλιο. Όλες οι άλλες δοξασίες έξω από τις γραφές δεν μας αφορούν. Δεν είναι ότι δεν τις πιστεύουμε ή τις καταδικάζουμε, αλλά δεν τις κηρύσσουμε και δεν τους δίνουμε τη βαρύτητα των λόγων της Αγίας Γραφής. Οι εκκλησίες μας δεν έχουν εικόνες αγίων, δεν ανάβουμε κεριά ούτε τελούμε λειτουργία. Είναι περισσότερο αίθουσες συνάρθροισης των πιστών για να προσευχηθούμε και να διατρανώσουμε την πίστη μας στον Κύριο. Σε όλες αυτές τις διεργασίες ο ρόλος μου ως ιερέα είναι απλά οργανωτικός και καθοδηγητικός καθώς δεν είμαι κάτι παραπάνω από αυτούς. Οι πιστοί με έχουν εκλέξει και με έχουν τοποθετήσει στη θέση που βρίσκομαι.

 

Ορμώμενοι από την τελευταία σας πρόταση θα μπορούσαμε να μάθουμε τη δομή της Εκκλησίας σας;

Η δομή μας έχει ως εξής: Μια ομάδα πιστών δημιουργεί μια εκκλησία με την έννοια που αναφέραμε πιο πάνω. Αυτοί εκλέγουν τον ποιμενάρχη τους, τον πρεσβύτερο. Πολλές τέτοιες εκκλησίες μιας περιοχής δημιουργούν μια ένωση Εκκλησιών. Στην περίπτωσή μας, η Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία της Ελλάδας ανήκει στην Ένωση Αρμενικών Ευαγγελικών Εκκλησιών της Μ. Ανατολής με έδρα τη Βηρυτό. Αυτή η ένωση έχει τον πρόεδρό της, ο οποίος εκλέγεται από ένα συνέδριο στο οποίο μετέχουν αντιπρόσωποι από κάθε χώρα, με βάση τον αριθμό των πιστών και συγκαλείται κάθε χρόνο. Ο πρόεδρος είναι πάντα αιδεσιμότατος άνω των 40 ετών. Επίσης, εκλέγεται μια διοικούσα επιτροπή 11 ατόμων των οποίων το έργο είναι να υλοποιούν τις αποφάσεις του συνεδρίου. Αυτοί έχουν δικαίωμα να παίρνουν μόνοι τους αποφάσεις αν κρίνουν ότι αυτό θα βοηθήσει. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πέντε τέτοιες ενώσεις. Μέσης Ανατολής, Βορείου Αμερικής,Νοτίου Αμερικής, Αρμενίας, Γαλλίας. Η τελευταία έχει δική της ένωση λόγω των πολλών εκκλησιών και του μεγάλου αριθμού πιστών που διαθέτει, έχει γίνει όμως πρόταση να δημιουργηθεί Ένωση Ευρώπης στην οποία θα προσχωρήσουν η Γαλλία, η Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες με μικρότερο αριθμό πιστών.

 

Ποιος είναι ο αριθμός των αρμενίων Ευαγγελικών σήμερα;

Όταν ξεκίνησε η κίνηση για τη δημιουργία μιας νέας εκκλησίας το 1846, συγκεντρώθηκε ένας σημαντικός αριθμός πιστών που στα τέλη του 19ου αιώνα ξεπερνούσε τους 40.000, ιδιαίτερα στην περιοχή της Κιλικίας. Σε όλο τον κόσμο συμπεριλαμβανομένης και της Αρμενίας είμαστε περίπου 100.000.

