Menu

Η Τεχεράνη, «αγκάθι» μεταξύ Ουάσιγκτον και Αγκυρας

Να υπερψηφίσει η Τουρκία τις κυρώσεις κατά του Ιράν ζήτησε ο Αμερικανός πρόεδρος, αλλά ο κ. Ερντογάν αρνήθηκε

Του ανταποκριτή μας στην Ουασιγκτον Αθανασιου Eλλις

Η διαφοροποίηση του Ταγίπ Ερντογάν από την προσέγγιση της Δύσης στο θέμα του πυρηνικού οπλοστασίου του Ιράν, που εξελίσσεται σε «αγκάθι» των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης που είχε ο Μπαράκ Ομπάμα με τον Τούρκο πρωθυπουργό στο περιθώριο της διεθνούς διάσκεψης για την πυρηνική ασφάλεια στην Ουάσιγκτον. Ο Αμερικανός πρόεδρος ζήτησε να στηρίξει η Αγκυρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας το αναμενόμενο ψήφισμα επιβολής νέων κυρώσεων στην Τεχεράνη, αλλά ο Τούρκος πρωθυπουργός αρνήθηκε. Η στάση του τελευταίου, ο οποίος απορρίπτει την αμερικανική προσέγγιση και ακολουθεί δική του πολιτική, αναζητώντας μάλιστα συμμάχους όπως τη Βραζιλία, έχει προκαλέσει δυσφορία στην Ουάσιγκτον.

Το επιχείρημα που κατέθεσε ο Ταγίπ Ερντογάν στον Μπαράκ Ομπάμα, αλλά και ο Αχμέτ Νταβούτογλου στη Χίλαρι Κλίντον, και το οποίο οι δύο Τούρκοι ιθύνοντες επανέλαβαν σε ομιλίες τους σε στρατηγικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα της Ουάσιγκτον, είναι πως το Ιράν όχι μόνο είναι γειτονική χώρα, αλλά αποτελεί μείζονα πηγή ενεργειακής τροφοδοσίας για την Τουρκία. Επιχείρησαν δε να παίξουν το «χαρτί της Ρωσίας», λέγοντας ότι δεν θα ήθελαν να εξαρτάται πλήρως η Τουρκία από το ρωσικό φυσικό αέριο. Ταυτόχρονα, τόνισαν ότι ενδεχόμενες οικονομικές κυρώσεις σε έναν σημαντικό εμπορικό εταίρο όπως είναι το Ιράν θα προκαλέσει τεράστια ζημία στην τουρκική οικονομία. Στο πλαίσιο αυτό επικαλέσθηκαν τη ζημία που, όπως είπαν, υπέστη η Τουρκία και από τις κυρώσεις που είχαν επιβληθεί την περασμένη δεκαετία σε μια άλλη γειτονική της χώρα, το Ιράκ. Γι’ αυτό η ξεκάθαρη θέση που πρόβαλαν οι κ. Ερντογάν και Νταβούτογλου ήταν ότι η Τουρκία δεν συμφωνεί και δεν θα συναινέσει σε νέες κυρώσεις, και θα συνεχίσει στην οδό της διπλωματίας.

Περιφερειακή δύναμη

Μιλώντας στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων ο κ. Νταβούτογλου περιέγραψε την Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη, η οποία έχει σημαντικά στρατηγικά συμφέροντα στην Ευρώπη, την Ασία, τη Μέση Ανατολή, τον Καύκασο, αλλά και στην Κασπία και τη Μαύρη Θάλασσα, τα οποία λειτουργούν συμπληρωματικά με αυτά των ΗΠΑ. Υποστήριξε ότι η χώρα του είναι αντίθετη με την προοπτική απόκτησης πυρηνικών όπλων από το Ιράν, αλλά συμπλήρωσε ότι ταυτόχρονα θεωρεί πως κανένα κράτος δεν πρέπει να διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο στη Μέση Ανατολή, σε μια ευθεία αναφορά στο Ισραήλ.

Η στάση αυτή δεν ικανοποιεί την Ουάσιγκτον, η οποία θεωρεί ότι έχουν εξαντληθεί όλες οι δυνατότητες διαλόγου με το Ιράν και προσπαθεί να εξασφαλίσει τη ευρύτερη δυνατή συναίνεση στους κόλπους του Σ. Α. για την επιβολή κυρώσεων. «Διαφωνούμε με όσους μας ζητούν να σταματήσουμε τις κυρώσεις γιατί υπάρχει ακόμη προοπτική να υπάρξει διευθέτηση», τόνισε αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, επικρίνοντας εμμέσως πλην σαφώς την Αγκυρα, και συμπλήρωσε με νόημα ότι «αυτή τη στιγμή κρίνεται η αξιοπιστία της διεθνούς κοινότητας». Πάντως, τουρκικές πηγές τόνιζαν ότι ο ο Ταγίπ Ερντογάν «δεν παίζει κάποιο διπλωματικό παιχνίδι, αλλά εννοεί αυτά που λέει για το Ιράν», αν και έχει έχει διαμηνύσει στην Τεχεράνη ότι η απόκτηση πυρηνικού όπλου δεν θα βοηθήσει έναντι του Ισραήλ, καθώς δεν μπορεί η Τεχεράνη να εξαπολύσει επίθεση κατά της Ιερουσαλήμ, που αποτελεί ιερή πόλη όχι μόνο για το Ισραήλ αλλά και για το Ισλάμ.

Η Αρμενία

Στο άλλο μείζον ζήτημα που απασχολεί πλέον τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, ο κ. Ομπάμα ζήτησε να προχωρήσει η διαδικασία προσέγγισης Τουρκίας και Αρμενίας, αλλά και εδώ ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίσθηκε διστακτικός, επιμένοντας να αποτρέψει ο Λευκός Οίκος την αναγνώριση της αρμενικής γενοκτονίας από την ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων, παρότι το Κογκρέσο λειτουργεί κάτω από τις δικές του επιρροές και ακολουθεί προτεραιότητες που συχνά δεν ταυτίζονται με αυτές της εκτελεστικής εξουσίας.

Η Χίλαρι Κλίντον είχε εκτενή συζήτηση με τον Αχμέτ Νταβούτογλου για το αρμενικό ζήτημα και, σύμφωνα με αξιωματούχο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, εξετάσθηκαν «δημιουργικές φόρμουλες» που θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Αρμενία.

Ελληνοτουρκικά και Κυπριακό

Χίλαρι Κλίντον και Αχμέτ Νταβούτογλου συναντήθηκαν δύο φορές. Οι Αμερικανοί εκφράζουν ελπίδες ότι στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών σχέσεων θα υπάρξει πρόοδος, θεωρώντας καθοριστικό παράγοντα την παρουσία του Γ. Παπανδρέου. Την Παρασκευή το απόγευμα ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τούρκο ομόλογό του κ. Ταγίπ Ερντoγάν και συμφώνησαν η επίσκεψη του τελευταίου στην Αθήνα να γίνει τέλη Μαΐου.

Στην Κύπρο επενδύουν στον Δ. Χριστόφια και ταυτόχρονα ελπίζουν σε νίκη του Ταλάτ στις εκλογές που διεξάγονται σήμερα στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, ενώ η πιθανή επικράτηση του Ντερβίς Ερογλου προκαλεί προβληματισμό. Η κ. Κλίντον συμφώνησε με τον Τούρκο ομόλογό της ότι σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να ενθαρρύνουν τον νέο Τουρκοκύπριο ηγέτη να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις.

Πάντως, σε περίπτωση που επικρατήσει ο κ. Ερογλου, η ελληνοκυπριακή πλευρά κινδυνεύει να βρεθεί στη χειρότερη δυνατή θέση. Να έχει προχωρήσει ο πρόεδρος Χριστόφιας σε παραχωρήσεις, τις οποίες η πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων πολιτών και των πολιτικών κομμάτων θεωρούν υπερβολικές, αλλά η διεθνής κοινότητα αντί να πιέσει την τουρκοκυπριακή πλευρά να ανταποκριθεί με ανάλογες κινήσεις, να στρέψει τις πιέσεις προς την ελληνοκυπριακή πλευρά με σκοπό να διασφαλίσει τη συνεργασία του νέου Τουρκοκύπριου ηγέτη ο οποίος χαρακτηρίζεται «εθνικιστής».

Διαβάστε περισσότερα...

Οι τρεις καθοριστικές κόκκινες γραμμές

Ο Μαρκάρ Εσεγιάν, αρθρογράφος στην ανεξάρτητη ημερήσια εφημερίδα της Κωνσταντινούπολης «Taraf» και στην αρμενική εβδομαδιαία εφημερίδα «Agos», εκφράζει τη χαρά του επειδή «έσπασε ένα ταμπού.

Στο εξής, μπορούμε, επιτέλους, να αναγνωρίζουμε το παρελθόν. Το ζήτημα της γενοκτονίας των Αρμενίων αποτελούσε μία από τις κόκκινες γραμμές, μαζί με το κουρδικό και το κυπριακό ζήτημα. Το ΑΚΡ (Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης) είχε το θάρρος να πλησιάσει, και μάλιστα να περάσει, αυτές τις κόκκινες γραμμές. Κατόρθωσε, μονομιάς, να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο η Τουρκία βλέπει τον εαυτό της, και να την κάνει να ανοιχτεί στον κόσμο».

Ο Εσεγιάν είναι ένας από τους 50.000 Αρμένιους που έμειναν στην Τουρκία. Η οικογένειά του κατάγεται από το Σίβας της Ανατολίας. Ποια είναι η εκτίμησή του για τα δύο πρωτόκολλα που υπέγραψαν, στις 10 Οκτωβρίου του 2009, η Τουρκία και η Αρμενία, τα οποία προβλέπουν τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες και τις καλούν να ανοίξουν τα κοινά τους σύνορα; «Πολλοί Αρμένιοι της διασποράς δεν θεωρούν ότι το άνοιγμα με την Αρμενία αποτελεί μια πραγματική αλλαγή, βλέπουν μονάχα μια εκδήλωση πραγματισμού. Ομως, δεν έχουν την ίδια εμπειρία με εμάς. Ελπίζω ότι πρόκειται για μια αρχή και όχι για το τέλος». Βέβαια, εξακολουθεί να υφίσταται το ζήτημα του Ναγκόρνο Καραμπάχ -η Αγκυρα επιθυμεί ν' αποσύρει το Ερεβάν τα στρατεύματα του από την περιοχή, καθώς και από τις υπόλοιπες ζώνες του Αζερμπαϊτζάν που έχει καταλάβει(1).

Αυτή η δυναμική στην εξωτερική πολιτική συνοδεύτηκε και από εξελίξεις στην εσωτερική πολιτική. Η δολοφονία, στις 19 Ιανουαρίου του 2007, του αρμένιου δημοσιογράφου Χραντ Ντινκ, ο οποίος κατηγορούνταν -με βάση το διαβόητο άρθρο 301 του Ποινικού Κώδικα (όπως και ο συγγραφέας Ορχάν Παμούκ και πολλοί άλλοι Τούρκοι, άλλωστε)- ότι «προσέβαλε την τουρκική ταυτότητα», πυροδότησε εντονότατο δημόσιο διάλογο. Εκατό χιλιάδες άτομα παρέστησαν στην κηδεία του, ζητώντας την κατάργηση του άρθρου. «Αν και δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε για γενοκτονία ή να πούμε ότι σκοτώθηκαν ενάμισι εκατομμύριο άτομα, η ελευθερία λόγου διευρύνεται και αισθανόμαστε καλύτερα».

Οσον αφορά το Κυπριακό, στην Τουρκία υπάρχει η αίσθηση ότι η χώρα έπραξε ό,τι μπορούσε και δεν είναι υπεύθυνη για το πρόβλημα. Υστερα από χρόνια μπλοκαρίσματος και εσωτερικών διαφωνιών, η κυβέρνηση του ΑΚΡ υποστήριξε το ειρηνευτικό σχέδιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Στις 24 Απριλίου του 2004, οι Τουρκοκύπριοι ψήφισαν «ΝΑΙ» (64,9%) στο δημοψήφισμα, με βάση το οποίο τα δύο συστατικά κράτη (οι Κύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι) θα προχωρούσαν σε ομοσπονδία και θα εντάσσονταν στην Ευρωπαϊκή Ενωση ως Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία. Οι Κύπριοι ψήφισαν «ΟΧΙ» (75,83%) και, μία εβδομάδα αργότερα, η Κύπρος εντασσόταν στην Ευρωπαϊκή Ενωση χωρίς το τμήμα υπό τουρκική κατοχή.

Η Τουρκία, η οποία αισθάνεται παραγκωνισμένη από τον Νικολά Σαρκοζί και την Αγκελα Μέρκελ, έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες της για την επίλυση του Κυπριακού στον νεοεκλεγέντα έλληνα πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται δυσκολίες, οι οποίες επιδεινώνονται από την αδιαλλαξία ορισμένων τούρκων στρατιωτικών. Ο Γιαβούζ Μπαϊντάρ, αρθρογράφος στην εφημερίδα «Today's Zaman», χαρακτηρίζει τη νίκη του Παπανδρέου στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου 2009 ως «θετική εξέλιξη. Στο εξής, έχουμε δύο πλευρές που χαρακτηρίζονται από πραγματισμό· σε καθεμιά από αυτές υπάρχει ένας ισχυρός ηγέτης που διαθέτει σταθερή πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Επιπλέον, διάκεινται ευνοϊκά ως προς την επίτευξη μιας λύσης. Η Τουρκία και η Ελλάδα, μαζί με τη Βρετανία (δεδομένου ότι είναι οι εγγυήτριες δυνάμεις στην Κύπρο), οφείλουν τώρα να κινηθούν από κοινού προς αυτήν την κατεύθυνση». Ομως, για την επίτευξη αυτού του στόχου, θα έπρεπε να δραστηριοποιηθεί και η Ευρωπαϊκή Ενωση, και ιδιαίτερα στις συνομιλίες που ξανάρχισαν τον Ιανουάριο.

Τέλος, υπάρχει το άνοιγμα προς το Ιράκ και τη βόρεια επαρχία του, το Κουρδιστάν. Ενισχύει την ασφάλεια και έχει θετικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις σε μια περιοχή, η οποία μέχρι πολύ πρόσφατα αποτελούσε πηγή αστάθειας για την Τουρκία και ορμητήριο για το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ). Ομως, η σημασία του συνίσταται κυρίως στις επιπτώσεις του στην εσωτερική σκηνή της χώρας. Η κυβέρνηση κατανόησε ότι όφειλε να εξουδετερώσει τις εντάσεις για να τερματιστεί η βία στο νοτιοανατολικό τμήμα της Τουρκίας που κατοικείται κυρίως από Κούρδους, αλλά και για να περιοριστεί ο ρόλος του στρατού.

(1) Το Ναγκόρνο Καραμπάχ, μια περιοχή στην οποία πλειοψηφούν οι Αρμένιοι, ήταν αυτόνομη επαρχία της Σοβιετικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν. Η διάλυση της ΕΣΣΔ οδήγησε τους ηγέτες του στο να ζητήσουν την προσάρτησή του στην Αρμενία, γεγονός που πυροδότησε σφοδρές μάχες ανάμεσα στις δύο χώρες, από τις οποίες αναδείχθηκε νικήτρια η Αρμενία. Βλέπε Jean Gueyras, «Impossible troc entre Armenie et Azerbaidjan», «Le Monde diplomatique», Μάρτιος 2001.

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι