O «Σπάρτακος» του εθνικιστή Χατσατουριάν στο «Μπάντμιντον»
Ο Σπάρτακος υπήρξε ο ηγέτης της εξέγερσης των σκλάβων που έλαβε χώρα ανάμεσα στο 73 και 71 π. Χ. Λίγα πράγματα είναι γνωστά για αυτόν πέρα από την συμμετοχή του στον «Τρίτο Πόλεμο των Σκλάβων». Σύμφωνα με τον Πλούταρχο ανήκε στην θρακική φυλή των Μαιδών , οι οποίοι διέμεναν κοντά στον Στρυμόνα. Το πιθανότερο είναι να μεταφέρθηκε ως αιχμάλωτος πολέμου από τους Ρωμαίους μετά την ήττα των θρακικής δυναστείας των Σπαρτοκιδών, στην οποία υπηρετούσε. Πωλήθηκε στον Γναίο Λέντουλο Βατιάτο, που είχε μια σχολή μονομάχων στην Καπύη στην σημερινή Καμπανία.
Όμως ο Σπάρτακος γρήγορα ετοίμασε απόδραση, μαζί με 200 Θράκες και Κέλτες σκλάβους. Όμως η απόδραση προδόθηκε, αλλά εκείνος με 70 συντρόφους του αρπάζουν μαχαίρια από την κουζίνα και ανοίγουν δρόμο. Στον δρόμο αρπάζουν όπλα από άμαξες που περνούσαν και οπλισμένοι πλέον καταφεύγουν στις πλαγιές του Βεζούβιου. Εκεί οι ελεύθεροι πλέον σκλάβοι εξέλεξαν τρεις αρχηγούς, τον Σπάρτακο, τον Κέλτη Κρίξο και τον Οινομάο.
Ο Πλούταρχος περιγράφει τον Σπάρτακο ως κορυφαίο ηγέτη «που δεν διακρινόταν μόνο για το υψηλό και ανδρείο φρόνημα του, αλλά και για την σύνεση του και την πραότητα του». Η Ρώμη δεν έδωσε στην αρχή την πρέπουσα προσοχή, αλλά σύντομα ο στρατός των σκλάβων αριθμούσε 70.000. Τότε θα έστελνε τον Γάιο Κλαύδιο Πλούχρο, τον οποίο ο Σπάρτακος νίκησε. Την ίδια τύχη είχαν ο πραίτορας Πόπλιος Ουαλέριος Ουαρίνος και οι στρατηγοί Φούριος και Κοσσίνιος και αργότερα οι ύπατοι Γνάιος Κορνήλιος Λέντουλο και Γέλλιος Παμπλικόλα στις Άλπεις. Τελικά ήταν ο Κράσσος που θα νικούσε τον Σπάρτακο στην Λευκανία, κοντά στον ποταμό Σιλάρου και θα τον σκότωνε το 71 π.Χ.
Πολλοί θεωρούν την εξέγερση του Σπάρτακου κοινωνική, όμως το βασικό αίτημα του ήταν η απελευθέρωση των δούλων και η επιστροφή στις πατρίδες τους. Αυτό, μαζί με το γεγονός ότι οι σκλάβοι ήταν συνήθως αιχμάλωτοι πολέμου, προσθέτει μία εθνική πλευρά στον λαϊκό αγώνα του. Γεγονός που θα μπορούσε να μετατρέψει τον Έλληνα επαναστάτη σε είδωλο του εθνικιστικού κινήματος, αντί να αφήνει να τον εκμεταλλεύεται η Αριστερά.
Ο Άραμ Χατσατουριάν και ο μουσικός εθνικισμός
Ως κοινωνικός ήρωας, ο Σπάρτακος ήταν λαϊκό είδωλο στην Σοβιετική Ένωση. Αυτή είναι και η περίπτωση του ομώνυμου μπαλέτου που έγραψε ο Άραμ Χατσατουριάν. Όμως ήταν μια λύση σωτηρίας για τον μεγάλο εθνικιστή μουσουργό, που το 1948 κυνηγήθηκε από τον τρομερό θεωρητικό του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, Αντρέι Ζντάνοβ μαζί με τους Σεργκέι Προκόβιεφ, Ντμίτρι Σοστάκοβιτς και τον Ουκρανό Ράινχολντ Γκλιέρ. Όλοι αυτοί οι συνθέτες τόνωσαν το εθνικό αίσθημα πριν και κατά την διάρκεια του πολέμου με πατριωτικά έργα ή έργα επηρεασμένα από την λαϊκή μουσική παράδοση. Όταν όμως μεταπολεμικά, όταν αυτά τα αισθήματα θεωρήθηκαν επικίνδυνα, κυνηγήθηκαν ως φορμαλιστές και «εχθροί του σοβιετικού λαού».
Η δίωξη του από τον Ζντάνοβ επέδρασε άσχημα στον Χατσατουριάν: «Αυτές ήταν τραγικές μέρες για μένα. Είχα γρονθοκοπηθεί άδικα στο κεφάλι. Ο λόγος μετάνοιας μου στο Πρώτο Συνέδριο ήταν ανειλικρινής. Είχα διαλυθεί, είχα καταστραφεί. Σκεφτόμουνα σοβαρά να αλλάξω επάγγελμα».
Ως συνθέτης, ο Άραμ Χατσατουριάν ανήκε στο δεύτερο κύμα του μουσικού εθνικισμού, που ακολουθούσε τα διδάγματα των Μουσόργσκυ και Ρίμσκι Κορσάκωφ στις λαϊκές δημοκρατίες εκτός Ρωσίας. Έγραφε μελωδίες επηρεασμένες από την Αρμενική μουσική παράδοση, την οποία έκανε διάσημη εκτός συνόρων. Επίσης έγραψε τον Εθνικό Ύμνο της Σοβιετικής Αρμενίας, γεγονός που τον ανακήρυξε σε εθνικό και πολιτιστικό σύμβολο για τους απανταχού Αρμένιους. Σε αντίθεση με άλλους της γενιάς του, δεν ήταν διανοούμενος, αλλά ένας απλός λαϊκός άνθρωπος που έγραφε φοβερά ευκολομνημόνευτες μελωδίες που θα μπορούσε κανείς ακόμα και να σφυρίξει στον δρόμο. Ήταν έτσι ο καλύτερος εκπρόσωπος, τόσο του Εθνικισμού, όσο και του δόγματος «μουσική για τον λαό», γεγονός που του χάρισε την θέση του διευθυντή της «Ένωσης Σοβιετικών Συνθετών» στην Μόσχα.
Ίσως πουθενά δεν φαινόταν καλύτερα η δύναμη του για το δυνατές μελωδίες από την μουσική μπαλέτου που έγραψε. Το 1942, πρωτοπαρουσίασε την πατριωτική «Ευτυχία» για μια Αρμένισα εργάτρια, που ο πατριωτισμός της έρχεται σε σύγκρουση με τα αισθήματα προς τον άνδρα της, όταν ανακαλύπτει την προδοσία του. Το 1952, μετά την δήλωση μετάνοιας, ο Χατσατουριάν επανέγραψε την «Ευτυχία» ως «Γκαγιανέ» με έμφαση στο ρομαντικό στοιχείο και όχι το εθνικιστικό. Είναι από αυτό το έργο που προήλθε ο διάσημος «Χορός των Σπαθιών» που έγινε ποπ επιτυχία για σωρό καλλιτεχνών, από τις «Andrew Sisters» στο συμφωνικό ροκ συγκρότημα των «Exception» και την Βανέσσα Μέι.
Ήταν ο «Σπάρτακος» που τον αποκατάστησε πολιτικά τον Χατσατουριάν το 1959, ενώ την προηγούμενη χρονιά υπήρξε σχετικό διάταγμα. Το διάσημο μπαλέτο ανέβηκε για πρώτη φορά το 1956 από τον Λεονίντ Γιάκομπσον από τα μπαλέτα Κίροφ και από τον Ιγκόρ Μοϊσίεβ το 1959. Εδώ ο Χατσατουριάν γράφει πιο επίσημα επικά κομμάτια για τους Ρωμαίους και κομμάτια επηρεασμένα από την λαϊκή παράδοση της Αρμενίας για τον Σπάρτακο και τους σκλάβους. Και αν η «Γκαγιανέ» μας έδωσε το ποπ χιτ «Χορός των Σπαθιών», ο «Σπάρτακος» μας έδωσε το «Αντάτζιο του Σπάρτακου και της Φρυγίας», στο οποίο το ζευγάρι γιορτάζει την ελευθερία του. Το «Αντάτζιο του Σπάρτακου και της Φρυγίας» ακούσθηκε σε ταινίες όπως ο «Καλιγούλας», ο «Κύριος Χούλα Χουπ» και η «Εποχή των Πάγων Νο 2: Το Λιώσιμο των Πάγων». Τέλος το 1984 έγινε ποπ επιτυχία για τον διάσημο «κρούνερ» Άντυ Γουίλλιαμς με τον τίτλο «Journey’s End», σε στίχους Τόνυ Χίλερ και Νίκυ Γκράχαμ.