 

Ποια είναι η συμμετοχή σας ως Ευαγγελική Εκκλησία στην Αρμενία;

Από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης ακόμη, υπήρχαν Ευαγγελικοί στην Αρμενία όπου διατηρούσαμε και δύο εκκλησίες στις οποίες συναρθροίζονταν οι πιστοί όποτε μπορούσαν λόγω του υφιστάμενου καθεστώτος. Μετά την ανεξαρτησία έγινε μια σοβαρή κίνηση και δεδομένου ότι η Ορθόδοξη Αρμενική Αποστολική Εκκλησία δε δραστηριοποιήθηκε όπως θα έπρεπε, δείχνοντας μια κάποια νωχελικότητα, άρχισαν να συρρέουν στη χώρα κήρυκες διαφόρων ξενόφερτων και αιρετικών δογμάτων όπως οι μορμόνοι. Αυτός ήταν ένας λόγος παραπάνω να εντείνουμε τις προσπάθειές μας. Αυτή τη στιγμή δραστηριοποιούμαστε σε πενήντα πόλεις, έχοντας εκκλησίες σε εικοσιπέντε από αυτές και θα μπορούσα να πω ότι έχουμε μια αξιοπρόσεκτη παρουσία στη χώρα.

 

Πηγή: armenika.gr
Διαβάστε περισσότερα...

Δημοσιογράφοι στον Παράδεισο

Υπάρχουν φορές που χρειάζεται να αποχαιρετήσεις ανθρώπους που ποτέ δεν γνώρισες και όμως σου είναι τόσο οικείοι. Ίσως για αυτό να ευθύνεται το ότι σε κοιτούν ευθεία στα μάτια και νοιώθεις στο πετσί σου την ειλικρίνειά τους, την αγωνία τους, το θυμό τους απέναντι σε γεγονότα και αιτίες που τους διαχωρίζει από τους πολλούς και αδιάφορους. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γιώργος Κοίλιαρης που στις 15 του περασμένου Νοέμβρη, το σχετικά σύντομο ταξίδι του στη ζωή τελείωσε οριστικά. Έχοντας τραυματιστεί στον αυχένα κατά τη διάρκεια αποστολής στο Αφγανιστάν μεταφέρθηκε C-130 στην Αθήνα στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του ΚΑΤ όπου ένα μήνα μετά κατέληξε.

«Βαρύ το πένθος για την απώλεια του Γιώργου», δήλωσε σύσσωμος ο δημοσιογραφικός κόσμος μέσα από χαλαρά καδραρισμένα πλάνα, εφημεριδίστικα γραφεία και αποστειρωμένα δελτία ειδήσεων. Συνάδελφοι με καθαρά περιποιημένα νύχια, καλοχτενισμένοι, με τέλεια δόντια και ήρεμη προφορά σε ένα περιβάλλον απόλυτα ασφαλές, αναφέρονταν με στόμφο συγκίνησης στο κουράγιο, το θάρρος και την ανιδιοτελή δράση του εκλιπόντα. Κάπου πριν ή μετά και χωρίς να χαθεί πολύτιμος χρόνος από τον παλμό των… γεγονότων, εκτενή ρεπορτάζ κάλυψαν τη συντριβή των νοικοκυριών από την άνοδο των τιμών στα ραπανάκια, το πόσο απλησίαστες είναι οι ντομάτες το καταχείμωνο για τους χαμηλοσυνταξιούχους και τι μαύρες μέρες θα περάσουμε μακριά από ψησταριές και μπουζουξίδικα εξ αιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Μόνο που εκείνος που έφυγε ,αλλιώς αντιλαμβανόταν τη δημοσιογραφία.

Το πρόσωπό του ήταν σκαμμένο από τις άγριες μέρες που έζησε σε χώρες που εύκολα ξεχνάμε και η φωνή του είχε το χρώμα της απελπισίας των ανθρώπων που ουδέποτε θυμόμαστε, γιατί οι τραγωδίες τους μας ενοχλούν τη χώνεψη.

Έφτασε στα πιο δυσάρεστα σημεία του πλανήτη, με μόνο κίνητρο να μεταδώσει την είδηση. Αυτή που προκαλεί ένα ενστικτώδες σφίξιμο το στομάχι γιατί μας υπενθυμίζει ότι υπάρχουν πραγματικότητες που όσο μακριά και αν νομίζουμε ότι είναι, αφορούν ανθρώπους σαν και εμάς και κάποια στιγμή μπορεί να χτυπήσουν και τη δική μας πόρτα. Που πρέπει να γνωρίζουμε, γιατί συμβαίνουν στο παγκόσμιο σπίτι του οποίου είμαστε όλοι συγκάτοικοι και συνδιαχειριστές.

Όμως τα ρεπορτάζ του Κοίλιαρη δεν είχαν ζήτηση. Ποιος άλλωστε νοιάζεται για το τι συμβαίνει στη Βαγδάτη, στη Καμπούλ ή το Κονγκό από τη στιγμή που ο εθισμός στην reality προσέγγιση της γριούλας που την λήστεψαν και την ξυλοκόπησαν σπίτι της ή της μάνας που ξαναβρήκε το παιδί που έδωσε για υιοθεσία 40 χρόνια πριν, είναι πιο κοντά στην αναλγησία του καναπέ.

Και από την άλλη εμείς οι δημοσιογράφοι, πoυ επιδιώκουμε η υπογραφή μας να έχει κύρος στα εύκολα και οι φάτσες μας να μοστράρουν στο τηλεοπτικό χωνευτήρι της ενημέρωσης εκθέτοντας αλαζονικά τον Άνθρωπο και απαξιώνοντας τον σεβασμό που του οφείλουμε. Μόνο που όταν το τραγικό γίνεται συνήθεια, το αυτονόητο πεθαίνει.

Ο Κοίλιαρης και οι όμοιοί του, που με κόστος την ίδια τους τη ζωή επένδυσαν σε θέματα ουσίας και όχι ευρείας κατανάλωσης, είναι οι ήρωες που δεν βγαίνουν ποτέ κερδισμένοι -όπως τουλάχιστον θα αντιλαμβάνονταν οι πολλοί.

Τους θάβουν με τη σκόνη των αγώνων τους και τον ιδρώτα των προσπαθειών τους αντιμετωπίζοντάς τους ως ιδιόρρυθμους ρομαντικούς, άξιους απορίας που υπήρξαν -ή ακόμα υπάρχουν- ως τέτοιοι.

Όμως υπάρχει ένα δημοσιογραφικό «μυστικό», που όποιος το αντιλαμβάνεται ξέρει πως μέσα του κουβαλά έναν μικρό Παράδεισο, ακόμα και όταν οι σφαίρες σφυρίζουν πάνω από το κεφάλι του. Αυτόν που του υπαγορεύει πως «Αποστολή είναι εκεί όπου αισθάνεσαι ότι ανήκεις».

Για αυτό και μόνο, σε ζηλεύω Γιώργο Κοίλιαρη.

 Ο Γιώργος Κοίλιαρης με δικά του λόγια :

Αποσπάσματα από την αποκλειστική συνέντευξη που είχε δώσει στα «Αρμενικά» τον Αύγουστο του ’98, μετά την επιστροφή του από το μέτωπο του Ναγκόρνο Καραμπάχ.

Δεν μ’ ενδιαφέρει πότε θα πεθάνω, ειλικρινά σου μιλάω, αυτό που

μ’ ενδιαφέρει είναι να πεθάνω μετά τη μάνα μου, επειδή είναι άρρωστη, και πριν κλείσω τα μάτια μου, τα δευτερόλεπτα πριν κλείσω τα μάτια μου, να πω την έζησα τη ζωή μου, άξιζε τον κόπο. Να περάσει έτσι σαν μια φλασιά η ζωή μου και να πω έκανα κάποια πράγματα, τα οποία δεν έχουν καμμία σχέση με χρήματα...

 Όταν είσαι μέσα στη μάχη, δε συνειδητοποιείς τίποτα. Όταν τα ακούω μετά, λέω τι έκανα, που ήμουνα; Αλλά αυτό είναι στιγμιαίο. Αυτό που με οδηγεί, που μου δίνει το κίνητρο να συνεχίσω, είναι ότι θέλω να δείξω πράγματα.

Θέλω να δείξω τι γίνεται. Και κάποια στιγμή, αν μπορούσα να γυρίσω ντοκιμαντέρ, θα ήθελα να δείξω στον κόσμο τι πραγματικά είναι ο πόλεμος. Όταν λέμε πόλεμο, μας έρχονται στο νου σκηνές από Τζων Γουέιν, από Ράμπο, δεν ξέρω κι εγώ από τι άλλο... Καμμία σχέση με την πραγματικότητα. Ηρωοποιούν τους πολέμους, όλοι οι πιτσιρικάδες θέλουν να γίνουν στρατιωτικοί. Όλοι θέλουν να υπηρετήσουν στις ειδικές δυνάμεις, όλοι θέλουν να πολεμήσουν, και να σφάξουν, να μπουν στην Άγκυρα και οι Τούρκοι θέλουν να μπουν στην Αθήνα κι ο καθένας έχει τα δικά του μεγάλα όνειρα, καμμία σχέση με την πραγματικότητα.

 Με τραβούσε πάντοτε η περιπέτεια. Δεν μπορούσα ποτέ να διανοηθώ τον εαυτό μου καθισμένο πίσω από ένα γραφείο, αυτό που κάνω δηλαδή, αυτή τη στιγμή. Πάντοτε ήθελα να είμαι σε κίνηση, να τρέχω από εδώ, να τρέχω από εκεί, να πηγαινοέρχομαι, να ανεβαίνει η αδρεναλίνη...

 Θα ήθελα κάποια στιγμή να μαζέψω όλο το υλικό που έχω – και έχω αρκετό υλικό. Δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Όλοι κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες γινόμαστε κτήνη. Όλοι, δεν υπάρχει εξαίρεση, είτε είσαι Έλληνας,είτε Τούρκος,

είτε Αρμένης, είτε Γάλλος...

 Εκεί που πραγματικά ήταν βάρβαρα τα πράγματα ήταν στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, όταν μας είχαν περικυκλώσει οι Αζέροι κι έγινε «το έλα να δεις».

Έξι μέρες ατελείωτος βομβαρδισμός κι έβλεπες ότι δεν έχεις ελπίδα. Εκεί πραγματικά «τα έπαιξα».


Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2008

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Τα κάστρα της Αρμενίας: το Λορί-Μπερντ

Ίδρυση και περιγραφή

Το Λορί-Μπερντ (επί λέξη το κάστρο του Λορί) χτίστηκε από τον Νταβίντ Ανχογίν (τον Ακτήμονα) (989-1048 μ.Χ.), βασιλιά του Τασίρ - Ντζοραγκέτ, ενός βασιλείου υποτελούς στην αρμενική δυναστεία των Βαγρατιδών. Γύρω από το κάστρο θεμελιώθηκε η ομώνυμη πόλη και οχυρώθηκε με πέτρινα τείχη.

Η πόλη Λορί-Μπερντ με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε σε ένα απόρθητο φρούριο. Το γεγονός αυτό μαρτυρά ένας από τους αρμένιους ιστορικούς του μεσαίωνα, ο Βαρντάν Μπαρτζραμπερτσί (13ος αιώνας μ.Χ.).

Το κάστρο και η πόλη που δημιουργήθηκε γύρω του είχαν έκταση 330 στρέμματα. Το κάστρο καταλάμβανε τα 250 στρέμματα, η υπόλοιπη έκταση άνηκε στην πόλη. Το κάστρο ήταν σχεδιασμένο έξυπνα από στρατηγική άποψη: οι υπερασπιστές έπρεπε να προστατεύουν μόνο τη μία πλευρά των τειχών, καθώς στις τρεις πλευρές του Λορί-Μπερντ υπήρχε φαράγγι. Ήταν και η πόλη περιτειχισμένη, ενώ μια μικρή γέφυρα κάτω στο φαράγγι προστατευόταν από δύο πύργους.

Τα τείχη του κάστρου, μήκους 700 μέτρων, σώζονται. Υποτίθεται πως το ύψος τους έφτανε στα 21,4 μέτρα. Υπήρχε μυστική σήραγγα για διαφυγή από το κάστρο, όπως και μια δεξαμενή η οποία προμήθευε πόσιμο νερό στους κατοίκους σε περίπτωση πολιορκίας. Ήταν ο λεγόμενος δρόμος του νερού (“τζρι τσαμπά” στα αρμενικά).

Το Λορί-Μπερντ λειτουργούσε και ως εμπορικό κέντρο, αφού βρισκόταν στο σταυροδρόμι σημαντικών εμπορικών δρόμων: από τη Γεωργία στο Ιράν και από την Κίνα στη Βυζαντινή αυτοκρατορία.

Στις μέρες μας διατηρείται η εκκλησία, η βιβλιοθήκη, αλλά και δυο λουτρά με υπόκαυστο σύστημα θέρμανσης: δηλαδή στα λουτρά αυτά υπήρχε χώρος όπου καίγονταν τα ξύλα για να ζεσταθεί το νερό, το οποίο μετά κυκλοφορούσε στους σωλήνες κάτω από το πάτωμα και πίσω τους τοίχους των λουτρών.

 

Σύντομη ιστορία

Το Λορί-Μπερντ υπέστη την πρώτη καταστροφή από ξένους κατακτητές το 1105 μ.Χ. Ήταν οι ορδές των Σελτζούκων Τούρκων του Εμίρ Κιζίλ. Ο βασιλιάς της Γεωργίας Δαβίδ Δ’ (1089-1125 μ.Χ.) απελευθέρωσε το κάστρο από το ζυγό των Σελτζούκων και η περιοχή περιήλθε στο βασίλειο της Γεωργίας, άνηκε δε από το έτος 1118 μ.Χ. στους αρμένιους ηγεμόνες Ορμπελιάν.

Η δισέγγονη του Δαβίδ Δ’, η βασίλισσα Ταμάρα (1184-1213 μ.Χ.), με σκοπό να ανταμείψει του αρμένιους πρίγκιπες, αδελφούς Ιβανέ και Ζακαρέ Ζαχαριάν, για τη συνεισφορά τους στην εκδίωξη των Σελτζούκων από την Αρμενία και τη Γεωργία, τους παραχώρησε το 1185 μ.Χ. την πόλη Λορί-Μπερντ μαζί με το κάστρο.

Το 1228 μ.Χ. ο Χαν της Χορέζμης (σημερινού Ουζμπεκιστάν), ο Τζαλάλ αντ-Ντιν, επιτέθηκε στο κάστρο και το λεηλάτησε.

Το 1238 μ.Χ. το Λορί-Μπερντ αποτέλεσε την έδρα του γιου του Ζακαρέ, του πρίγκιπα Σαχανσάχ. Το ίδιο έτος έφτασαν στα τείχη του κάστρου οι Μογγόλοι υπό την καθοδήγηση του Χαν Τσαχάτ. Οι Μογγόλοι κατέστρεψαν την πόλη, πολιόρκησαν το κάστρο και το κατέλαβαν. Η λεπτομερής περιγραφή της πολιορκίας σώζεται χάρη στον αρμένιο ιστορικό της εποχής, τον Γκιρα-γκός Γκαντζακετσί (1200-1271 μ.Χ.), ο οποίος υπήρξε μάρτυρας της κατάληψης του κάστρου από τους Μογγόλους.

Το κάστρο δεν ορθοπόδησε ξανά μετά την ολοσχερή καταστροφή την οποία προκάλεσαν οι Μογγόλοι. Οι ξένοι κατακτητές και οι ποικίλοι επιδρομείς που ακολούθησαν, όπως ο Λενκ-Τιμούρ και οι Πέρσες, συνέβαλαν μόνο στην περαιτέρω παρακμή της κάποτε ανθούσας πόλης. Από τον 16ο αιώνα μ.Χ. οι κάτοικοι της περιοχής εγκατέλειψαν σιγά σιγά τα απομεινάρια του κάστρου και μετακόμισαν σε άλλες περιοχές.

Με την εγκαθίδρυση του σοβιετικού καθεστώτος στην Αρμενία, στο χρονικό διάστημα 1925-1931, δυτικά του κάστρου δημιουργήθηκε το ομώνυμο χωριό Λορί-Μπερντ.

Αρμένιοι αρχαιολόγοι έκαναν ανασκαφές στην περιοχή το 1966-1967 και το 1969-1973. Μάλιστα, αρχηγός της δεύτερης αποστολής ήταν ο γνωστός ιστορικός και αρχαιολόγος Σ. Ντεβετζιάν. Κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν διάφορα αντικείμενα, τα οποία χρονολογούνται από την Εποχή του Χαλκού και την Εποχή του Σιδήρου.

 

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι