Logo
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Η πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα στοίχισε τη ζωή σε 1,5 εκ. ανθρώπους

Γυναίκα γονατιστή δίπλα σε ένα παιδί σε μια από τις πορείες θανάτου στην έρημο κοντά στον δρόμο προς το Χαλέπι Γυναίκα γονατιστή δίπλα σε ένα παιδί σε μια από τις πορείες θανάτου στην έρημο κοντά στον δρόμο προς το Χαλέπι
Στις 15 Μαρτίου 1921 στο Βερολίνο μια ομάδα νεαρών Αρμενίων που ανήκαν στη λεγόμενη Αρμενική Επαναστατική Ενωση στο πλαίσιο της Επιχείρησης Νέμεσις, που είχε ως αποστολή την εκτέλεση των πρωταιτίων της αρμενικής γενοκτονίας, εξετέλεσε μέρα μεσημέρι παρουσία των περαστικών τον υπ' αριθμόν 1 από αυτούς: τον πρώην μεγάλο βεζίρη και υπουργό Εσωτερικών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1915 Ταλάτ Πασά. Για την Επιχείρηση Νέμεσις δεν αρκούσε που στην Τουρκία ο Ταλάτ Πασάς είχε καταδικαστεί αργότερα ερήμην σε θάνατο.  

Ο εγκέφαλος της επιχείρησης λεγόταν Σαχλάν Ναταλί και ο εκτελεστής Σοχομόν Τελχνιριάν. Οι εντολές του πρώτου προς τον δεύτερο ήταν σαφείς: «Μόλις τινάξεις στον αέρα το κρανίο του υπ' αριθμόν 1 δολοφόνου του έθνους δεν θα προσπαθήσεις να ξεφύγεις. Θα μείνεις εκεί, θα βάλεις το πόδι σου πάνω στο πτώμα του και θα παραδοθείς στους αστυνομικούς που θα έλθουν και θα σου περάσουν χειροπέδες».    

Αυτό και συνέβη. Ο Τεχλιριάν συνελήφθη, δικάστηκε και αθωώθηκε. Τα όσα αποκαλύφθηκαν στη δίκη του, που διήρκεσε δύο ημέρες, έκαναν τεράστια εντύπωση σε έναν δικηγόρο πολωνοαρμενικής καταγωγής ονόματι Ραφαήλ Λέμκιν, ο οποίος 22 χρόνια αργότερα πρωτοχρησιμοποίησε τον όρο γενοκτονία.

Ημερομηνία έναρξης της γενοκτονίας θεωρείται η 24η Απριλίου 1915. Είχαν προηγηθεί βεβαίως κι άλλα φαινόμενα μαζικής εξόντωσης Αρμενίων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως οι σφαγές του 1894-1896 (όταν σουλτάνος ήταν ο  Αβδούλ Χαμίτ) και η σφαγή στα Αδανα το 1909 (όταν κάποιοι αξιωματικοί του στρατού σε συνεργασία με ισλαμιστές σπουδαστές επιχείρησαν να ανατρέψουν το καθεστώς των Νεοτούρκων και να επαναφέρουν τον σουλτάνο στην εξουσία). Ο στρατός που πήγε στα Αδανα για να καταστείλει την εξέγερση στράφηκε και εναντίον των Αρμενίων της περιοχής αρπάζοντας τα σπίτια και τις περιουσίες τους και δολοφονώντας 30.000 από αυτούς.

Εναν χρόνο προτού τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο της γενοκτονίας οι οθωμανικές Αρχές ξεκίνησαν την προπαγάνδα εναντίον των Αρμενίων παρουσιάζοντάς τους ως απειλή για την ασφάλεια της Αυτοκρατορίας: ότι ήθελαν να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη, να σκοτώσουν τους εκεί μουσουλμάνους και να ανοίξουν τα στενά των Δαρδανελίων.

Θάνατος στους διανοουμένους!
Τα ξημερώματα της 24ης Απριλίου 1915, ημέρα της αποτυχημένης απόβασης των Συμμάχων στην Καλλίπολη (η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε συνταχθεί με τις δυνάμεις του Αξονα), η αστυνομία της Κωνσταντινούπολης κατ' εντολήν του υπουργού Εσωτερικών Ταλάτ Πασά συνέλαβε στην Κωνσταντινούπολη περίπου 300 αρμένιους διανοουμένους (δημοσιογράφους, πολιτικούς, συγγραφείς, γιατρούς και δασκάλους, δηλαδή την πνευματική ελίτ). Και αργότερα κι άλλους, από άλλες περιοχές. Οι περισσότεροι  βασανίστηκαν άγρια και εκτελέστηκαν, ενώ οι υπόλοιποι φυλακίστηκαν, στάλθηκαν σε τάγματα θανάτου ή εκτοπίστηκαν. Ανάμεσα σε όσους εκτελέστηκαν ξεχωρίζουν δύο από τους σημαντικότερους ποιητές της Αρμενίας: ο Σιαμάντο (Ατόμ Γιαρτζανιάν) και ο Ντανιέλ Βαρουχιάν (που είχαν εμπειρίες από πρώτο χέρι των σφαγών του 1894-96 επί Αβδούλ Χαμίτ και των Αδάνων το 1909), ο Ερουκάν (δάσκαλος και συγγραφέας  που συνελήφθη στην Κωνσταντινούπολη μαζί με έναν ιερέα, φυλακίστηκαν και εκτελέστηκαν), ο πολιτικός, δικηγόρος και συγγραφέας Κρικόρ Ζοράμπ και πολλοί άλλοι.

Οι λόγοι για τους οποίους η γενοκτονία άρχισε με την εξόντωση των αρμενίων διανοουμένων είναι προφανείς. Ως τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία όλοι οι χριστιανοί (αλλά και οι Εβραίοι) ήταν πολίτες β' κατηγορίας. Πλήρωναν περισσότερους φόρους από τους μουσουλμάνους, στα δικαστήρια ο λόγος τους εναντίον μουσουλμάνων δεν είχε ισχύ, δεν επιτρεπόταν να καβαλούν άλογο ή να φέρουν όπλα και τα σπίτια τους δεν έπρεπε να βρίσκονται απέναντι από σπίτια μουσουλμάνων.

Αργότερα, κατόπιν πιέσεων δυτικών κυβερνήσεων, οι Οθωμανοί προέβησαν σε κάποιες παραχωρήσεις, αν και οι περισσότερες δεν εφαρμόστηκαν στην πράξη. Μια νεότερη γενιά Αρμενίων ωστόσο κατάφερε να πάει στο εξωτερικό και να σπουδάσει στις δυτικές χώρες. Αυτοί επιστρέφοντας ανέλαβαν να αφυπνίσουν τους συμπατριώτες τους ώστε να πάψουν να αποδέχονται το καθεστώς του πολίτη β' κατηγορίας υπό το οποίο ζούσαν ως τότε. Δεν ήταν μόνο θέμα πολιτικής χειραφέτησης αλλά και εθνικής επιβίωσης.

Πορεία θανάτου στην έρημο
Οι Αρμένιοι λοιπόν για τις οθωμανικές Αρχές, που βρίσκονταν μπροστά στο φάσμα της διάλυσης της Αυτοκρατορίας, έπρεπε να μείνουν χωρίς ηγεσία ώστε να καταστεί ευκολότερη η εξόντωσή τους. Εγκέφαλος της επιχείρησης Γενοκτονία ήταν ο Ταλάτ Πασάς, αλλά και ο ζήλος των κατώτερων αξιωματούχων που την έφεραν σε «πέρας» δεν υπήρξε μικρότερος. Η όλη επιχείρηση πέρασε από τρεις φάσεις. Στην πρώτη περίπου 60.000 Αρμένιοι στρατολογήθηκαν στον οθωμανικό στρατό, όπου σύντομα τους αφόπλισαν και τους εξετέλεσαν (αυτό συνέβη πριν από τις 24 Απριλίου). Στη δεύτερη συνελήφθησαν και εξολοθρεύτηκαν οι διανοούμενοι. Στην τρίτη φάση συνελήφθησαν οι γυναίκες, τα παιδιά και οι υπερήλικοι που στάλθηκαν στην έρημο της Συρίας.

Σ' εκείνη την πορεία θανάτου οι περισσότεροι πέθαναν από τις κακουχίες, τις επιδημίες και την πείνα ή σφαγιάστηκαν από αστυνομικούς, στρατιώτες και κούρδους ληστές. Χιλιάδες παιδιά πέθαναν από την πείνα, γι' αυτό και λίγο αργότερα στη Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ πολλοί γονείς έλεγαν στα παιδιά τους να τρώνε όλο τους το φαγητό ώστε να μην πάθουν ό,τι και τα παιδιά των Αρμενίων.

Ως τον Απρίλιο του 1915 στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ζούσαν 2.000.000 Αρμένιοι. Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύτηκε στους New York Times, από αυτούς οι μισοί σφαγιάστηκαν ή εκδιώχθηκαν από τη χώρα ή αναγκάστηκαν να εκπατριστούν.

Το φοβερό πογκρόμ (η λέξη είναι ρωσική και σημαίνει διωγμός) που εξαπολύθηκε εναντίον του αρμενικού πληθυσμού στοίχισε τελικά τη ζωή σε 1.500.000 ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν γυναίκες και μικρά παιδιά και υπήρξε η πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα και η δεύτερη μεγαλύτερη μετά το Ολοκαύτωμα των Εβραίων στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Οχι μόνο οι προφορικές και γραπτές μαρτυρίες των όσων επέζησαν και των ξένων παρατηρητών αλλά και κυρίως οι φωτογραφίες που έχουν διασωθεί αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες του φοβερού μαζικού εγκλήματος που δεν είχε απλώς την καθεστωτική επίνευση ή ανοχή αλλά σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε από το ίδιο το καθεστώς, γι' αυτό άλλωστε και ονομάστηκε γενοκτονία.

Ελάχιστοι Αρμένιοι από όσους κατάφεραν να σωθούν παρέμειναν στην Τουρκία. Ο πληθυσμός τους από τα 2.000.000 που ήταν το 1915 έχει συρρικνωθεί στις 50.000. Περίπου 400.000 ήταν όσοι κατάφεραν να διαφύγουν στη Δύση, οι περισσότεροι στις ΗΠΑ, όπου ο πληθυσμός των Αμερικανοαρμενίων υπολογίζεται σήμερα μεταξύ των 800.000 και του 1.500.000.


Η αρμενική διασπορά επομένως είναι συνέπεια της γενοκτονίας, η οποία αποτελεί ταυτοτικό της στοιχείο. Πολλοί Αρμένιοι κατάφεραν να διαπρέψουν στο εμπόριο, στα πανεπιστήμια, στα γράμματα και στις τέχνες. Και αυτοί κυρίως έχουν πρωτοστατήσει στην προσπάθεια να αναγνωρισθεί διεθνώς η γενοκτονία.


Η δήλωση του Πάπα και το ψήφισμα της Ευρωβουλής
Την περασμένη Κυριακή ο Πάπας Φραγκίσκος σε λειτουργία στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη αποκάλεσε τη σφαγή των Αρμενίων την «πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα» προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Τουρκίας που ανακάλεσε αμέσως τον πρέσβη της στο Βατικανό. Η αναφορά του Φραγκίσκου «δεν ταιριάζει στον Πάπα», δήλωσε ο τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου. Ο Φραγκίσκος είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη γενοκτονία και παλαιότερα, προτού εκλεγεί Πάπας, αλλά ήταν η πρώτη φορά που τη χρησιμοποίησε μετά την ανάληψη του αξιώματός του, και μάλιστα χαρακτηρίζοντάς την ως την «πρώτη» γενοκτονία του 20ού αιώνα. Και δεν αρκέστηκε σε αυτό, αλλά ζήτησε από «όλους τους αρχηγούς κρατών και διεθνών οργανισμών να καταδικάσουν τέτοια εγκλήματα με απόλυτη αίσθηση καθήκοντος, χωρίς να ενδίδουν στη διγλωσσία ή στον συμβιβασμό».  

Η δήλωση του Πάπα ήταν επιπλέον σημαντική γιατί τη συνέδεσε και με τα θύματα του ναζισμού και του σταλινισμού, και με τις εκτελέσεις χριστιανών στο Ιράκ, στη Συρία, στη Λιβύη, στη Νιγηρία και στην Κένυα από τους τζιχαντιστές. Στο πολιτικό επίπεδο βέβαια έχει μεγάλη σημασία εξαιτίας του ηθικού (κατά συνέπεια και πολιτικού) κύρους που απολαμβάνει ο ποντίφικας ανάμεσα όχι μόνο στους καθολικούς αλλά και στους πιστούς άλλων χριστιανικών - και μη - δογμάτων.

Τρεις ημέρες αργότερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνεδρίαζε με σκοπό να κηρύξει τη σφαγή των Αρμενίων γενοκτονία. Ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε, σε μια άκρως λαϊκιστική αποστροφή, μία ημέρα πριν από τη συνεδρία και λίγο προτού αναχωρήσει για επίσημη επίσκεψη στο Καζακστάν, ότι «όποια κι αν είναι η απόφασή τους θα μπει από το ένα αφτί και θα βγει από το άλλο».

Το ψήφισμα της Ευρωβουλής, που εγκρίθηκε με ανάταση των χεριών, προκάλεσε νέες αντιδράσεις από την πλευρά της Τουρκίας. Το τουρκικό υπουργείο  Εξωτερικών κατηγόρησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι προσπαθεί να «ξαναγράψει την Ιστορία». Η κατηγορία ήταν συμβατή με τις παλαιότερες απόψεις του Ερντογάν ότι η έρευνα που αφορά το ζήτημα θα έπρεπε να διεξαχθεί αντικειμενικά από τους ιστορικούς, με άλλα λόγια να μην αποτελεί αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης.

Η Τουρκία θεωρεί ότι τα θύματα της εξόντωσης των Αρμενίων είναι πολύ λιγότερα από ό,τι πιστεύεται και γι' αυτό δεν μπορεί κανένας να χρησιμοποιήσει τον όρο γενοκτονία, δεδομένου μάλιστα πως ούτε λίγο ούτε πολύ οι Αρμένιοι που εξοντώθηκαν ήταν θύματα «εμφυλίου πολέμου»!


Γιατί όμως η Τουρκία αντιδρά τόσο έντονα στη χρήση του όρου; Την περασμένη χρονιά ο Ερντογάν έστειλε τα συλλυπητήριά του στους απογόνους των Αρμενίων που σκοτώθηκαν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και κάποιοι τότε στην Ευρώπη πίστεψαν ότι ήταν μια καλή αρχή και ότι το επόμενο βήμα θα ήταν να αναγνωρίσει η Τουρκία την εξόντωση των Αρμενίων ως γενοκτονία. Οι σκεπτικιστές όμως είπαν ότι αυτό δεν επρόκειτο να συμβεί αφού θα ήταν σαν να απέρριπτε το σημερινό καθεστώς της Τουρκίας μέρος από το οθωμανικό παρελθόν της χώρας (μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή του οποίου επιχειρεί να προβάλει σήμερα με διάφορες ενέργειες). Μολονότι η Τουρκία δεν προσπαθεί, όπως πριν από λίγα μόλις χρόνια, να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση, δεν έχει αποσύρει την υποψηφιότητά της. Γεγονός το οποίο σημαίνει ότι ψηφίσματα τέτοιου είδους, ακόμη κι αν έχουν μόνο συμβολική σημασία, δεν μπαίνουν από το ένα αφτί για να βγουν από το άλλο. Στην Τουρκία μεγάλο μέρος των διανοουμένων έχει εντελώς αντίθετη άποψη από την επίσημη όσον αφορά τόσο το κουρδικό ζήτημα όσο και το Αρμενικό. Πέραν όμως αυτού, η στάση απέναντι στο θέμα της αρμενικής γενοκτονίας προσδιορίζει και την πορεία την οποία θα ακολουθήσει στο μέλλον η χώρα.


ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Σεβασμός στη μνήμη και στην Ιστορία

Η επίσημη στάση της Τουρκίας όσον αφορά το θέμα της εξόντωσης των Αρμενίων μοιάζει ακατανόητη, όπως και η προσπάθειά της να μην αναγνωριστεί διεθνώς ως γενοκτονία. Το 1998 η γαλλική Βουλή αναγνώρισε τη γενοκτονία. Τρία χρόνια αργότερα, σε διεθνή συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη όπου συμμετείχα, απαγορεύτηκε η είσοδος της χώρας σε έναν γάλλο σύνεδρο εξαιτίας αυτού του λόγου.    

Οκτώ χρόνια αργότερα ωστόσο, σε άλλο διεθνές συνέδριο που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο Μπιλγκί της Κωνσταντινούπολης, λίγους μήνες μετά τη δολοφονία του μετριοπαθούς αρμένιου δημοσιογράφου Χραν Ντινκ, παίχθηκε ντοκιμαντέρ γάλλων αρμενικής καταγωγής που το θέμα του ήταν η επίσκεψή τους στους τόπους των προγόνων τους οι οποίοι εκπατρίστηκαν ή εξοντώθηκαν το 1915. Ολοι περιμέναμε πως ή θα επενέβαινε η αστυνομία και θα μας συνελάμβανε ή θα μας περίμεναν έξω οπαδοί των Γκρίζων Λύκων για να μας αποδοκιμάσουν.

Δεν συνέβη απολύτως τίποτε. Ισως γιατί ήταν η εποχή που η Τουρκία έτρεφε βάσιμες ελπίδες ότι θα γινόταν δεκτή ως μέλος στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Τα πράγματα σήμερα έχουν πάρει άλλη τροπή. Σκέφτεται κανείς πόσο διαφορετικά θα ήταν αν η χώρα αναγνώριζε τη γενοκτονία - που σημαίνει ότι το ίδιο θα αναγκαζόταν να κάνει και το Αζερμπαϊτζάν. Αλλά όσο αργά κι αν προχωρεί η αναγνώριση της γενοκτονίας σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι κάτι που δεν μπορεί να αποτραπεί από καμία κυβέρνηση και από κανένα πολιτικό σύστημα. Είναι θέμα στοιχειώδους σεβασμού στη μνήμη, στον πολιτισμό και στην Ιστορία. Και ο ύστατος φόρος τιμής στα θύματα.
Armenian Portal ©