Menu

Η ιστορία και τα πραγματικά προβλήματα των Αρμενίων του Ντερσίμ

Το Ντερσίμ, που βρίσκεται σήμερα στο έδαφος της Τουρκίας, θεωρείται ένα μέρος ξεχωριστό για τους Αρμένιους, τους Ζαζά και τους Κούρδους που ζούσαν εκεί. Λόγω της ορεινής γεωγραφικής του θέσης, αποτελούσε ένα φυσικό καταφύγιο για επαναστάτες, αντάρτες και γενικά, όσους διώκονταν.Το ορεινό στοιχείο είχε επηρεάσει και το χαρακτήρα των ανθρώπων - ήταν πάντοτε θαρραλέοι, με ανυπότακτο πνεύμα. Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας,το Ντερσίμ διατήρησε τον ημι-ανεξάρτητο χαρακτήρα του, κάτι που κατά καιρούς ενοχλούσε τους τούρκους επικεφαλείς.

Εκτός από τους αυτόχθονες - Αρμένιους, εκεί ζούσαν επίσης και Ζαζά και Κούρδοι, ως επί το πλείστον Αλεβίτες, το οποίο σήμαινε την ύπαρξη θρησκευτικής ανοχής. Οι Αλεβίτες Ζαζά ξεχώριζαν από τους μουσουλμάνους άλλων περιοχών της αυτοκρατορίας, όπου ο θρησκευτικός φανατισμός ήταν έντονος.

Οι φιλικές σχέσεις των Αρμενίων του Ντερσίμ με τους Αλεβίτες Ζαζά επηρέασαν τα πράγματα κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915. Πηγές αναφέρουν, ότι 30- 40.000 Αρμένιοι από το Ντερσίμ και άλλες γειτονικές περιοχές βρήκαν καταφύγιο κοντά τους. Οι επικεφαλείς των Αλεβιτών έσωζαν Αρμένιους, επειδή η πίστη τους ήταν κυρίως ανθρωποκεντρική. Βεβαίως υπήρξαν και περιπτώσεις, που Κούρδοι και Ζαζά συνεργάστηκαν με τις οθωμανικές αρχές και συμμετείχαν στις σφαγές των Αρμενίων και τη λεηλασία της περιουσίας τους.

Οι τουρκικές αρχές πάντα ζητούσαν από τους Αλεβίτες να παραδώσουν τους Αρμένιους που είχαν περιθάλψει. Η άρνησή τους έκανε τα πράγματα πολύ πιεστικά και πολλές φορές οι φύλαρχοι βοηθούσαν Αρμένιους να διαφύγουν στην Ανατολική Αρμενία και τη Ρωσία. Επίσης, έχουν καταγραφεί εκατοντάδες περιπτώσεις Αρμενίων που αναγκάζονταν ν’αλλάζουν το όνομα και το θρήσκευμά τους και να παρουσιάζονται ως Αλεβίτες. Έτσι οι φύλαρχοι μπορούσαν να υποστηρίζουν ότι δεν ήταν Αρμένιοι. Κάποιοι από αυτούς διατήρησαν κρυφά ή φανερά τις εθνικές παραδόσεις και κάποιοι άλλοι συγχωνεύθηκαν με τους Αλεβίτες.

Αποτέλεσμα της διαρκούς παρουσίας Αρμενίων στην περιοχή είναι η άμεση επίδραση του αρμενικού πολιτισμού στους Ζαζά. Ένας μεγάλος αριθμός λεξιλογικών δανείων, πολλά αρμενικά τοπωνύμια καθώς και πολλά έθιμα ανιχνεύονται στον πολιτισμό τους. Αλλά θα πρέπει, επίσης, να αναφερθεί ότι η αντι-αρμενική προπαγάνδα των τουρκικών αρχών έχει επηρεάσει την κοινή γνώμη και υπάρχουν γεγονότα που αποδεικνύουν ότι ακόμη και σε περιβάλλον Αλεβιτών δεν ήταν πάντα ευπρόσδεκτο το να είναι κανείς Αρμένιος..

Η προκατάληψη και η εχθρική στάση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε σχέση με την περιοχή του Ντερσίμ συνεχίστηκε κι εντάθηκε από τη «δημοκρατική» Τουρκία, αφού το ημι-ανεξάρτητο καθεστώς της προκαλούσε ανησυχία στις Κεμαλικές αρχές, οι οποίες επεδίωξαν τη ριζική επίλυση του ζητήματος, μεθοδεύοντας τη γενοκτονία των πληθυσμών του Ντερσίμ. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν ήταν οι ίδιες με εκείνες που είχαν εφαρμόσει οι Νεότουρκοι και είναι φανερό ότι ο κύριος στόχος ήταν οι εναπομείναντες από τη γενοκτονία του 1915 Αρμένιοι και ότι οι μεθοδεύσεις αυτές απετέλεσαν συνέχεια της γενοκτονίας. Εβδομήντα έως ενενήντα χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν και πολλοί εξορίστηκαν σε άλλες τουρκικές επαρχίες.

Παρ’όλο ότι είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν αντικειμενικά δεδομένα σχετικά με τα γεγονότα στα επίσημα τουρκικά έγγραφα, οι ομολογίες των όσων επέζησαν και όσων έλαβαν μέρος σε αυτά αποτελούν σημαντική πηγή. Ένας από τους τούρκους στρατιώτες που συμμετείχαν ομολόγησε ότι οι διοικητές τεκμηρίωναν την εντολή αφανισμού των Ζαζά λέγοντας: «Είναι εκείνοι που προστάτευαν Αρμένιους και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει ν’αφανιστούν».

Στις μέρες μας έχει ξεκινήσει από τους κατοίκους του Ντερσίμ μια διαδικασία αναζήτησης της προέλευσης κι ανάκτησης της ταυτότητάς τους. Όπως μαρτυρά ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Aγκός», Παγκράτ Εστουκιάν «…Η παρουσία Αρμενίων στην περιοχή του Ντερσίμ είναι ολοφάνερη. Δεν είναι κρυπτο-Αρμένιοι ούτε αρνούνται τις ρίζες τους. Είναι απλά ξεχωριστοί, μοναδικοί. Αποδέχονται το ότι είναι Αλεβίτες τώρα, έχοντας όμως συναίσθηση της αρμενικότητας των προγόνων τους...».

Το 2010, ομάδα Αρμενίων από το Ντερσίμ ξεκίνησε τη δημιουργία μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης η οποία θα θέσει τη διαδικασία ανάκτησης της ταυτότητας των ανθρώπων αυτών υπο ένα νέο, ποιοτικά αναβαθμισμένο πρίσμα. Στόχοι της οργάνωσης είναι οι Αρμένιοι από το Ντερσίμ και οι απόγονοί τους να επιστρέψουν στις ρίζες τους, να ζουν χωρίς να χρειάζεται να κρύβουν την πραγματική τους ταυτότητα, να φέρουν αρμενικά και όχι τουρκικά ή κουρδικά ονόματα, να είναι υπό προστασία οι αρμενικές εκκλησίες, μνημεία, νεκροταφεία στο Ντερσίμ και ν’αποκατασταθούν επίσημα οι παλαιές αρμενικές ονομασίες των χωριών.

Μια παρόμοια οργάνωση δημιουργήθηκε από τους Αρμένιους από το Σασούν που ζουν σήμερα στην Τουρκία, οι οποίοι προσπαθούν να διαφυλάξουν τις αρμενικές εκκλησίες και τους ιερούς τόπους του Σασούν. Φυσικά, δεδομένης της πολιτικής κατάστασης στην Τουρκία, οι οργανισμοί αυτοί δεν μπορούν να έχουν ένα ευρύ πεδίο δραστηριοτήτων, παρ’όλα αυτά οι προσπάθειες των διαφόρων ομάδων Αρμενίων στην Τουρκία παραμένουν αξιοσημείωτες, και ταυτόχρονα, προβάλλουν ενδιαφέρουσες εξελίξεις που συνδέονται με την αναζήτηση και ανάκτηση εθνικής ταυτότητας.

 

Ρουπέν Μελκονιάν

Μετάφραση: Λούση Οννικιάν-Σαχινιάν

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Μήπως η κληρονομιά του Λέμκιν περνά απαρατήρητη;

Μέχρι σήμερα, οκτώ άνθρωποι έχουν καταδικαστεί για Γενοκτονία σε μία περίοδο κατά την οποία έχουν πεθάνει εκατομμύρια άνθρωποι εξαιτίας αυτού του εγκλήματος

Το Κέντρο Εβραϊκής Ιστορίας στη Νέα Υόρκη παρουσιάζει αυτό τον καιρό μία έκθεση αφιερωμένη στη ζωή και το έργο του Ραφαέλ Λέμκιν. Εάν το όνομά του δεν σας είναι και τόσο γνωστό, μην ανησυχείτε, δεν είστε οι μόνοι. Σε κάθε περίπτωση, σίγουρα γνωρίζετε τη μία και μόνη λέξη που αποτελεί συνώνυμό του: Γενοκτονία. Το 1943, ο Λέμκιν επινόησε τον όρο αυτό και το 1951 φρόντισε τα Ηνωμένα Έθνη να τον αναγνωρίσουν ως αξιόποινο έγκλημα.
Η έκθεση αυτή είναι επίκαιρη, ωστόσο θα μπορούσε να θεωρηθεί και διαχρονική. Υπάρχει το θέμα του Νταρφούρ, βεβαίως, αλλά ίσως εξίσου τραγική είναι και η συνεχής αντίδραση σε αυτό που συχνά αποκαλείται “Νόμος του Λέμκιν”. Ένας περίπατος ανάμεσα στις μυριάδες γραμμάτων, νομικών εγγράφων και αναλυτικώς ηχογραφημένων λόγων εξηγεί ακριβώς το “γιατί”.
Εξ αρχής, ο Λέμκιν γνώριζε πως το έργο του δεν επρόκειτο να είναι εύκολο. Το 1933, για παράδειγμα, ως νεαρός εβραίος δικηγόρος, που είχε γεννηθεί στην Πολωνία και έπειτα εργάστηκε για λογαριασμό της κυβέρνησής της, ταξίδεψε στη Μαδρίτη για ένα συνέδριο της Συμμαχίας των Εθνών. Η αποστολή του ήταν αρκετά ξεκάθαρη: να διώξει ποινικά τους τούρκους αξιωματικούς που ξεκίνησαν τη Γενοκτονία των Αρμενίων. Ένα εκατομμύριο Αρμένιοι σφαγιάστηκαν στα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και ο Λέμκιν, ένας ορεξάτος τριαντατριάχρονος, αναρωτιόταν για ποιο λόγο δεν γινόταν κάτι γι’αυτό. “Γιατί”, ρωτούσε, “είναι έγκλημα για έναν άνθρωπο να σκοτώνει έναν άλλο, ωστόσο δεν είναι για μία κυβέρνηση να σκοτώνει ένα εκατομμύριο ανθρώπους;”
Η χρονική στιγμή δεν ήταν η πιο κατάλληλη. Τη χρονιά του συνεδρίου της Μαδρίτης, οι Ναζί ανέβηκαν στην εξουσία και κάτω από το άγρυπνο μάτι του Χίτλερ η πολωνική κυβέρνηση πίεσε τον Λέμκιν να παραιτηθεί. Έξι χρόνια αργότερα, η εισβολή των Ναζί στην Πολωνία τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη χώρα και  να εγκατασταθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1941. Απέκτησε έδρες με κύρος στις νομικές σχολές του Ντιούκ και του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια με τη βοήθεια φίλων αμερικανών καθηγητών. Ωστόσο, οι ειδήσεις που ολοένα και περισσότερο έφταναν για το Ολοκαύτωμα τον έβγαλαν από τη διανοητική του απομόνωση. Η τελευταία φορά που άκουσε νέα των γονιών του ήταν πριν φύγει από την Πολωνία και, έως το τέλος του πολέμου, έμαθε πως 49 από τους στενότερους συγγενείς του είχαν θανατωθεί. Χρόνια αργότερα περιέγραψε τον αγώνα του για την επιβολή ποινής στο έγκλημα της Γενοκτονίας ως έναν “επικήδειο στον τάφο της μητέρας του”.
Αυτό που η Σαμάνθα Πάουερ στο βιβλίο της, για το οποίο κέρδισε βραβείο Πούλιτζερ και το οποίο συνοψίζει την καριέρα του Λέμκιν, αποκάλεσε “ένα πρόβλημα από την κόλαση”, για τον Λέμκιν είχε γίνει προσωπική υπόθεση. Έως το 1943, είχε ήδη επινοήσει τον όρο “Γενοκτονία” - από τις ελληνικές λέξεις “γένος” και “κτείνω” - αλλά η λέξη έγινε ευρέως γνωστή έπειτα από την έκδοση του βιβλίου του με τίτλο “Οι δυνάμεις του Άξονα κυβερνούν στην κατεχόμενη Ευρώπη”, που εκδόθηκε το 1944. Μόλις τελείωσε ο πόλεμος και δημιουργήθηκαν τα Ηνωμένα Έθνη, ο Λέμκιν ξεκίνησε την επόμενη φάση της καριέρας του: να δώσει στη λέξη διαστάσεις εγκλήματος.
Σε αυτό το σημείο ξεκινά η αληθινή τραγωδία του Λέμκιν. Η Πάουερ στο βιβλίο της ζωντανεύει με εξαιρετικό τρόπο την επαίσχυντη δυστοκία ακόμα και των πιο πολιτισμένων κυβερνήσεων, ιδιαίτερα της Αμερικής, στο να προσυπογράψουν το ψήφισμα της Γενοκτονίας. Το κύριο σημείο που τους απασχολούσε ήταν ξεκάθαρο: οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήθελαν να επικυρώσουν ένα νόμο που θα έβαζε σε κίνδυνο την ίδια τους την κυβέρνηση. Ο φυλετικός διαχωρισμός επιτρεπόταν ακόμα στο Νότο και η κυβέρνηση ένιωθε πως ασχολούμενη με περιπτώσεις εγκλημάτων πολέμου μπορούσε να θεωρηθεί ένοχη.
Βεβαίως, οι Η.Π.Α. δεν είχαν κανένα πρόβλημα να διατυπώσουν κατηγορίες στη δίκη της Νυρεμβέργης, βάσει των οποίων προσήχθησαν οι Ναζί αμέσως μετά τον πόλεμο. Ωστόσο οι νόμοι έτειναν να καταγγέλλουν πως οι Ναζί εφήρμοσαν τον πιο επιεική όρο των “εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας”, ένα κατάλοιπο από τις μέρες της “Συμμαχίας των Εθνών”. Ο όρος αυτός απέτρεψε την ποινική εκδίωξη κυβερνήσεων για εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί εντός των συνόρων τους. “Εάν οι Ναζί είχαν εξολοθρεύσει ολόκληρο τον γερμανο-εβραϊκό πληθυσμό”, γράφει η Πάουερ, “αλλά δεν είχαν εισβάλει στην Πολωνία, δεν θα είχαν υπάρξει υπόλογοι στη Νυρεμβέργη”. Η αποστολή του Λέμκιν στα Η.Ε. ήταν να κλείσει αυτή τη διέξοδο.
Πέτυχε την αποστολή του αυτή, ωστόσο η κληρονομιά επιβολής ποινής στη Γενοκτονία είναι αποκαρδιωτική. Μπορεί το 1951 να επιβλή-θηκε ποινή στη Γερμανία από τα Η.Ε., όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν προσυπογράψει μέχρι το 1987. (Ο Λέμκιν απεβίωσε το 1959). Πιο πρόσφατα, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, το οποίο το 2002 έγινε το αρμόδιο σώμα για την ποινική δίωξη των Γενοκτονιών έχει παραλύσει. Δεν έχει επικυρωθεί ακόμα από τις Η.Π.Α. για να μην αναφέρουμε το Ισραήλ, το Ιράκ, την Υεμένη, τη Λιβύη και την Κίνα μεταξύ άλλων. Και ακόμα και τότε είναι ένα δικαστήριο που αποτελεί το τελευταίο καταφύγιο, συγκαλούμενο μόνο όταν ανεξάρτητες χώρες δεν δικάζουν οι ίδιες τους εγκληματίες.
Μέχρι σήμερα, οκτώ άνθρωποι έχουν καταδικαστεί για Γενοκτονία σε μία περίοδο κατά την οποία έχουν πεθάνει εκατομμύρια άνθρωποι εξαιτίας αυτού του εγκλήματος. Δεδομένης αυτής της καταγραφής, αξίζει να αναρωτηθούμε ποια είναι η έννοια του Νόμου του Λέμκιν κι εάν η κληρονομιά του περνά απαρατήρητη. Εργάστηκε ακούραστα στο όνομα του νόμου, ωστόσο αυτή ήταν μόνο μια πτυχή του ευρύτερου σκοπού του. Η δικαιοσύνη ήταν αυτό που μετρούσε και είναι κάτι που διαφεύγει από εκείνον και εμάς ακόμα.
*Ο Έρικ Χέρσταλ είναι δημοσιογράφος και καλύπτει θέματα τεχνών και πολιτισμού.

 

Του Έρικ Χέρσταλ
Μετάφραση: Γκαρμπίς  Σιμπατιάν

 

Πηγή: armenika.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Μετανάστευση: Η ανοιχτή πληγή της Αρμενίας

Σε ο­ποια­δή­πο­τε χώ­ρα του κό­σμου η ο­μα­δι­κή με­τα­κί­νη­ση του πλη­θυ­σμού σε μιαν άλ­λη για α­νεύρε­ση ερ­γα­σί­ας α­πο­τε­λεί έν­δει­ξη του ε­πι­πέ­δου ζω­ής, της οι­κο­νομι­κής και κοι­νω­νι­κής α­νά­πτυ­ξης καθώς και της γε­νι­κό­τε­ρης πολι­τι­κής της κυβέρ­νη­σης. Η πε­ρί­πτω­ση της Αρ­με­νί­ας εί­ναι η πιο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή κα­θώς τα με­τα­να­στευ­τι­κά κύ­μα­τα που σά­ρω­σαν τη χώ­ρα τις δυο τε­λευ­ταί­ες δε­κα­ε­τί­ες έ­χουν γί­νει μια χαί­νου­σα πλη­γή που τεί­νει να δυ­να­μι­τί­σει το μέλ­λον της χώ­ρας.


Το 1939 ο πλη­θυ­σμός της Αρ­με­νί­ας α­ριθ­μού­σε 1.282.000 ψυ­χές (πε­ρί­που έ­να ε­κα­τομ­μύ­ριο ή­ταν Αρ­μέ­νιοι). Α­πό τους 2.152.000 Αρ­μέ­νιους που ζού­σαν στην πρώην Σο­βιε­τι­κή Έ­νω­ση, γύ­ρω στους 500.000 πή­γαν στο μέ­τω­πο και 175.000 δεν ε­πέ­στρε­ψαν πο­τέ. Α­πό δη­μο­γρα­φι­κή ά­πο­ψη ή­ταν μια κα­τα­στρο­φή για τη χώ­ρα. Με το πρό­γραμ­μα πα­λιν­νό­στη­σης που ε­ξήγ­γει­λε η κυ­βέρ­νη­ση της Σ. Έ­νω­σης το 1946, δό­θη­κε η δυ­νατό­τη­τα στους Αρ­μέ­νιους, που ή­ταν δια­σκορ­πι­σμέ­νοι σ’ ο­λό­κλη­ρο τον κό­σμο ως συ­νέ­πεια της Γε­νο­κτο­νί­ας, να ε­πα­να­πα­τρι­στούν. Αλ­λά, τη δε­κα­ε­τί­α του 1990 με την κα­τάρ­ρευ­ση του συ­στή­μα­τος, τον πό­λε­μο στο Να­γκόρ­νο Κα­ρα­μπάχ και τον οι­κο­νο­μι­κό α­πο­κλει­σμό που ε­πι­βλή­θη­κε α­πό την Τουρ­κί­α και το Α­ζερ­μπα­ϊτζάν, η Αρ­με­νί­α έ­χα­σε σχε­δόν το 30% του πλη­θυ­σμού της. Α­πό το 1991, 700.000 με 1.300.000 ά­το­μα εγκα­τέ­λει­ψαν τη χώ­ρα ό­πως α­να­φέ­ρει η ε­τή­σια έκ­θε­ση «Α­πο­δη­μί­α και α­νά­πτυ­ξη του αν­θρώ­πι­νου δυ­να­μι­κού: δυ­να­τό­τη­τες και προ­κλή­σεις» που συ­νέ­τα­ξε ο Ο.Η.Ε. το 2009. Α­κό­μη κι αν την ί­δια πε­ρί­ο­δο η χώ­ρα υ­πο­δέ­χθη­κε μι­σό ε­κα­τομ­μύ­ριο Αρμέ­νιους πρό­σφυ­γες α­πό το Α­ζερ­μπα­ϊ­τζάν, η κα­τά­στα­ση δεν άλ­λα­ξε δη­μο­γρα­φικά, κα­θώς τα οι­κο­νο­μι­κά προ­βλή­μα­τα και η έλ­λει­ψη πο­λι­τι­κής για την εν­σωμά­τω­σή τους, ώ­θη­σε πολ­λούς απ’ αυ­τούς ν’ α­να­ζη­τή­σουν την τύ­χη τους αλ­λού.

 

Έλ­λει­ψη ε­μπι­στο­σύ­νης

Η κα­τά­στα­ση εί­ναι ι­διαί­τε­ρα α­νη­συ­χη­τι­κή α­πό γε­ω­πο­λι­τική και δη­μο­γρα­φι­κή ά­πο­ψη κα­θώς σύμ­φω­να με ε­κτι­μή­σεις του Ο.Η.Ε. λό­γω α­που­σίας κρα­τι­κού προ­γράμ­μα­τος α­να­μέ­νε­ται να ε­γκα­τα­λεί­ψουν τη χώ­ρα 200 με 300.000 ά­τομα τα ε­πό­με­να χρό­νια. Οι λό­γοι εί­ναι κυ­ρί­ως οι­κο­νο­μι­κοί, αλ­λά στην πραγ­ματι­κό­τη­τα εί­ναι η έλ­λει­ψη ε­μπι­στο­σύ­νης των πο­λι­τών α­πέ­να­ντι στο κρά­τος. Η μό­νι­μη ε­πω­δός των υ­πο­ψή­φιων με­τα­να­στών εί­ναι: «για­τί να μεί­νω, δεν υ­πάρ­χει μέλ­λον για τα παι­διά μου». Και πώς θα γι­νόταν δια­φο­ρε­τι­κά ό­ταν οι έν­νοιες α­ξιο­κρα­τί­α και ι­σο­νο­μί­α δεν υ­φί­στα­νται, ενώ η δια­φθο­ρά και τα μο­νο­πώ­λια ορ­γιά­ζουν, δη­μιουρ­γώ­ντας α­πό­γνω­ση στους νέ­ους που α­να­ζη­τούν την τύ­χη τους στο ε­ξω­τε­ρι­κό.

Η χώ­ρα που προ­τι­μούν οι πε­ρισ­σό­τε­ροι με­τα­νά­στες εί­ναι η Ρω­σί­α ε­κεί ό­που έ­χουν ή­δη ε­γκα­τα­στα­θεί δύ­ο πε­ρί­που ε­κα­τομ­μύ­ρια Αρ­μέ­νιοι. Μά­λι­στα, στα πλαί­σια του προ­γράμ­μα­τος της ρω­σι­κής κυ­βέρ­νη­σης «Συ­μπα­τριώ­τες», οι α­πο­μακρυ­σμέ­νες πε­ριο­χές της Ρω­σί­ας, ό­πως για πα­ρά­δειγ­μα η Σι­βη­ρί­α, προ­σφέ­ρουν σε ε­ξει­δι­κευ­μέ­νους με­τα­νά­στες (για­τρούς, μη­χα­νι­κούς, εκ­παι­δευ­τι­κούς) οικο­νο­μι­κή βο­ή­θεια και κυ­ρί­ως τη δυ­να­τό­τη­τα να α­πο­κτή­σουν τη ρω­σι­κή υ­πη­κοό­τη­τα. Τα τε­λευ­ταί­α τέσ­σε­ρα χρό­νια ι­κα­νο­ποι­ή­θη­καν 820 αι­τή­σεις και έ­τσι γύρω στα 4.000 ά­το­μα – υ­πο­λο­γί­ζο­ντας και τα μέ­λη των οι­κο­γε­νειών – ε­γκα­τέ­λειψαν ο­ρι­στι­κά την Αρ­με­νί­α και ε­γκα­τα­στά­θη­καν στη Ρω­σί­α. Άλ­λοι προ­ο­ρι­σμοί εί­ναι οι Η.Π.Α., η Ου­κρα­νί­α, το Ισ­ρα­ήλ, η Αυ­στρα­λί­α, η Ευ­ρω­πα­ϊ­κή Έ­νω­ση και η γει­το­νι­κή Γε­ωρ­γί­α.

Προ­ο­ρι­σμός η Γαλ­λί­α

Αν στις αρ­χές της δε­κα­ε­τί­ας του ’90, η Γερ­μα­νί­α, οι Κά­τω Χώρες, η Αυ­στρί­α, η Τσε­χί­α και η Ελ­λά­δα ή­ταν οι χώ­ρες που προ­τι­μού­σαν οι Αρ­μέ­νιοι με­τα­νά­στες, τα τε­λευ­ταί­α τέσ­σε­ρα χρό­νια η Γαλ­λί­α εί­ναι η χώ­ρα που κα­τα­γρά­φει τον υ­ψη­λό­τε­ρο α­ριθ­μό αι­τή­σε­ων για πο­λι­τι­κό ά­συ­λο. Σύμ­φω­να με τον υ­πεύ­θυ­νο του τμή­μα­τος με­τα­νά­στευ­σης Γκα­γκίκ Γε­γκα­νιάν, το 2010 κα­τα­τέ­θη­καν 3.200 αι­τή­σεις ε­πί συνό­λου 6.400. Εξ άλ­λου, η παντε­λής σχε­δόν α­που­σί­α ορ­γα­νω­μέ­νης πο­λι­τι­κής ε­πα­να­πα­τρι­σμού, που πε­ριο­ρί­ζε­ται σε α­πο­σπα­σμα­τι­κές κι­νή­σεις, ό­πως για πα­ρά­δειγ­μα το πρό­γραμ­μα Α­ρί Ντουν του υ­πουρ­γεί­ου Δια­σπο­ράς ή η α­πλο­ποί­η­ση της δια­δι­κα­σί­ας ε­γκα­τά­στα­σης στη χώ­ρα, δεν φαί­νεται να α­πο­δί­δει καρ­πούς. Σύμ­φω­να με στοι­χεί­α του υ­πουρ­γεί­ου μό­λις 500 Αρ­μένιοι ε­γκα­τα­στά­θη­καν στην Αρ­με­νί­α τα τε­λευ­ταί­α τρί­α χρό­νια, α­ριθ­μός πο­λύ χα­μη­λός σε σχέ­ση με τα 7 ε­κα­τομ­μύ­ρια πε­ρί­που που ζουν στη δια­σπο­ρά (σύμ­φω­να με ε­κτι­μή­σεις του ί­διου υ­πουρ­γεί­ου). Πρό­σφα­τα, 200 οι­κο­γέ­νειες ε­ξι­σλα­μι­σμένων Αρ­μέ­νιων α­πό την Τουρ­κί­α, οι λε­γό­με­νοι «χαμ­σε­τσί», ε­ξέ­φρα­σαν την ε­πιθυ­μί­α να με­τοι­κή­σουν στην Αρ­με­νί­α και το Κα­ρα­μπάχ. 

Οι αρ­με­νι­κές κοι­νό­τη­τες της Μέ­σης Α­να­το­λής, ό­πως και του Τζα­βάχ­κ στη Γε­ωργί­α θα μπο­ρού­σαν να ε­γκα­τα­λεί­ψουν τις ε­στί­ες τους και να ε­γκα­τα­στα­θούν στη μη­τέ­ρα-πα­τρί­δα; Η ί­δια η Αρ­με­νί­α εί­ναι έ­τοι­μη να τους υ­πο­δε­χθεί; Δεν είναι σί­γου­ρο. Θα ή­ταν ευ­χής έρ­γον να το έ­πρατ­τε, αρ­πά­ζο­ντας τη μο­να­δι­κή ευκαι­ρί­α να ε­ποι­κί­σει την Αρ­με­νί­α και κυ­ρί­ως το Κα­ρα­μπάχ, λύ­νο­ντας κα­τά κάποιο τρό­πο το α­καν­θώ­δες δη­μο­γρα­φι­κό της πρό­βλη­μα.

 

Κά­ποιοι βρί­σκουν ά­συ­λο

Ε­νώ κά­ποιοι Αρ­μέ­νιοι ε­γκα­τα­λεί­πουν τη χώ­ρα τους για πο­λι­τι­κούς λό­γους, άλ­λοι βρί­σκουν ά­συ­λο σ’ αυ­τήν. Α­πό το 1999 που ψη­φί­στη­κε ο νό­μος για τους πρό­σφυ­γες και το πο­λι­τι­κό ά­συ­λο, η Αρ­με­νί­α έ­γι­νε έ­νας πραγ­μα­τι­κός προ­ο­ρι­σμός γι’ αυ­τούς που ε­πιδιώ­κουν να βρουν έ­να κα­τα­φύ­γιο. Μέ­σα σε δέ­κα χρό­νια, 2.000 ά­το­μα κα­τέ­θε­σαν αί­τηση για ά­συ­λο στην Αρ­με­νί­α, οι μι­σοί α­πό τους ο­ποί­ους προ­έρ­χο­νται α­πό το Ιράκ. Το 2006, κα­τά τη διάρ­κεια της ισ­ρα­η­λο-λι­βα­νι­κής σύρ­ρα­ξης, 300 ά­το­μα κα­τέ­φυ­γαν στην Αρ­με­νί­α, ε­νώ άλ­λα 200 με­τά το σύ­ντο­μο ρω­σο-γε­ωρ­για­νό πό­λε­μο του 2008. Πά­ντως, ό­λοι αυ­τοί οι πο­λι­τι­κοί πρό­σφυ­γες δεν εί­ναι α­πα­ραι­τή­τως αρ­με­νι­κής κατα­γω­γής. Προ­έρ­χο­νται α­πό την Κού­βα, την Α­κτή Ε­λε­φα­ντο­στού, τη Σε­νε­γά­λη, την Τουρ­κί­α…

 

Ε­πι­μύ­θιο

Ε­πί δυο ο­λό­κλη­ρες δε­κα­ε­τί­ες οι Αρ­μέ­νιοι της δια­σπο­ράς δεν εί­χαν το η­θι­κό δι­καί­ω­μα να α­σκούν κρι­τι­κή στην κυ­βέρ­νη­ση της χώ­ρας κατα­γω­γής τους λό­γω των δυ­σχε­ρών οι­κο­νο­μι­κών, κοι­νω­νι­κών και πο­λι­τι­κών κατα­στά­σε­ων που α­ντι­με­τώ­πι­ζε. Ό­φει­λαν να ε­νι­σχύ­ουν ποι­κι­λο­τρό­πως την προσπά­θεια της πα­τρί­δας για α­νόρ­θω­ση της οι­κο­νο­μί­ας με συ­χνές ε­πι­σκέ­ψεις, επεν­δύ­σεις και κά­θε εί­δους βο­ή­θεια. Εί­χαν μό­νο υ­πο­χρε­ώ­σεις και κα­νέ­να δι­καί­ω­μα κρι­τι­κής. Ω­στό­σο, διά­χυ­τη είναι η α­νη­συ­χί­α και ο προ­βλη­μα­τι­σμός ό­λων μας κα­θώς α­κό­μη και σή­με­ρα, εί­κοσι χρό­νια με­τά την α­νε­ξαρ­τη­σί­α, πολ­λοί και ει­δι­κό­τε­ρα οι νέ­οι θε­ω­ρούν ως μό­νη προ­ο­πτι­κή για έ­να κα­λύ­τε­ρο μέλ­λον τη με­τα­νά­στευ­ση. Πό­τε, ε­πι­τέ­λους, θα συ­νει­δη­το­ποι­ή­σουν οι κυ­βερ­νώ­ντες ό­τι συ­νε­χί­ζο­ντας την ί­δια λαν­θα­σμέ­νη πο­λι­τι­κή, δεν κά­νουν τί­πο­τα άλ­λο πα­ρά να ε­ξω­θούν τους πο­λί­τες της Αρ­με­νί­ας προς τον ξε­νι­τε­μό και να α­πο­δυ­να­μώ­νουν τη χώ­ρα; Υ­πάρ­χει ελ­πί­δα ν’ αλ­λά­ξει κά­τι στο ά­με­σο μέλ­λον; Ο χρό­νος θα δεί­ξει…

 

Σαρκίς Αγαμπατιάν

 

Πηγή: armenika.gr

 

 

Διαβάστε περισσότερα...

Τo Ορφανοτροφείο του Βαχάν Κιουρκτζιάν

Αν και η ύπαρξή του έσβησε περισσότερο από έναν αιώνα πριν, η ανάμνηση του Εθνικού Εκπαιδευτηρίου-Ορφανοτροφείου και του ιδρυτή του διατηρείται ακόμη και σήμερα στη συλλογική μνήμη των Αρμενίων της Κύπρου.

Όταν μεταξύ 1894-1896 ο Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β’ διενήργησε μια σειρά σφαγών κατά των Αρμενίων, στην Κύπρο βρήκαν καταφύγιο περίπου 1.000 πρόσφυγες και ορφανά, γεγονός που δεν άφησε ασυγκίνητο τον μεγάλο διδάσκαλο Βαχάν Μ. Κιουρκτζιάν, γνωστό και ως Παγκουράν (1863-1961). Μεταξύ Οκτωβρίου 1896 και Ιανουαρίου 1897 ταξίδεψε στο Μάντσεστερ, το Παρίσι και το Κάιρο, και πέτυχε να πείσει τους εκεί Αρμένιους εμπόρους να στηρίξουν οικονομικά την πραγματοποίηση του σχεδίου του, τη δημιουργία ενός αρμενικού ορφανοτροφείου στην Κύπρο.

Φθάνοντας στο νησί μας, τον Μάρτιο του 1897, ο Παγκουράν ενοικίασε ένα μικρό σπίτι, όπου φιλοξενήθηκαν τα ορφανά και άπορα παιδιά. Ένα μήνα μετά ξεκίνησαν τα μαθήματα και μετά από έξι μήνες το σχολείο μετακόμισε στην οδό Βικτωρίας. Καθώς όλοι οι μαθητές ήσαν αγόρια, τα απογεύματα διδάσκονταν την τέχνη του τσαγκάρη, του ράφτη και του πελεκάνου, ενώ οι μεγαλύτεροι μαθητές παρακολουθούσαν μαθήματα μεταξοκαλλιέργειας. Το καλοκαίρι τα μαθήματα διεξάγονταν σε ένα δωμάτιο στο Αρμενομονάστηρο, κοντά στην τουρκοκρατούμενη σήμερα Χαλεύκα. Μέχρι και το κλείσιμό του, τον Ιανουάριο του 1904, στο Εθνικό Εκπαιδευτήριο-Οικοτροφείο είχαν φοιτήσει περίπου 70 μαθητές, λαμβάνοντας μια πολύ καλή μόρφωση.

Ο στόχος του Παγκουράν ήταν να ανεβάσει το επίπεδο της μάθησης, αφού θεωρούσε εθνικό του χρέος να μεταδώσει την αρμενογνωσία και την αρμενοφωνία στα Αρμενόπαιδα, τα οποία -μετά από αιώνες καταπίεσης- ήταν στην πλειοψηφία τους τουρκόφωνα. Τόση ήταν η αφοσίωσή του στον ιερό αυτό σκοπό, που -παρά το γεγονός ότι έχασε τα δύο από τα τρία του παιδιά από επιδημία κοκκύτη, που είχε ξεσπάσει στο οικοτροφείο στις αρχές του 1898- συνέχισε να προσπαθεί για να ευδοκιμήσει ο στόχος του.

Ο Κιουρκτζιάν φιλοδοξούσε να μετατρέψει το μικρό του Ορφανοτροφείο σε ένα σημαντικό κέντρο σπουδών, ίσως ένα μικρό δείγμα της Σχολής των Μεχιταριστών στη Βενετία. Θεωρούσε πως η ζωή των Αρμενίων στην οθωμανική Τουρκία ήταν υπό σκληρή επιτήρηση και ότι η Κύπρος, ένα ασφαλές νησί υπό βρετανική διοίκηση, είχε λαμπρή προοπτική για να αποτελέσει κέντρο εκπαίδευσης για τους Αρμένιους της Κιλικίας.

Η ιδέα αυτή γεννήθηκε στο μυαλό του από τις αφηγήσεις του Αββά Μεχιτάρ της Σεβαστείας, ο οποίος είχε επισκεφθεί το νησί μας το 1695, ωστόσο απογοητεύτηκε από τη φτωχική κατάσταση του Αρμενομονάστηρου. Ο Κιουρκτζιάν θαύμαζε τον Αββά Μεχιτάρ και το έργο του και, ως ένδειξη της εκτίμησής του εις μνήμην της επίσκεψης του στην Κύπρο και τη 200ή επέτειο της ίδρυσης του Τάγματος των Μεχιταριστών, ονόμασε τον λόφο ανατολικά του Αρμενομονάστηρου «Λόφο του Μεχιτάρ», ενώ οι μαθητές του ανήγειραν ένα μικρό πέτρινο μνημείο πάνω στον λόφο την Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου 1901.

Το 1902 ο Παγκουράν ίδρυσε τυπογραφείο, από τα πρώτα στην Κύπρο, στο οποίο εξέδιδε διάφορα βιβλία. Δυστυχώς, όμως, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τις ελπίδες του, όταν δεν κατέστη δυνατή η εξεύρεση των απαραίτητων οικονομικών πόρων. Το 1904 έφυγε για το Κάιρο της Αιγύπτου, ενώ το 1907 μετανάστευσε στη Βοστώνη.

Παρά τη σχετικά σύντομη παραμονή του στην Κύπρο, οι Αρμενοκύπριοι κράτησαν για πολλά χρόνια στη μνήμη και τις ψυχές τους το όνομα του μεγάλου αυτού παιδαγωγού, ο οποίος τους είχε κάνει γνώστες της ύπαρξης του ευρύτερου αρμενισμού και επιπλέον είχε αφήσει το στίγμα του στους μαθητές τους. Οι πρώην μαθητές επισκέπτονταν συχνά το μνημείο του Αββά Μεχιτάρ και, τελικά, στη θέση της στοίβας τοποθέτησαν έναν τσιμεντένιο οβελίσκο, τα αποκαλυπτήρια του οποίου τέλεσε στις 8 Σεπτεμβρίου 1931 ο Καθόλικος (Πατριάρχης) της Κιλικίας Σαχάκ Β’.

 

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ-ΜΙΧΑΗΛ ΧΑΤΖΗΛΥΡΑΣ
Εκπρόσωπος Τύπου του Εκπροσώπου των Αρμενίων στη Βουλή κ. Βαρτκές Μαχτεσιάν

 

 

Πηγή: sigmalive.com

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

Στον διαδικτυακό τόπο μας χρησιμοποιούμε Cookies με σκοπό τη βελτίωση της online εμπειρίας σας. Επιλέγοντας να συνεχίσετε την περιήγησή σας σε αυτόν, αποδέχεστε αυτομάτως τη χρήση των cookies. Περισσότερα...

Πολιτική Απορρήτου - Όροι Χρήσης - Περιορισμός Ευθύνης - Επικοινωνία Σχετικά με Προσωπικά Δεδομένα
Αποδέχομαι